Τετάρτη 8 Φεβρουαρίου 2017

Ελένη Γαληνού: “Έρχεται κάποτε η στιγμή που μετανιώνεις για όσα δεν είπες, την ώρα που έπρεπε να τα πεις”



Χτυπούν πιο ζωηρά οι δείκτες του ρολογιού κάθε φορά που μια καινούρια λέξη έρχεται στη ζωή και διεκδικεί θαρραλέα τη θέση της. Σαν να πρόκειται να αλλάξει ο κόσμος όλος, τη στιγμή που μια λέξη παλεύει να βγει από το κουκούλι της, γιατί έχει έρθει η ώρα να ακουστεί και να θριαμβεύσει. Αν πάψεις να στρέφεις την προσοχή σου σε ήχους γύρω σου, που σε αποσπούν από αυτά που συμβαίνουν κάτω από την επιφάνεια, τότε όλες εκείνες οι λέξεις που κρύβονταν κάτω από τη σκόνη, πίσω από ξεχασμένες γωνιές και κλειστά παραθυρόφυλλα, θα σου φανερώσουν μονομιάς τη φωνή και την ύπαρξή τους. Και αν βρεις κι εσύ την τόλμη να τις χαράξεις στο χαρτί ή να τις εκφράσεις με λόγια, θα ξεκινήσεις το πιο όμορφο και αληθινό ταξίδι απ’όλα. Εκείνο που σε οδηγεί εκεί όπου θα βρίσκεις πάντοτε, ό,τι κι αν συμβαίνει, το θάρρος να εκφράζεις όλα αυτά που σε φέρνουν κάθε ημέρα και πιο κοντά στον πραγματικό σου εαυτό και στα μεγαλύτερά σου όνειρα.

Κι όμως, υπάρχουν κι εκείνες οι λέξεις, που δεν τα καταφέρνουν ποτέ να γεννηθούν. Γιατί δείλιασες, γιατί ντράπηκες, γιατί φοβήθηκες. 

 
“Πάρα πολλά στη ζωή μας δεν γίνονται λέξεις. Κάποια τα παίρνει ο άνεμος και χάνονται, κάποια τα ψιθυρίζουμε και δεν τα ακούν αυτοί που πρέπει, και κάποια δεν τολμάμε καν να τα πούμε. Κι έρχεται κάποτε η στιγμή, που μετανιώνεις για όσα δεν είπες, την ώρα που έπρεπε να τα πεις”, ήταν κάποια από τα λόγια που μοιράστηκε μαζί μου πρόσφατα, η συγγραφέας, Ελένη Γαληνού, που αφιέρωσε ένα ολόκληρο μυθιστόρημα σε όλες εκείνες τις λέξεις που μένουν κρυμμένες μέσα μας. Κρατώντας, λοιπόν στα χέρια της το “Όσα δεν έγιναν λέξεις”, μου μίλησε για τους ήρωες που εμφανίζονται στις σελίδες του, τη δύναμη της αλήθειας, τις φορές που η ζωή μας φέρνει στο δρόμο μας διλήμματα, το αν υπάρχουν αγάπες που διαρκούν για πάντα.

Και καθώς την άκουγα να εκφράζει τις σκέψεις της, σαν να άρχισε κάτι γύρω να αλλάζει, να ψιθυρίζει ότι έρχεται, ότι υφαίνεται από την αρχή, ότι επιστρέφει ακόμη πιο δυνατό για να συνεχίσει αυτό που κάποτε άφησε στη μέση. Και σιγά-σιγά σχηματίζεται δίπλα μας η μορφή του. Η μορφή τους. Είναι όλες εκείνες οι λέξεις που κάποτε δεν τα κατάφεραν να εμφανιστούν, και τώρα έρχονται

Έρχονται για να διεκδικήσουν μια δεύτερη ευκαιρία…

Συνέντευξη στη Βίκυ Καλοφωτιά
 
Άπειρες, λεπτοφυείς “χορδές” μαζί, ενώνουν τις μελωδίες τους για να ακουστεί παντού το τραγούδι, που ο καθένας μας κρύβει μέσα στην ψυχή του. Ποια από όλες αυτές τις “χορδές” είχατε σαν στόχο να αφυπνιστεί εντονότερα στους αναγνώστες καθώς γράφατε το νέο σας βιβλίο “Όσα δεν έγιναν λέξεις”;

Όταν ξεκινάω να γράψω ένα βιβλίο, σκοπός μου δεν είναι να μεταφέρω κάποιο ηθικό δίδαγμα αλλά να πω μια ενδιαφέρουσα ιστορία, περιγράφοντας τις ζωές των ανθρώπων, και μέσα από αυτήν την ιστορία να προκύψουν και ενδιαφέροντα πράγματα για συζήτηση. Άρα και σε αυτό το βιβλίο, ο πρωταρχικός σκοπός μου δεν ήταν να αφυπνίσω κάτι συγκεκριμένο. Ένα στοιχείο που ήθελα όμως να αναδείξω, είναι οι εμμονές που έχουμε μερικές φορές και τις οποίες καλό είναι να αποφεύγουμε. Βλέπει κανείς μέσα από την ιστορία των ηρώων, το τι τράβηξαν και τι έπαθαν, επειδή δεν μιλούσαν, επειδή κρύβονταν από τους άλλους κι από τον εαυτό τους, επειδή ήταν ανασφαλείς. Υπάρχουν πολλοί τέτοιοι άνθρωποι και στην πραγματική ζωή. Έτσι, αυτό το βιβλίο δεν έχει πολλές ζεστές “χορδές”, αλλά με όλο αυτό που συμβαίνει, ενεργοποιεί τη συγκίνηση. Κανένας δεν είναι ο κακός της ιστορίας. Ίσως, αν θα μπορούσα να περιγράψω το κεντρικό νόημα αυτού του βιβλίου, αυτό συνοψίζεται σε κάτι που αναφέρεται στο τέλος από μία από τις ηρωίδες –την Αιμιλία– ότι “για να γίνει το κακό δεν χρειάζεται να είναι κάποιος κακός και μοχθηρός άνθρωπος. Αρκεί να είναι αδύναμος”. Από αδυναμία μπορεί να γίνει ένα τεράστιο και ανεπανόρθωτο κακό…

Με ποιον από τους ήρωες που εμφανίζονται, ξεφυλλίζοντας τις σελίδες του, νιώθετε ότι ταυτίζεστε περισσότερο σαν χαρακτήρας;

Με κανέναν, διότι δεν νομίζω ότι έχω κάτι κοινό με τους ανθρώπους αυτούς που είναι ανασφαλείς. Μπορώ να μπω στη θέση τους αλλά σίγουρα δεν είμαι εγώ. Ποτέ δεν ήμουν τόσο καταθλιπτικός άνθρωπος, όσο ήταν ο πατέρας των δίδυμων κοριτσιών, ποτέ δεν ήμουν ένας άνθρωπος σαν την Ευανθία. Ίσως το μόνο πιο ανεξάρτητο και ελεύθερο πνεύμα σε αυτήν την ιστορία, που μπορώ να πω ότι μου μοιάζει περισσότερο, είναι ο Νάσος Σπάθης. Γενικότερα, όμως  όταν γράφω ένα βιβλίο, δεν περιγράφω εμένα. Πρέπει να εμπνευστώ άλλους ήρωες. Άρα και σε αυτό το μυθιστόρημα δεν υπάρχει κάποιος ήρωας ακριβώς σαν εμένα, και δύσκολα θα συναντήσει κανείς χαρακτήρες σαν κι εμένα μέσα στα βιβλία μου

 
Σε κάποιο σημείο, ο Μάξιμος –ένας από τους πρωταγωνιστές– καλείται να πάρει μια απόφαση ζωής, κι έρχεται αντιμέτωπος με ένα ισχυρό δίλημμα. Σε τέτοιες περιπτώσεις ενδείκνυται να ακολουθεί κανείς το συναίσθημα ή τη λογική;

Καλά είναι να λες ότι θα ακολουθήσω τη λογική μου, γιατί η λογική υποτίθεται ότι έχει τα όριά της. Το συναίσθημα πολλές φορές είναι αχαλίνωτο και σε βγάζει και σε λάθη. Όμως, κακά τα ψέματα, όταν αφορά την καρδιά όλοι έχουμε κάνει ένα τεράστιο λάθος στις σχέσεις μας και στους ανθρώπους που αγαπήσαμε. Τουλάχιστον, όμως όταν θα πρέπει να αποφασίσεις με την καρδιά, κοίτα να μην βαδίσεις σε έναν δρόμο ουτοπικό με την έννοια ότι αυτό που θέλεις πρέπει και να γίνεται. Γιατί αν αυτό που θέλεις δεν γίνεται, δεν έχει και νόημα να το παλέψεις. Θέλει να πάρει κανείς απόφαση στο δίλημμα. Καλώς ή κακώς πρέπει να επιλέξεις τι θα χάσεις και τι θα διεκδικήσεις. Και κοίτα αυτό που θα διεκδικήσεις να είναι και αυτό που θέλεις. Πρέπει να ξέρεις τι θέλεις…

Ροζαλία και Αιμιλία. Δυο γυναίκες που συνδέονται με έναν από τους πιο άρρηκτους δεσμούς. Αυτόν που μοιράζονται μεταξύ τους δυο αδέλφια. Υπάρχουν φορές που ακόμη κι αυτός ο δεσμός πληγώνεται ανεπανόρθωτα ή τελικά υπερισχύει πάντοτε το ότι “το αίμα νερό δεν γίνεται”;

Δεν είναι αγαπημένα όλα τα αδέρφια. Υπάρχουν αδέρφια που κυριολεκτικά σφάζονται για μισό κτήμα. Επομένως, κάποιες φορές το “αίμα γίνεται και νερό”. Στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι πολύ συγκεκριμένοι οι λόγοι που τοποθετούν τις δυο ηρωίδες τόσο κοντά. Η σχέση τους δεν είναι φυσιολογική αλλά αρρωστημένη. Δεν είναι όλα τα δίδυμα αδέρφια τόσο “γαντζωμένα” το ένα από το άλλο, όπως είναι αυτές, τόσο ταυτισμένη η μία προσωπικότητα με την άλλη. Ας μην ξεχνάμε, όμως ότι είναι παιδιά διαλυμένων οικογενειών. Έχουν βιώσει την απόλυτη απαξίωση από έναν πατέρα που τις θεωρεί και υπεύθυνες για πράγματα για τα οποία δεν φταίνε εκείνες. Βιώνουν ένα πένθος, που δεν έχουν καταλάβει γιατί το βιώνουν. Απαγορεύεται να φωνάξουν, να χαρούν τα γενέθλιά τους, να πάνε σε άλλα σπίτια, και αυτό το βιώνουν καθημερινά. Επομένως, είναι λογικό να “γαντζωθεί” η μια από την άλλη. Το ίδιο κάνει και ένας άλλος ήρωας, ο Μάξιμος. Είναι, επίσης παιδί διαλυμένης οικογένειας, που αν δεν το μάζευε ο παππούς του να νιώσει λίγη ασφάλεια και αγάπη, θα ήταν ένα κατεστραμμένο παιδί. Αυτοί οι τρεις άνθρωποι, επίσης δένονται μεταξύ τους τόσο πολύ γιατί είναι ανασφαλείς. Αυτή η ανασφάλεια είναι που τους κάνει να πιαστούν χέρι-χέρι και να μην ξεκολλάνε ο ένας από τον άλλον

 
Πότε είναι προτιμότερο να αποσιωπά κανείς την αλήθεια; Ή μήπως, η αλήθεια, όσο κι αν πονά, πρέπει πάντοτε να αποκαλύπτεται;

Η αλήθεια κανονικά πρέπει να λέγεται, όσο σκληρή κι αν είναι. Ωστόσο, υπάρχουν πάρα πολλές φορές που είναι προτιμότερο να την κρύψεις. Υπάρχουν άνθρωποι, που αν είναι να τους κάνεις χειρότερα λέγοντάς τους την αλήθεια, καλύτερα να μην την πεις ποτέ, γιατί δεν την αντέχουν. Ή υπάρχουν άνθρωποι που ξέρεις πολύ καλά ότι δεν θέλουν να την ακούσουν. Κανονικά, όμως ένας σωστός άνθρωπος πρέπει να αντέχει και να ακούσει την αλήθεια αλλά και να την πει

Στο συγκεκριμένο μυθιστόρημα γινόμαστε μάρτυρες μιας αγάπης, που διαρκεί για μια ζωή. Ευνοεί η εποχή μας την άνθιση μιας τέτοιου είδους αγάπης;

Όχι, γιατί αυτές οι αγάπες είναι μόνο μυθιστορηματικές. Οι αγάπες εκτός βιβλίων και ταινιών δεν κρατάνε για μια ζωή παρά μόνο αν οι άνθρωποι βρουν τις διαφορετικές “κλειδαριές”, οι οποίες θα είναι ικανές να ξεκλειδώνουν διαφορετικά κομμάτια του εαυτού τους, κάνοντάς τους να μπορούν και να τα δίνουν στον άλλον και ο άλλος να τα δέχεται. Αυτό, όμως είναι πάρα πολύ δύσκολο. Οι άνθρωποι μπορεί απλά να συμβιβαστούν, να συμβιώνουν από ένα σημείο κι έπειτα αρμονικά, αλλά μεγάλες αγάπες δεν υπάρχουν, ούτε υπήρξαν πάρα πολλές στο παρελθόν. Οι πιο πολλές μεγάλες αγάπες είναι αυτές που έληξαν άδοξα και νωρίς και πέρασαν στην ιστορία. Ποτέ δεν μάθαμε τα σκοτεινά τους σημεία

“…το μόνο που ένιωθε σαν ανάγκη, ήταν η φυγή. Η φυγή απ’όλα και απ’όλους, όσο πιο μακριά μπορούσε. Τίποτα και κανέναν δεν ήθελε πια κοντά της…”, διαβάζουμε σε κάποιο σημείο. Από πού μπορεί να αντλήσει ένας άνθρωπος, δύναμη, και να μείνει σε μια δύσκολη κατάσταση για να παλέψει, όταν όλα γύρω του φωνάζουν “φύγε”;

Όταν όλα του φωνάζουν “φύγε”, τότε πρέπει να φύγει. Το να μείνεις δεν είναι πάντα μαγκιά, υπό την έννοια ότι τελικά πάλεψες και έμεινες. Σε τέτοιες περιπτώσεις το δύσκολο είναι το να βρεις τη δύναμη να φύγεις. Τη δύναμη την αντλείς πάνω απ’όλα από τον ίδιο σου τον εαυτό. Στηρίζεσαι στον εαυτό σου και μόνο. Αν έχεις παιδιά, συγγενείς, φίλους που μπορούν να σε στηρίξουν, είναι πολύ ωραίο αλλά για εμένα όλοι αυτοί αποτελούν ένα “δεκανίκι”. Πρέπει να είμαστε σε θέση να αφουγκραζόμαστε τις ανάγκες μας και συγχρόνως να μεταφράζουμε και τα σημάδια που λαμβάνουμε απ’έξω. Και στο συγκεκριμένο σημείο η ηρωίδα πρέπει να φύγει. Και αυτό ακριβώς κάνει

Μετά το “Όσα δεν έγιναν λέξεις”, πώς θα συνεχιστεί το ταξίδι σας, στα μονοπάτια της συγγραφής; 

Το επόμενο βιβλίο που θα επιλέξουμε με τον εκδότη μου ακροβατεί ανάμεσα σε δύο, τα οποία είναι ήδη ολοκληρωμένα, αλλά ακόμη δεν έχουμε αποφασίσει ποιο θα είναι. Το ένα μιλάει για την αλαζονεία του πλούτου και της δύναμης και τον υπέρμετρο εγωισμό, που συναντάμε κυρίως στους άνδρες, αν και συχνά συναντάμε και γυναίκες πολύ εγωίστριες. Πρόκειται για μια ιστορία με αρκετές ανατροπές, γρήγορη πλοκή και στην ουσία είναι ένα μεγάλο επιχειρηματικό κόλπο. Το άλλο είναι ένα καθαρά γυναικείο βιβλίο, που είναι σκόπιμα γραμμένο σε τρίτο πρόσωπο αλλά στο οποίο ακολουθούμε μόνο τη ματιά της ηρωίδας. Όλοι οι ήρωές του νομίζουν κάτι διαφορετικό χωρίς ωστόσο να γνωρίζουν πραγματικά τι έχει συμβεί, κι έτσι μέσα από την ιστορία αποδεικνύεται ότι τελικά πολλές φορές, το να νομίζεις δεν αρκεί. Πολλές φορές χτίζουμε στο μυαλό μας εικονικές πραγματικότητες από ανάγκη να έχουμε κάτι ιδανικό. Και είναι πάρα πολύ δύσκολο, όταν αυτό το ιδανικό, κάποια στιγμή απομυθοποιείται…

*Το βιβλίο της Ελένης Γαληνού με τον τίτλο “Όσα δεν έγιναν λέξεις”, κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Διόπτρα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου