Σάββατο 7 Μαρτίου 2015

Όταν “Η Μαγεμένη Βασιλοπούλα” μιλά, η ψυχή ζωντανεύει..!



Γράφει η Βίκυ Καλοφωτιά

Μια βαλίτσα μισάνοιχτη που κλείνει στα “σπλάχνα” της φορέματα από δαντέλα και εσάρπες από μετάξι, χνουδωτά πασούμια, γόβες στο χρώμα καραμελωμένης ζάχαρης και αστραφτερά κοσμήματα. Όλα γύρω σκοτεινά κι όμως όπου κι αν κοιτάξεις, πλανάται ένα πέπλο λάμψης που ορθώνει με πείσμα το ανάστημά του για να κρατηθεί στη ζωή. Η λάμψη της ψυχής της. Μια ψυχή σπάνια που ποτέ δεν συνειδητοποίησε το μεγαλείο της. Εκκωφαντική η σιωπή που απλώνεται κι όμως ακούγονται δυνατά οι πιο μεγάλες αλήθειες, γιατί η καρδιά δεν σωπαίνει ποτέ και δεν σταματά ποτέ να ελπίζει. Λάμψη και άηχη φωνή πιάνονται χέρι με χέρι και στροβιλίζονται σε έναν χορό θέλησης για ζωή λίγο πριν το κεράκι της σβήσει. 

Ένας χείμαρρος από φωτεινά κόκκινα μαλλιά απλωμένα στους ώμους ενός σώματος που κραυγάζει για οξυγόνο και ελευθερία την ίδια στιγμή που βρίσκεται καθηλωμένο σε ένα αναπηρικό καρότσι. Κι όμως, η ψυχή της παρά τις γρατζουνιές και τους μώλωπες διψά για ζωή. Μια γυναίκα που καταμεσής του δωματίου το οποίο έχει μετατραπεί στην αυτοσχέδια φυλακή της, δίνει την ύστατη μάχη. Τη μάχη της ζωής της. Τη μάχη με τις Ερινύες που τρύπωσαν μέσα στο κορμί της χωρίς να το καταλάβει, την ώρα που εκείνη βυθιζόταν ολοένα και περισσότερο στη μανία και την κατάθλιψη. 

Κι όμως είναι ακόμη εδώ και επιμένει. Γιατί έτσι κάνουν οι αληθινές βασιλοπούλες. Παλεύουν κι αγωνίζονται και αιμορραγούν και πάλι από την αρχή. Και ας είναι μαγεμένες. Μια “Μαγεμένη Βασιλοπούλα” που “τσαλακώνει” την εικόνα της για να δείξει ότι το λέει η καρδιά της. Μια βασιλοπούλα που περπάτησε σε πολιτείες πολλές, πάρα πολλές, μα τώρα πρέπει να μάθει να “μπουσουλάει” στο δρόμο της αυτογνωσίας και της σύνδεσης με τα πιο μύχια κρυμμένα στοιχεία του εαυτού της, προκειμένου κάποια στιγμή να περπατήσει ξανά. Χωρίς συναισθηματικά δεκανίκια αυτή τη φορά. Με το μυαλό και την καρδιά, γιατί το σώμα πλέον δεν ακολουθεί όπως τότε. 

“Κοίταζα κάποια βράδια τον ουρανό και περίμενα να πέσει ένα αστέρι για να κάνω μια ευχή”. Πραγματοποιούνται λένε οι ευχές όταν πιστεύεις σε αυτές με όλη σου τη δύναμη. Κι εκείνη πίστευε πως κάπως, κάπου, κάποτε θα έβρισκε το ιδανικό “σχέδιο απόδρασης” από μια ζωή που ανασαίνει ακόμη χάρη σε ξεθωριασμένες εικόνες από το παρελθόν. Ένα παρελθόν που “φλέρταρε” καθημερινά με τον κίνδυνο κλείνοντάς του συνωμοτικά το μάτι για να του δείξει ότι δεν φοβάται. 


Τώρα όμως τι απέγινε το θάρρος; Πού πήγε η γενναιότητα; Από ποια κλωστή κάνει κούνια η μοίρα της; Θυμάται, νοσταλγεί, θρηνεί, αναβιώνει τις στιγμές που πέρασαν και τη σημάδεψαν, τις στιγμές που πέρασαν και δεν την άγγιξαν, τις ώρες που ήταν μαύρες κι εκείνη τις έπλαθε με τα πιο φωτεινά της όνειρα κάνοντάς τες μια πολύχρωμη μπάλα που άλλοτε έτρεχε να κατακτήσει το τέρμα μόνη της και άλλοτε άφηνε να την κλωτσούν οι άλλοι. Συνήθως αυτό έκανε, τώρα που το σκέφτεται πιο προσεκτικά. Άφηνε να την κλωτσούν. Και μετά αναρωτιόταν τι ήταν αυτό που πήγε στραβά καθιστώντας την μια “αποτυχία”, ένα “μηδενικό”, ένα “τίποτα”, μια γυναίκα ανάπηρη και μόνη. 

Αχ, πονάει η μοναξιά και όταν σε επισκεφθεί και δεν της δώσεις μια κλωτσιά να πάει από εκεί που ήρθε, τότε παίρνει τη θέση της για τα καλά στη ζωή σου και άντε μετά να της δείξεις το δρόμο της εξόδου. Όσο εσύ της λες να φύγει, τόσο αυτή επιμένει και πεισμώνει και γαντζώνεται πάνω σου σαν μωρό που έχει ανάγκη τη μανούλα του για να επιβιώσει. Κι εσύ την τροφοδοτείς, ξανά και ξανά. Κάθε μέρα από την αρχή. Τόσο έντονα που μετά ξεχνάς ότι κάποτε ήθελες να την ξεφορτωθείς και της παραδίδεις τα χρυσά κλειδιά της ζωής σου ολόκληρης…

“Κουράστηκα να τους αγαπώ όλους. Μια ζωή αυτό έκανα. Και τι κατάλαβα;”, μονολογεί καθώς βάζει κραγιόν στα χείλη. Κόκκινο κραγιόν, σαν αυτό που της άρεσε να φοράει και όταν ήταν ακόμη νέα και όμορφη. Τότε που περπατούσε. Τότε που δεν χρειαζόταν ηρεμιστικά για να κοιμηθεί. Κι όμως το είδωλό της που την κοιτάζει μέσα στον καθρέφτη και τώρα, της ψιθυρίζει ότι εξακολουθεί να είναι όμορφη. Δεν έφυγε ποτέ η ομορφιά, πάντοτε εκεί ήταν, όμως εκείνη της “γύριζε την πλάτη” κρατώντας της μούτρα και κάνοντάς της νάζια. Μέχρι που κάποια στιγμή κι εκείνη “μαζεύτηκε στη γωνιά” της και περίμενε να της δοθεί ξανά το φιλί της ζωής. Κι αυτή η στιγμή όλο και καθυστερούσε να έρθει. Αναβολή στην αναβολή μέχρι που επήλθε κορεσμός και αντί να κινήσεις να ξαναβρείς τη χαμένη σου ομορφιά, εσύ “άνοιξες πανιά” για ταξίδια μακριά της. Μακριά από καθετί που θα μπορούσε να θυμίσει ευτυχία. Αλήθεια, τι είναι ευτυχία; Ποτέ δεν έμαθε η μαγεμένη βασιλοπούλα.

Αυτοσαρκάζεται για να κρύψει την υπέρμετρη ευαισθησία της, να δείξει ότι τάχα τώρα είναι δυνατή, ότι χόρτασε τη ζωή και άλλο δεν έχει παραπέρα. Κι όμως έχει. Πάντοτε έχει. Αρκεί να μην τα παρατάς. Ποτέ και για κανέναν λόγο

Ένα-ένα βγάζει τα ρούχα από την πελώρια βαλίτσα στο πάτωμα. Σαν “βαρίδια” τα αισθάνεται, που επιτέλους τα ακουμπάει στη γωνιά κουνώντας τους το μαντήλι. Φτερά, λούσα, μεταξωτές κορδέλες και χρυσαφικά, όλα μια μάζα από πομπώδη και τελικά ανούσια λάμψη. Αλλά τελικά έτσι ήταν πάντοτε ο εαυτός της. “Μου αρέσει η υπερβολή, γεννήθηκα για την υπερβολή”, τα μη υπερβολικά την έκαναν να βαριέται, την κούραζαν. Αυτά ήταν που την τρόμαζαν πραγματικά. Γι’αυτό θέλησε να πετάξει σαν πουλί προς την ελευθερία. Και ήταν κάτι που της κόστισε ακριβά. Πολύ ακριβά. Έπρεπε όμως να το πληρώσει το τίμημα για να περάσει τα “διόδια” που οδηγούν στον αληθινό της εαυτό


Τι κι αν τώρα προβάλλει πιο ανυπόμονα περισσότερο από ποτέ άλλοτε στο παρελθόν, το ερώτημα εκείνο που δεν την αφήνει να κλείσει μάτι τις νύχτες και της κλέβει το χαμόγελο από τα χείλη την ημέρα. “Γιατί; Γιατί σ’εμένα;”

…γιατί να πρέπει να περάσω μέσα από το σκοτάδι, αφού εμένα “μου αρέσει το φως και έχω τον έλεγχο του εαυτού μου μόνο όταν βγαίνει ο ήλιος;”

Ακόμη αναρωτιέσαι βασιλοπούλα μου; Μετά από τόσες μικρές νίκες που κέρδισες με το σπαθί σου ακόμη και μπουσουλώντας, εσύ επιμένεις ακόμη να τροφοδοτείς τις απαραίτητες στη διαδρομή ήττες σου; Άθροισε όλες μαζί τις μικρές νίκες σου και φτιάξε μια μεγάλη γέφυρα από βήματα με πυξίδα την καρδιά σου και τότε θα δεις ότι κάθε σκοτάδι έχει μέσα του το φως και κάθε όνειρο έρχεται κάποτε η στιγμή που πραγματοποιείται

Καληνύχτα τώρα μαγεμένη μου βασιλοπούλα.

Και αύριο ανατέλλει μια καινούρια ημέρα



*Στο ρόλο της “Μαγεμένης Βασιλοπούλας” η ηθοποιός Αθηνά Παππά.

Στοιχεία Παράστασης:

Κείμενο-σκηνοθεσία-μουσική επιμέλεια: Κωνσταντίνος Ρόδης & Ιωάννης Κυφωνίδης

Φωτογραφίες-Φωτισμοί: Βαγγέλης Ρασσιάς

Ενδυματολογία: Αθηνά Παππά

Σκηνικό Περιβάλλον: Βασιλική Σύρμα

Εκτέλεση Παραγωγής: Γιάννης Παπαθανασίου

Voice Over: Αθηνά Νάννου, Βίλλυ Κουτσουφλιανιώτη

Μακιγιάζ: Μυρσίνη Παπαδάκη

Hair Styling: Ντίνα Τριάντου

Παραγωγή: Dominus Productions

Δημόσιες σχέσεις και επικοινωνία: Βάσω Σωτηρίου

 Παραστάσεις: 2,3, 4 Μαρτίου και 9,10,11 Μαρτίου

Ώρα έναρξης: 21.30 

Διάρκεια: 70'

Στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης, Πειραιώς 206, Ταύρος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου