Πέμπτη 10 Απριλίου 2014

Μάνος Ελευθερίου:“Το να ελπίζεις δεν είναι ντροπή. Είναι όμως ήττα να μην ελπίζεις”





Έρχεται κάποτε η στιγμή, που η ζωή σε οδηγεί με έναν ανέλπιστο τρόπο σε δρόμους που ευχόσουν να διατρέξεις από τότε που θυμάσαι τον εαυτό σου. Δρόμους που φέρνουν στο διάβα σου ανθρώπους που σε συντρόφευσαν μέσα από τους μελοποιημένους στίχους τους καθώς εσύ μεγάλωνες και ετοίμαζες την πανηγυρική έξοδό σου στη σκηνή της ενήλικης ζωής. Στίχοι που “παντρεύουν” αρμονικά τη χαρά με τη λύπη. Στίχοι με την υπογραφή του Μάνου Ελευθερίου, που κλείνουν εντός τους την ιστορία της Ελλάδας, αγώνες και την αρμύρα της θάλασσας. Ένα ταξίδι στον κόσμο των λέξεων, που ξεκίνησε από την Ερμούπολη της Σύρου και συνεχίστηκε στις φτωχογειτονιές και τα σοκάκια όλης της χώρας. “Όσο πιο δύσκολα περνά κανείς, τόσο δυναμώνει για να μη σκύψει το κεφάλι μέχρι το χώμα”, μου δήλωσε κατά τη διάρκεια της συζήτησής μας με τη χαρακτηριστική ευγένεια που τον διακρίνει. Και ακόμη κι αν “δεν υπάρχουν κοινωνίες του ονείρου και της ουτοπίας”, και “κάποια στιγμή θα φουσκώσει το ποτάμι” με όλα όσα συμβαίνουν γύρω μας, ωστόσο υπάρχει ακόμη ελπίδα. Και θα υπάρχει, όσο εξακολουθούν να υπάρχουν άνθρωποι με ψυχή “μαλαματένια”, που απλώνουν το χέρι στους νέους ανθρώπους προτρέποντάς τους να “συγχωρέσουν τα αμαρτήματα των πολλών” και “να  χτίσουν το δικό τους κόσμο με καλύτερα υλικά”. Άλλωστε, “είναι ήττα να μην ελπίζεις”. Και ο κόσμος μας σήμερα έχει ανάγκη από νικητές. Και όχι ηττημένους…


Συνέντευξη στη Βίκυ Καλοφωτιά

Ερμούπολη της Σύρου, Μάρτη μήνα, αντικρίζετε για πρώτη φορά τη ζωή. Κατόπιν, η “Βασίλισσα των Κυκλάδων”, κατέχει περίοπτη θέση στο συγγραφικό σας έργο, όπως
στο πρώτο σας μυθιστόρημα, τον “Καιρό των Χρυσανθέμων”, που απέσπασε το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος, το 2005. Πόσο έντονη είναι η επιρροή του νησιού στον τρόπο που αποτυπώνετε την ψυχή σας στο χαρτί και κατά πόσο αυτή διαδραμάτισε καταλυτικό ρόλο στο να ασχοληθείτε από νεαρή ηλικία με το συγκεκριμένο αντικείμενο;

Η πατρίδα μου βασίλεψε μέχρι τα τελευταία χρόνια του 19ου αιώνα. Αυτά τα τελευταία χρόνια, γεμάτα κούραση και αναμνήσεις, προσπάθησα να περάσω στο μυθιστόρημα. Τη θεατρική κίνηση τη γνώριζα από την πολύχρονη ενασχόλησή μου με το θέατρο της Ερμούπολης και παράλληλα μάθαινα ό,τι είχε σχέση με την περιρρέουσα ατμόσφαιρα του νησιού. Η επιρροή, όπως λέτε, του νησιού, είναι όχι μόνο έντονη για τον κάθε κάτοικο, αλλά ισοπεδωτική. Το νησί σε κάνει δικό του “θέλεις δε θέλεις”. Ευχής έργο θα ήταν να μη σε διαλύσει.
  
“Η ποίηση είναι μια τέχνη, ταπεινή…”, κατά τον Κώστα Καρυωτάκη. Ισχύει άραγε
αυτή η διαπίστωση και στην εποχή μας, όπου ο προβαλλόμενος από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης τρόπος ζωής, οι στρατηγικές της διαφήμισης και η εικόνα που παρουσιάζει η οικονομία, δημιουργούν έναν ασφυκτικό κλοιό άγχους και πίεσης κυρίως γύρω από τους δημιουργούς και τους καλλιτέχνες;

Ό,τι γίνεται γύρω από έναν ποιητή είναι τα σύγχρονα και τα μελλοντικά θέματά του. Όσο πιο δύσκολα περνά κανείς, τόσο δυναμώνει για να μη σκύψει το κεφάλι μέχρι το χώμα. Ο κλοιός που γίνεται στους ανθρώπους δεν γίνεται μόνο για τους καλλιτέχνες. Ο καλλιτέχνης έχει ένα πλήθος από φίλους και πολλούς συγγενείς. Αυτοί όλοι υποφέρουν εξίσου μαζί του. Αυτόν τον πόνο αναλαμβάνει ο καλλιτέχνης να τον παρουσιάσει είτε ως ζωγραφικό πίνακα, είτε ως ποίημα ή μυθιστόρημα.

“Τα λόγια και τα χρόνια: 1963-2013-Τα τραγούδια” ή αλλιώς το “βιβλίο-σεντούκι” με την πενηντάχρονη στιχουργική σας προίκα, που κυκλοφόρησε πριν από λίγους μήνες. Τραγούδια που μας ταξίδεψαν στην ιστορία της Ελλάδας και στα πολυποίκιλα
καλντερίμια της ψυχής μας. Τραγούδια που υμνούν τους κοινωνικούς αγώνες, την πατρίδα, τον έρωτα, τον άνθρωπο στοιχειοθετώντας συχνά και μελλοντικές καταστάσεις. Για ποιό λόγο, λοιπόν, περιορίζεται σήμερα η δημιουργία “πολιτικών” τραγουδιών ικανών να προκαλέσουν κοινωνική αντίδραση σε όσα συμβαίνουν γύρω μας και δίνεται βαρύτητα σε τραγούδια με ερωτική χροιά;

Διότι ο κόσμος θέλει να ξεχάσει για λίγο τα βάσανά του. Με τα πολιτικά τραγούδια μπορεί να ξεσηκώνεται για λίγο, να θυμώνει περισσότερο με τα έργα των καθαρμάτων, να ορκίζεται “εκδίκηση” και χίλια άλλα. Η επανάσταση δε γίνεται. Δεν έρχεται. Δεν ακούγεται κιόλας ότι κάπου αλλού ετοιμάζεται. Μόνη παρηγοριά, για την ώρα, τα ερωτικά τραγούδια. “Αποκοιμίζουν” για λίγο τα πάθη, σε κάνουν να ξεχνάς τις αθλιότητες και τις απάτες, και φυσικά σου δίνουν κάποια ευεξία, τόσο απαραίτητη για να συνεχίσεις να ζεις.

Σχετικά με το στιχουργικό σας ύφος, έχετε αναφέρει ότι “η ομοιοκαταληξία είναι τρομοκρατία” και ότι “γράφετε τραγούδια για να βγαίνει από μέσα σας ένα μαράζι”.
Πώς είναι εφικτό να τιθασεύσει κανείς σκέψεις και συναισθήματα που αναβλύζουν από την ψυχή, υποβάλλοντάς τα σε κανόνες γραπτής έκφρασης χωρίς να χάσουν κάτι από το στοιχείο του αυθορμητισμού και της αυθεντικότητάς τους;

Γι’αυτό ζητούσα να γράψω (και έγραφα) τραγούδια σε ελεύθερο στίχο αλλά δεν είχαν τύχη, όσο καλά και να ήταν. Ο ελεύθερος στίχος σου δίνει περισσότερες δυνατότητες να πεις λίγα πράγματα παραπάνω. Αν αυτά τα πράγματα κατορθώσεις να τα πεις με λιγότερες λέξεις και συγχρόνως να είσαι αναγκασμένος να δουλεύεις με ορισμένες συλλαβές, τότε έχεις πετύχει πολλά πράγματα. Έχεις φτιάξει ευτυχισμένα τραγούδια.

“Μαλαματένια λόγια στο μαντήλι…”, οι στίχοι από ένα τραγούδι συνυφασμένο με την στιχουργική σας σφραγίδα, σε μουσική του Γιάννη Μαρκόπουλου, που γράφτηκε το 1974. “Μαλαματένιος”, μια λέξη που εμφανίζεται συχνά στους στίχους σας και
παραπέμπει σε καθετί πολύτιμο και κυρίως σε καρδιές που εμφορούνται από αξίες,
όπως η καλοσύνη, η ευγένεια, η συμπόνια, ο σεβασμός. Κατά πόσο πιστεύετε ότι αυτά τα στοιχεία αγγίζουν το σύγχρονο άνθρωπο, που απομακρύνεται ολοένα και περισσότερο από το συναίσθημα δίνοντας το προβάδισμα στον υλισμό, το συμφέρον και την ιδιοτέλεια;

Το συμφέρον και η ιδιοτέλεια, η απάτη και η μιζέρια, η κλοπή δημόσιου πλούτου και άλλα τερπνά υπήρχαν από πάντα και όχι μόνο στην πατρίδα μας. Δεν υπάρχουν κοινωνίες του
ονείρου και της ουτοπίας. Ούτε και θα γίνουν. Τα μαλάματα είναι από τις λέξεις που με κυνηγάνε από την παιδική μου ηλικία. Ήταν λέξη της γιαγιάς μου. Και φυσικά εννοώ εδώ και τα καλά λόγια και τη συνδρομή προς τον πάσχοντα και την αγάπη προς το φυλακισμένο και τη συγχώρεση που δίνει κανείς στα αμαρτήματα των πολλών. Δεν γίνεσαι “ένα” με αυτούς. Απλώς τους αποφεύγεις. Χτίζεις το δικό σου κόσμο με καλύτερα υλικά.

Τι χρειάζεται να διαθέτει ένα τραγούδι σήμερα, έτσι ώστε να κεντρίσει το ενδιαφέρον του ακροατή, να τον ψυχαγωγήσει και να του μεταφέρει μηνύματα με τρόπο εύληπτο και κατανοητό; Κατά πόσο γράφονται τέτοια τραγούδια και από τη νέα γενιά των δημιουργών;

Αυτό δεν το ξέρω. Βλέπω όμως ότι τραγούδια με πολιτικές αιχμές αγκιλώνουν πολλούς ακροατές, έστω και αν “τη βρίσκουν” με τα ερωτικά τραγούδια. Το σημερινό τραγούδι χρειάζεται περισσότερη μαστοριά, μυαλό, εικόνες. Αυτά ενδιαφέρουν τον ακροατή, με αυτά μπορεί να ξεκινήσει και τη μέρα του.

“…ποιός το’πε τόσα πράγματα να εξελιχθούν σε κλάματα, στα χρόνια τα δικά μας…” και “…το σήμα του κινδύνου τ’ακούς και δε μιλάς…”, ακούμε σε κάποιους
μελοποιημένους στίχους σας. Αλήθεια, ποιός ευθύνεται και ποιοι παράγοντες συνετέλεσαν στο να οδηγηθούμε στην τωρινή δεινή θέση; Γιατί δεν αντιδρούμε; Υπάρχει άραγε έξοδος από αυτό τον αυτοσχέδιο κοινωνικοπολιτικό λαβύρινθο, που τόσα χρόνια τρέφουμε εν αγνοία μας “σαν φίδι στον κόρφο μας”;

Αυτά ήταν “τραγούδια-καταγγελίες”. Χρόνια πριν. Βλέπετε λοιπόν ότι δεν χρησίμευσαν σε τίποτε. Στο μεταξύ έγιναν χειρότερα πράγματα. Θα ξαναγραφούν καταγγελίες. Πάλι δεν θα γίνει κάτι. Ώσπου κάποια στιγμή θα φουσκώσει το ποτάμι.

“Ο τόπος ο δικός μας βάζει το μαχαίρι στο λαιμό μας”, λέει ένα τραγούδι σας, σε
μουσική του Γιώργου Χατζηνάσιου. Πώς θα μπορέσουν οι νεότερες γενιές, που μεταναστεύουν μαζικά στο εξωτερικό, να μετατρέψουν το “μαχαίρι” σε “λουλούδι” και να ελπίζουν σε ένα καλύτερο αύριο, παραμένοντας στη χώρα τους; Ή μήπως κάτι τέτοιο αποτελεί πλέον ουτοπία;

Παλαιότερα έφευγαν αγράμματοι εργάτες, ταπεινωμένοι από τη φτώχεια. Τώρα φεύγει ο ανθός της πατρίδας κι αυτός ταπεινωμένος από τη φτώχεια. Και τότε και τώρα το μαχαίρι είναι πάντα στο λαιμό μας. Κάποιος από τους πολύ νέους θα το χρησιμοποιήσει σε στίχους του. Από ανάγκη μόνο και από πόνο. Το να ελπίζεις δεν είναι ντροπή. Είναι όμως ήττα να μην ελπίζεις.

Τι εννοείτε λέγοντας σε μια παλαιότερη δήλωσή σας ότι “τον εαυτό σου δύσκολα τον
κατακτάς”;

Εννοούσα την ψυχή μου, προφανώς, σαν μια υπέρβαση του Είναι μου. Είναι από εκείνες τις ποιητικές εξάρσεις που μας πιάνουν καμιά φορά και γι’αυτό οι ποιητές ονομάζονται χαϊδευτικά και “λαπάδες”.

Τι δείχνει η πυξίδα για τα επόμενα συγγραφικά σας πονήματα και τα στιχουργικά και ποιητικά μονοπάτια που σκοπεύετε να περπατήσετε στο άμεσο μέλλον συνεχίζοντας αδιάλειπτα τη μακρόχρονη πορεία σας;

Για την ώρα βάζω μια τάξη σε αδημοσίευτα κείμενα. Δεν ξέρω τι θα βγει. Ελπίζω στο καλύτερο, αν έχω ακόμη την υπομονή σας και την αγάπη σας.




Προφίλ

Ο Μάνος Ελευθερίου γεννήθηκε στην Ερμούπολη. Έχει εκδώσει μυθιστορήματα, ποιητικές συλλογές, τόμους με πεζά, λευκώματα και τέσσερις τόμους για το “Θέατρο στην Ερμούπολη τον 20ό αιώνα, 1901-1921”, καθώς και την ανθολογία “Ερμούπολη, Μια πόλη στη λογοτεχνία”(2004) και το χρονικό “Μαύρα μάτια: Ο Μάρκος Βαμβακάρης και η συριανή κοινωνία τα χρόνια 1905-1920”(2013). Τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος 2005 για το μυθιστόρημά του “O καιρός των χρυσανθέμων” που εκδόθηκε το 2004. Ως στιχουργός έχει στο ενεργητικό του περίπου 400 τραγούδια και συνεργάστηκε με όλους σχεδόν τους έλληνες συνθέτες. Επίσης, έχουν κυκλοφορήσει τα μυθιστορήματά του “Η γυναίκα που πέθανε δύο φορές”(2006), “Ο άνθρωπος στο πηγάδι”(2008), καθώς και η συλλογή διηγημάτων του “Η μελαγχολία της πατρίδας μετά τις ειδήσεις των οκτώ”(2007). Το φθινόπωρο του 2010 κυκλοφόρησαν η ποιητική του συλλογή “Ο νοητός λύκος” καθώς και ο θεατρικός μονόλογος “Ο γέρος χορευτής”. Το Νοέμβριο του 2013, κυκλοφόρησε επίσης από τις εκδόσεις Μεταίχμιο, η συγκεντρωτική έκδοση των στίχων του μεγάλου δημιουργού, με τίτλο “Τα λόγια και τα χρόνια:1963-2013-Τα τραγούδια”. Οι στίχοι-ποιήματα είναι κατανεμημένοι χρονολογικά και ανά δισκογραφική δουλειά και διανθίζονται από επιπλέον πληροφορίες για τους συντελεστές των δίσκων. 


*Το έργο "Το τρένο φεύγει στις οχτώ", βασισμένο στους στίχους του ομότιτλου τραγουδιού του Μάνου Ελευθερίου, ανήκει στη συλλογή της έκθεσης "Ζωγραφιές και χαράξεις", του Αστέρη Γκέκα, για τα τραγούδια του Μάνου Ελευθερίου, που θα διαρκέσει έως τις 10 Μαΐου 2014, στον Πολυχώρο των εκδόσεων Μεταίχμιο, Ιπποκράτους 118, Αθήνα.


 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου