Δευτέρα 25 Ιουλίου 2016

Λουκάς Κονανδρέας: «Στα ζευγάρια με αλληλοκατανόηση, κανένα “ζιζάνιο” δεν είναι ικανό να χαλάσει τη σχέση τους»



Όλη η δύναμη του κόσμου κρύβεται μέσα στην ψυχή των γυναικών. Δύναμη, που εκδηλώνεται με ποικίλες μορφές. Σε κάθε τους βήμα, σε κάθε τους σκέψη, σε κάθε τους αναπνοή. Υπάρχουν γυναίκες διεκδικητικές και αδίστακτες, συνεσταλμένες και υποχωρητικές. Γυναίκες που οι δυσκολίες που συναντούν στο διάβα τους τις παραλύουν, την ίδια στιγμή που άλλες τις ατσαλώνουν. Γυναίκες που βλέπουν τη ζωή να τους χαρίζει απλόχερα την εύνοιά της, οπότε κι εκείνες για αντάλλαγμα υποτάσσονται ενίοτε στους άγραφους νόμους του υποτιθέμενου εκσυγχρονισμένου κοινωνικού περίγυρου. Και υπάρχουν και εκείνες οι άλλες γυναίκες. Εκείνες που είναι ασυμβίβαστες και μάχιμες και αρνούνται να μπουν σε “καλούπια”. Εκείνες που συναντούν δυσκολίες στο διάβα τους, χωρίς ωστόσο να διστάζουν να φτάσουν στα άκρα προκειμένου να εξακολουθήσει η αξιοπρέπειά τους να κάθεται στο χρυσό της θρόνο. Έστω κι αν αυτό το πληρώσουν με την ίδια τους τη ζωή. Γιατί αλλιώς παραμονεύει από κάποια γωνιά ένας κοινωνικός περίγυρος, που αν δεν “γίνει το δικό του” μεταμορφώνεται σε “οδοστρωτήρα” και απειλεί να συνθλίψει κάθε τους ίχνος. Και τότε όλα βάφονται με χρώμα κόκκινο…

Όπως έγινε και με την Παναγιώτα από ένα μικρό χωριό της Φωκίδας, το οποίο απλώνεται στην πλαγιά μιας κορυφής των Βαρδουσίων. Εκεί, από όπου ξεκίνησε να ξετυλίγεται η αληθινή αυτή ιστορία μέσα από την πένα του Λουκά Κονανδρέα, στο βιβλίο του με τον τίτλο “Καλύτερα σκοτωμένη παρά χωρισμένη”. Ένας άνθρωπος που καθώς μετέφερε τις λέξεις στο λευκό χαρτί, ένα μόνο είχε στο μυαλό του: να αναδείξει την αλήθεια των γεγονότων που οδήγησαν στο φόνο της Παναγιώτας και να αποτίσει με αυτόν τον τρόπο φόρο τιμής στη μνήμη της. Έστω και ετεροχρονισμένα. Έστω και τώρα, που εκείνη του χαμογελά πλέον από ψηλά. “Πόσο θα ‘θελα να είχα μια μακρινή συνομιλία μαζί της. Να της πω ευχαριστώ για τα χάδια και τις αγκαλιές που μου έδινε. Και για τις καραμέλες, τις σοκολάτες. Και έπειτα να της ζητούσα να μου τα πει όλα. Όλα! Να μην μου κρύψει τίποτα…”, μου αναφέρει στη μεταξύ μας συνομιλία. Και κάπου εκεί γεννήθηκε η ιδέα για τη συνέχεια της ιστορίας της. Κάποια στιγμή στο κοντινό μέλλον ή πιο μετά ή λίγο νωρίτερα. Δεν έχει σημασία άλλωστε. Γιατί ο χρόνος λειτουργεί με τους δικούς του ρυθμούς. Και ξέρει εκείνος πότε έχει έρθει το πλήρωμα για να λάμψει πιο δυνατά από ποτέ η πολυπόθητη ΑΛΗΘΕΙΑ. Και τότε όλα αποκτούν νόημα, μορφή και υπόσταση. Όλα! Και τίποτε δεν μοιάζει πλέον ακατόρθωτο…

Συνέντευξη στη Βίκυ Καλοφωτιά

Κάποιοι υποστηρίζουν ότι είναι προτιμότερο να μην “σκαλίζει” κανείς το παρελθόν γιατί ίσως κρύβει δυσάρεστες εκπλήξεις. Άλλοι, πάλι, έχουν γεννηθεί για να “ξεθάβουν διαμάντια” από τις στάχτες του χθες. Το βιβλίο σας, με τον τίτλο “Καλύτερα σκοτωμένη παρά χωρισμένη”, σας κατατάσσει στη δεύτερη κατηγορία ανθρώπων, καθώς μέσα από αυτό φέρατε στο φως την αλήθεια για την αλλοτινή ιστορία της Παναγιώτας. Υπήρξαν φορές που λυγίσατε κατά τη διάρκεια της συγγραφής του;

Είχα πολύ έντονες μνήμες από το περιστατικό και είχε συζητηθεί τόσο πολύ ενδοοικογενειακά όλα αυτά τα χρόνια, που αν υπήρχαν δυσάρεστες εκπλήξεις σίγουρα θα τις είχα ήδη ακούσει. Βέβαια, κάτι κουτσομπολιά και μερικές μικρές εκπλήξεις εμφανίστηκαν στην διαδρομή αλλά τίποτα το ιδιαίτερο. Επίσης, η αλήθεια είναι ότι στην αρχή κάπου λύγισα, όμως αυτό δεν προέκυψε από την ιστορία αυτή καθαυτή. Ήταν περισσότερο φόβος σχετικά με το αν ήμουν ικανός για κάτι τέτοιο. Με βασάνιζαν ερωτηματικά, όπως: “Θέλω να το γράψω, αλλά μπορώ; Είμαι ικανός; Δεν το έχω ξανακάνει. Πού πάω;”.


“…δεν ήθελα η αγάπη προς τους δικούς μου να με τυφλώσει και να λειτουργήσει με οποιοδήποτε τρόπο εις βάρος της αλήθειας...”, αναφέρετε στα χάρτινα μονοπάτια του εν λόγω βιβλίου. Πώς τα καταφέρατε να μειώσετε την ένταση αυτής της αγάπης, και να τη μετατρέψετε από κραυγή σε ψίθυρο, προκειμένου να φέρετε σε πέρας το σκοπό σας;

Ήταν από την αρχή ψίθυρος και όχι κραυγή. Ήξερα ότι οι δικοί μου είχαν το δίκαιο με το μέρος τους. Επομένως, δεν υπήρχε λόγος να… μεταποιήσω το οτιδήποτε. Έπειτα, ποτέ δεν είχα την εντύπωση ότι η ιστορία μου θα κρινόταν από ευκολόπιστους. Τα… διασκευασμένα φαίνονται. Δεν υπάρχουν αγαθοί… Και αν είχα δύο βιβλία και στο ένα έκανα τους γονείς μου Θεούς και στο άλλο παρουσίαζα τα πράγματα όπως είναι, οι ίδιοι οι γονείς μου θα διάλεγαν την δεύτερη εκδοχή.  

Η ιστορία εκτυλίχθηκε πριν από 63 χρόνια, στο Κουπάκι Φωκίδας, στα χρόνια κατά τα οποία επικρατούσε η αντίληψη ότι μια διαζευγμένη γυναίκα αποτελούσε “μίασμα” για την κοινωνία, και άρα ήταν προτιμότερο να σκοτωθεί παρά να χωρίσει. Τα χρόνια πέρασαν, οι εποχές άλλαξαν. Μήπως, όμως εξακολουθεί σε αρκετές περιπτώσεις να ισχύει ακόμη και σήμερα το “καλύτερα σκοτωμένη παρά χωρισμένη” και καλύπτεται πίσω από το μανδύα του δήθεν εκσυγχρονισμού;

Ναι, μίασμα υπήρχε πράγματι τότε για τις χωρισμένες αλλά όχι γενικευμένο ή αντίστοιχο της έντασης του “Καλύτερα σκοτωμένη παρά χωρισμένη”. Το ότι έφτασε να πει η Παναγιώτα κάτι τέτοιο και να ζει μ’ αυτό, ήταν ασυνήθιστο και ακραίο. Υπάρχουν μερικοί άνθρωποι που είναι ασυμβίβαστοι. Και η Παναγιώτα ήταν ένας τέτοιος άνθρωπος, όπως και ο πατέρας μου. Υπήρχε στο DNA τους αυτό το χαρακτηριστικό. Ας μην ξεχνάμε ότι η Παναγιώτα προτού παντρευτεί λεγόταν Σούλια. Η οικογένειά της έφτασε στο Κουπάκι πριν το 1800 από το Σούλι για να αποφύγει τα Αληπασέικα. Και κάπως έτσι οι ντόπιοι στο Κουπάκι έδωσαν στους νεοφερμένους το ψευδώνυμο Σούλιας. Το “Καλύτερα σκοτωμένη παρά χωρισμένη” που έλεγε, και κατά κάποιον τρόπο έπραξε κιόλας η Παναγιώτα δεν έχει πολλά κοινά με το “Έχετε γεια Βρυσούλες…” του Ζαλόγγου; 

 
Τώρα σχετικά με τον μανδύα του εκσυγχρονισμού και πώς αυτός επηρεάζει την απόφαση μιας γυναίκας να υπομείνει τα πάντα αρκεί να μην χωρίσει, δεν είναι εύκολο να το ακούσει κανείς παρά μόνοι οι πολύ κοντινοί άνθρωποι. Η κραυγή συνήθως πνίγεται. Η φράση “Καλύτερα σκοτωμένη παρά χωρισμένη” ή κάποια αντίστοιχή της ενδέχεται να ειπωθεί σε μια στιγμή απελπισίας ή μελαγχολίας από μια γυναίκα, η οποία ωστόσο δεν την εννοεί στο μέγεθός της. Υπάρχει, βέβαια, η πιθανότητα και να το εννοούν σε ορισμένες περιπτώσεις. Αυτό όμως συνήθως συμβαίνει σε χώρες του Τρίτου Κόσμου, όπου εκεί λείπει πράγματι ο εκσυγχρονισμός.  

Όλο και συχνότερα οι γυναίκες παλαιότερων εποχών αναγκάζονταν να παντρευτούν παρά τη θέλησή τους, ακολουθώντας τις επιταγές του οικογενειακού και κοινωνικού περίγυρου. Τι συμβαίνει σήμερα;

Οι στατιστικές μιλούν από μόνες τους για το σήμερα. Για τους καταναγκαστικούς γάμους: Ο αριθμός των κοριτσιών που παντρεύονται με το ζόρι πριν τα 18 τους χρόνια ανέρχεται παγκοσμίως στα 11.250.000. Ο αριθμός των κοριτσιών σε αναπτυγμένες χώρες που παντρεύονται με το ζόρι πριν τα 15 χρόνια τους αγγίζει το 11%. Στο Αφγανιστάν ο αριθμός των γάμων με το ζόρι ανέρχεται στο 80%.

Γάμοι από Προξενιά: Είναι το 53,25% των γάμων παγκοσμίως. Τα ποσοστά των γάμων με προξενιά που καταλήγουν σε διαζύγια είναι 6,3%, το οποίο  είναι πολύ μικρό. Στην Ινδία οι γάμοι με προξενιά ανέρχονται στο 88,4%. Τα διαζύγια στην Ινδία είναι μόνο 1,1%. Επειδή δεν υπάρχουν στατιστικές για πολύ παλαιότερες εποχές (εγώ τουλάχιστον δεν μπόρεσα να βρω για την Ελλάδα), είναι λογικό να υποθέσει κανείς ότι θα υπήρχαν πιο πολλές περιπτώσεις καταναγκαστικών γάμων και γάμων που προέκυψαν από προξενιό.  

 
Στο βιβλίο γίνεται λόγος για την κακοποίηση γυναικών από τους συζύγους τους. Στην μακρόχρονη πορεία σας ως ιατρός έχετε θεραπεύσει θύματα τέτοιων περιστατικών. Σε τι ποσοστό έχουν μειωθεί παρόμοια κρούσματα εν έτει 2016, και τι βήματα πιστεύετε ότι πρέπει να γίνουν ακόμη προς αυτήν την κατεύθυνση;

Πράγματι, έχω θεραπεύσει πάρα πολλά περιστατικά σαν γιατρός πρώτων βοηθειών. Οι τελευταίες στατιστικές, δυστυχώς, δεν μιλούν για μείωση αλλά για αύξηση. Ωστόσο, η αύξηση αυτή ενδέχεται να είναι πλασματική, αφού η κοινωνία και οι υπηρεσίες καταγράφουν δια νόμου στα περισσότερα κράτη τέτοια περιστατικά. Όμως, όπως και να έχει, είναι ανησυχητική η κατάσταση. Τι θα έπρεπε να γίνει; Αρχικά, να υπάρξει ενημέρωση των γυναικών, ώστε να αναγνωρίζουν επακριβώς τι είναι όχι μόνο η φυσική αλλά και η ψυχολογική και σεξουαλική κακοποίηση και έπειτα να λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα.Υπάρχει- και μάλιστα σε μεγάλο ποσοστό- η αντίληψη ότι “αφού δεν σε δέρνει ο άνδρας σου, όλα είναι εντάξει”.  

Δυστυχώς, πολλές γυναίκες δεν ξέρουν ότι η ψυχολογική κακοποίηση έχει σαν επακόλουθο και τη φυσική, καθώς εξασθενεί την αξιοπρέπεια του θύματος, αλλά και την αντίστασή του. Θα πρέπει, ακόμη, η γυναίκα να ξέρει πότε πρέπει να πει “Αρκετά”. Σχετικά με το νομοθετικό πλαίσιο τώρα: Οι γιατροί και οι κοινωνικές υπηρεσίες οφείλουν να  είναι σε διαρκή εγρήγορση και να αξιολογούν ακόμη και την απλή υποψία. Σ’ αυτό το σημείο, είναι χρήσιμο να πούμε ότι θα πρέπει να υπάρχει και η προστασία των παιδιών, καθώς σε αρκετές περιπτώσεις η γυναίκα υπομένει –λανθασμένα– για το “χατίρι” των παιδιών και αισθάνεται ότι δεν πρέπει να πει αυτό το “Αρκετά”. Τέλος, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης θα πρέπει να διαδίδουν διαρκώς και να εκπαιδεύουν με τον τρόπο τους τις γυναίκες και την κοινωνία γενικότερα

Ο πατέρας σας, Θανάσης Κονανδρέας, ξάδερφος της αδικοχαμένης Παναγιώτας, δεν δίστασε να φτάσει μέχρι την αίθουσα του δικαστηρίου για να αποκατασταθεί η αλήθεια για το φόνο της. Η μητέρα σας, Πολυξένη, “παρόλο που αρχικά φοβόταν για την απόφασή του αυτή, ωστόσο έγινε ο απόλυτος συμπαραστάτης του”, όπως διαβάζουμε στις σελίδες της χάρτινης δημιουργίας σας. Πόσο δύσκολο, και συνάμα εφικτό, είναι το να παραμείνει κανείς σε μια τέτοια περίπτωση ανεπηρέαστος στο πλάι του συντρόφου του, όταν όλα και όλοι γύρω του, σπέρνουν συνεχώς “ζιζάνια” για να του αλλάξουν γνώμη;

Η μητέρα μου, όπως και άλλα μέλη της οικογένειάς μου, προσπάθησαν να επηρεάσουν τον Θανάση, ώστε να τα παρατήσει. Είχαν, βλέπετε, το φόβο της καταστροφής. Δεν είναι τυχαίο που ο πατέρας μου δεχόταν εκβιασμούς για τη ζωή του από την άλλη μεριά, γεγονός που τον ανάγκασε να κυκλοφορεί με πιστόλι. Υπήρχε, όμως, και ο φόβος της οικονομικής καταστροφής. Και η τελευταία ήλθε… Αλλά οι σχέσεις των γονιών μου ήταν ανέκαθεν πολύ καλές και μια διαφωνία δεν σήμαινε και διάσπαση, ούτε όμως και απόσυρση. Κανένας δεν είπε ποτέ: “Εγώ παραιτούμαι, κάνε ό,τι θέλεις”.  

Στα ζευγάρια που είναι ώριμα, υπάρχει αλληλοκατανόηση και κάτι που είναι πολύ σημαντικό για τον έναν, δεν γίνεται να αγνοηθεί από τον άλλο. Άλλωστε, στην πορεία της κοινής τους ζωής και ο πατέρας μου έδειξε ανοχή στη μητέρα μου, σε θέματα που ήταν σπουδαία για εκείνη και όχι τόσο ή καθόλου σημαντικά για εκείνον. Πάντως, κανένα “ζιζάνιο”, όπως το θέσατε δεν ήταν ικανό να χαλάσει τη σχέση τους. Υπήρξαν αντιρρήσεις που ξεκινούσαν από το φόβο για το τι θα επακολουθούσε. Ωστόσο, κατά βάθος πίστευαν ότι όλη η διαδικασία θα ήταν σύντομη, κάτι που δυστυχώς δεν συνέβη. Μάλιστα, υπήρξαν στιγμές στην μετέπειτα ζωή της μητέρας μου, η οποία επέζησε είκοσι ολόκληρα χρόνια από το θάνατο του πατέρα μου, που η ίδια εκφραζόταν με αφάνταστο θαυμασμό και περηφάνια για τον μακαρίτη και για όλα όσα έκανε τότε

Για τη συγγραφή του ανατρέξατε σε πρακτικά από τις δύο σχετικές δίκες, εφημερίδες της εποχής, προσωπικές σας μνήμες και άφθονο υλικό από περίπου 160 συνεντεύξεις, που πήρατε ο ίδιος για την υπόθεση. Τι είναι αυτό που είχατε συνεχώς στο μυαλό σας, όσο διατρέχατε αυτόν τον “κακοτράχαλο δρόμο” έρευνας και αναζήτησης;

Η ιστορία αφορούσε την οικογένειά μου. Ήθελα να μην βρεθεί κάποιος να μου πει “Αυτό που είπες είναι ψέμα”. Έπρεπε, λοιπόν, να διασταυρώσω κάθε πληροφορία. Ούτε και ήθελα να πει κάποιος ότι ευνόησα τους δικούς μου με τον τρόπο που κατέγραψα τα πράγματα. Η αλήθεια είναι ότι τα είπα με το όνομά τους. Και επεδίωξα να εμβαθύνω, γιατί μέσα από τις λεπτομέρειες κατάλαβα και την ψυχοσύνθεση των χαρακτήρων της ιστορίας. Ναι, τους ήξερα όλους τους κεντρικούς χαρακτήρες, αλλά όταν μελέτησα τις λεπτομέρειες άρχισα να καταλαβαίνω καλύτερα τη δυναμική του καθενός, την ψυχολογία του, τις στιγμές που αποφάσιζε να κάνει ή να πει κάτι. Τότε που έδειχνε ποιος πραγματικά ήταν… Με κέντρισε πολύ αυτή η ανάλυση. Ζούσα από μέσα την ιστορία της ζωής τους και μάθαινα πολλά. Υπήρξαν πολλές φορές που είπα: “Αυτόν που τον θυμόμουν σαν ένα άτομο απλό, πώς μπόρεσε τελικά να σκεφτεί έτσι ή πώς μπόρεσε να αντέξει την πίεση σε στιγμές που η οικογένεια και η ζωή του κρεμόταν από μια του ενέργεια;”.

 
Ποια θα ήταν τα λόγια που θα απευθύνατε σήμερα στη Παναγιώτα, αν στεκόταν μπροστά σας και μπορούσε να σας ακούσει;

Μου βάλατε μια ακόμη ιδέα για βιβλίο, με τίτλο: “Συνομιλία με την Παναγιώτα”. Πόσο θα ‘θελα να είχα μια… μακρινή συνομιλία μαζί της… Να της πω ευχαριστώ για τα χάδια και τις αγκαλιές που μου έδινε. Και για τις καραμέλες, τις σοκολάτες…. Και έπειτα να της ζητούσα να μου τα πει όλα. Όλα! Να μην μου κρύψει τίποτα: “Άλλωστε, τα ξέρω… Και κοίταξε. Τα γράφουμε κιόλας. Και όσες γυναίκες τα διαβάσουν, θα ωφεληθούν. Θέλεις να τις βοηθήσεις, έτσι δεν είναι;”. Να με ρωτήσει κι αυτή μετά τι έγινε μετά τη δολοφονία της και να της τα εξιστορήσω όλα. Να της  πως για το πώς έχει αλλάξει ο κόσμος από τότε... Και έπειτα να τα βάλω όλα αυτά στο χαρτί.

“Υπήρχαν τίμιοι και ευσυνείδητοι άνθρωποι στην ιστορία μου, που ήταν έτοιμοι να κάνουν τις απαραίτητες θυσίες και να υποστούν τις συνέπειες για τη στάση τους. Ακόμη υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι…”, χαράξατε με την πένα σας στο χαρτί. Κατά πόσο διατρέχουν κίνδυνο, όσοι τέτοιοι άνθρωποι υπάρχουν σήμερα, να αφομοιωθούν σταδιακά από τις στρατιές εκείνων που είναι ακριβώς το αντίθετο, και κάποια στιγμή να εκλείψουν εντελώς, αποτελώντας μόνο μια αμυδρή ανάμνηση;

Διατρέχουμε μεγάλο κίνδυνο να εκλείψει κάτι τέτοιο. Οι άνθρωποι που κάνουν τέτοιες θυσίες είναι πάρα πολύ λίγοι. Αρκετοί μπορεί να το ονειρεύονται και να το θέλουν να πράξουν κατ’ αυτόν τον τρόπο αλλά τελικά να μην μπορούν να σηκώσουν αυτό το βάρος. Τον παπαγάλο τον είχαν κλείσει σε κλουβί και ο κόρακας απ’ έξω με νοήματα τον ρωτούσε γιατί βρισκόταν εκεί μέσα. “Γιατί έχω τη δύναμη και μιλώ”, απάντησε ο παπαγάλος… Αυτά παθαίνουν όσοι παίρνουν τέτοιες θέσεις και κάνουν το σωστό ανεξάρτητα από τις συνέπειες που θα ακολουθήσουν. Πολλοί που λειτούργησαν με αυτοθυσία, μέχρι να γευτούν τη δόξα, είχαν γίνει μακαρίτες


Σας μεταφέρω ένα παράδειγμα από τον τωρινό τόπο διαμονής μου, τις ΗΠΑ, το οποίο ενδέχεται να δώσει μια απάντηση: Κάθομαι στο διπλανό δωμάτιο και χωρίς να το θέλω, ακούω τις συζητήσεις των γιων μου με τους φίλους τους. Ελληνοαμερικανάκια και Αμερικανάκια ανακατεμένα. Αρκετές, φορές, από όταν ακόμη πήγαιναν Γυμνάσιο τους άκουγα να λένε: “Ναι, έτσι θα κάνουμε. Θα πολεμήσουμε, αλλά δεν θα κάψουμε και τις γέφυρες”… Για να μπορούν να γυρίσουν πίσω σώοι. Να ξαναδοκιμάσουν. Να έχουν τη δυνατότητα να τα ξαναφτιάξουν. Είναι μέρος της εδώ κουλτούρας. Κάποια στιγμή είπα να δοκιμάσω την τύχη μου και είπα στον ένα γιο μου: “Αλλά είδες ο παππούς τι έκανε;”. Η απάντησή του ήταν “Αυτό είναι πολύ δύσκολο για εμένα”

Μετά την ιστορία της Παναγιώτας, ποιος θα είναι ο επόμενος σταθμός στη συγγραφική σας διαδρομή;

Έχω δύο ιστορίες πολύ ενδιαφέρουσες που θα ήθελα να γράψω. Έχω και περίγραμμα για τη μια

  
*Το βιβλίο του Λουκά Κονανδρέα, με τον τίτλο “Καλύτερα σκοτωμένη παρά χωρισμένη” που κυκλοφόρησε πρώτα στα αγγλικά στην Αμερική, έχει λάβει τις εξής διακρίσεις:

-Χρυσό Βραβείο Beverly Hills, Book Awards, κατηγορία True Crime, 2016 

-Χρυσό Βραβείο eLit Awards, Illuminating Digital Publishing Excellence, κατηγορία True Crime, 2016

-Βραβείο Nonfiction Authors Association, 2014, ΗΠΑ

*Το βιβλίο μπορεί να το βρει κανείς σε όλα τα βιβλιοπωλεία κατόπιν παραγγελίας και ηλεκτρονικά από το: www.greekbooks.gr
 
Προφίλ συγγραφέα:

Ο Λουκάς Αθανασίου Κονανδρέας είναι γιατρός και γεννήθηκε στο Κουπάκι Φωκίδας. Σπούδασε Ιατρική στο Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Μετά τη στρατιωτική του θητεία και το “αγροτικό ιατρείο” μετανάστεψε στον Καναδά και στις ΗΠΑ για μετεκπαίδευση στην Ιατρική (Τορόντο, Σικάγο και Καλιφόρνια). 

Άσκησε επείγουσα ιατρική σε διάφορα νοσοκομεία της Καλιφόρνιας και στη συνέχεια μετακόμισε στο Κονέκτικατ, όπου οργάνωσε και διευθύνει μέχρι σήμερα ένα ιατρικό κέντρο επειγόντων περιστατικών. Είναι παντρεμένος με τη Γεωργία, η οποία είναι διδάκτωρ Ψυχολογίας και έχουν δυο γιους που βρίσκονται στο στάδιο των πανεπιστημιακών τους σπουδών.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου