Παρασκευή 13 Δεκεμβρίου 2013

Ο Γιάννης Τσαρούχης μας διηγείται την ζωή του

Έκθεση στο Μουσείο Μπενάκη


Μια πόρτα σιδερένια, ένα νεοκλασικό...Από παιδάκι θυμάμαι το σπίτι του Γιάννη Τσαρούχη στα

σύνορα Αμαρουσίου- Πεύκης, σαν μια γλυκιά παιδάκι ανάμνηση. Εκεί που παρουσιάζονται περιοδικά τα έργα. Αυτό γιατί δεν φθάνουν οι τοίχοι αυτού του σπιτιού για να εκτεθούν τόσα έργα. Ακόμη και σήμερα όταν επισκέπτομαι τις εκθέσεις με έργα του Γιάννη Τσαρούχη στο Μουσείο Μπενάκη, έχω μια γλύκα στα χείλη. Πως να χορτάσεις με ένα παγωτό; Πως να θαυμάσεις με μια έκθεση το μεγαλείο ενός μεγάλου ζωγράφου με μια έκθεση; Ίσως γιαυτό το Μπενάκη αποφάσισε να παρουσιάσει στο κτίριο της οδού Πειραιώς μια μεγάλη έκθεση με τίτλο “Γιάννης Τσαρούχης” που θα χωριστεί χρονικά σε δυο μέρη και θα διαρκέσει συνολικά ένα χρόνο.


Όμως δεν πρόκειται για μια συνηθισμένη έκθεση αλλά για μια εικονογράφηση της αυτοβιογραφίας του και αυτό είναι το πιο ενδιαφέρον. Μπαίνοντας στην αίθουσα στα δεξιά συνάντησα φωτογραφίες της οικογένειάς του (στον Πειραιά, την Αθήνα και την Κηφισιά), σκίτσα και έντυπα της εποχής του και απέναντι ένα θέατρο σκιών που δημιούργησε ο ίδιος- στα 8 έτη του- για να δίνει παραστάσεις την Αντιγόνη του Σοφοκλή με μοναδικό θεατή τον αδερφό του. Σέρνοντας απαλά, σχεδόν ευλαβικά τα πόδια μου στο ξύλινο πάτωμα του Μουσείου, ήθελα να αφουγκραστώ του ψιθύρους των εκθεμάτων. Ίσως γιατί τα κείμενα που τα συνοδεύουν είναι γραμμένα σε πρώτο πρόσωπο, ενώ η φύση των εκθεμάτων είναι τέτοια που με έκαναν να νιώσω ότι ο Γιάννης Τσαρούχης μου διηγήθηκε προσωπικά την ιστορία του.

Λίγο παρακάτω χάζευα τις ακουαρέλες του με κυβιστικές απόπειρες, ενώ σε βιντεοπροβολές - από το ντοκιμαντέρ του Δημήτρη Βερνίκου «Σπουδή για ένα πορτρέτο» και του Φώτoυ Λαμπρινού «Ο Πειραιάς του Γιάννη Τσαρούχη- ο δημιουργός σαν να μου μιλούσε για αυτή την περίοδο της ζωής του με την μουσική υπόκρουση του “Βαλς των Ονείρων” του Μάνου Χατζιδάκι. Ένιωσα ότι άνοιξα ένα μουσικό κουτί, μόνο που δεν βγήκε μια μπαλαρίνα να χορέψει, αλλά ο καραγκιόζης, αγαπημένο θέμα του Τσαρούχη (γνώρισε τον Σωτήρη Σπαθάρη στα 17 του χρόνια), αλλά και ζωγραφιές από το σπίτι του Σεφέρη στην Κηφισιά.
Η λαϊκή παράδοση, σαν να μου εκμυστηρεύτηκε ότι τον μάγεψε μετά την γνωριμία του με τη Αγγελική Χατζημιχάλη και την επαφή του με το Λύκειο Ελληνίδων καθώς μελέτησε και ζωγράφισε με νερομπογιές λαϊκές φορεσιές. Κάπου εκεί γνώρισε και τον Φώτη Κόντογλου, με τον οποίο φωτογραφήθηκε ντυμένος καλόγερος στη Μονή Βαρλάαμ στα Μετέωρα το 1930. Κοντά του έμαθε την βυζαντινή ζωγραφική, που συνδυάστηκε αρμονικά με τις γνώσεις για την λαϊκή παράδοση. Σ'αυτό συνέβαλε και η γνωριμία του με την Έλλη Παπαδημητρίου, υπέυθυνη στο κατάστημα “Λαϊκές Τέχνες” καθώς χάρη σε αυτή την γυναίκα ο Τσαρούχης γύρισε την Ελλάδα σκιτσάροντας από πόρτες και ότι του κέντριζε την προσοχή από την παράδοση. Μάλιστα συνεργάστηκε με την Εύα Πάλμερ- Σικελιανού στις Δελφικές Γιορτές στην έκθεση Λαϊκής Τέχνης υπό την Αγγελική Χατζημιχάλη.
Είχε την τύχη να δεχθεί τις συμβουλές του Δημήτρη Πικιώνη και να βρεθεί στο εργαστήριο του Κωνσταντίνου Παρθένη στο Πολυτεχνείο και να επηρεαστεί από την ιμπρεσιονιστική τάση όπως καταδεικνύεται στο έργο του “Νέος γυμνός όρθιος”. Ο Διαμαντόπουλος συμπλήρωσε όσα του έμαθε ο Πικιώνης για την μοντέρνα Τέχνη.
Εντυπωσιάστηκα με τα σουρεαλιστικά κείμενά του και τα έργα του “Αφηρημένο με πόδια αλόγου” καθώς ο ζωγράφος γράφει ότι ενθουσιάστηκε από τα κείμενα του Νταλί. Εξίσου ενδιαφέρον είναι και το έργο “Της πεθαμένης αρραβωνιαστικιάς' (1936), το οποίο εμπνεύστηκε από τις μνήμες του θανάτου μιας μικρής γειτόνισσας.

Ο Τσαρούχης μπορεί να δεχόταν κατά περιόδους επιρροές κινημάτων, αλλά στο έργο του αναγνώρισα πολλά και διαφορετικά βιώματά του όπως στο έργο που απεικονίζει ένα τσολιά ως ποδηλάτη με κόκκινο γιλέκο αλλά χωρίς τσαρούχια.

Έτσι συνέχισε τον διάλογο του με τον Σπαθάρη όπου στο ατελιέ του στην οδό Τενέδου (1936-1939) έβρισκες έργα του λαϊκού καλλιτέχνη, αλλά ο Τσαρούχης ζωγράφιζε τότε γυμνά.
Χαρακτηριστική ήταν και η επίδραση του Matisse στα έργα του, αλλά όπως γράφει ο ίδιος δεν εξανάγκασε τον εαυτό του να κάνει ευρωπαϊκή ή ελληνική ζωγραφική. Κριτήριο των δυο κόσμων θεωρούσε το ψηφιδωτό της Μέδουσας του Πειραιώς που βρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο. Ίσως τον αγαπήθηκε τόσο πολύ γιατί δεν απέκλεισε το μοντέρνο, δεν ακολούθησε τις επιταγές του κλασσικού αλλά έδωσε το δικό του στίγμα, έδωσε την ψυχή του στην Τέχνη.



                                                                   Μαρία Αλιμπέρτη


Το πρώτος μέρος της έκθεσης που επιμελήθηκε η Νίκη Γρυπάρη σε σχεδιασμό της Λιλής Πεζάνου θα είναι ανοικτή για το κοινό έως τις 27 Ιουλίου 2014.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου