Γράφει
η Βίκυ Καλοφωτιά
Θυμάμαι ήταν πριν από αρκετά χρόνια, όταν είχα συναντήσει
για τελευταία φορά νοερά τον άνδρα με το καφέ σακάκι, το πουκάμισο στην
απόχρωση του μπεζ και τη χαρακτηριστική γενειάδα. Στο νησί του, τη Σκιάθο. Εκεί, όπου ατένιζε το γαλάζιο του ουρανού
και της θάλασσας. Εκεί, όπου γινόταν
θάλασσα και ο ίδιος μέσα από τις περιπέτειες και τα παθήματα των χάρτινων ηρώων
του.
Όλα ήταν εκεί, λες και δεν έφυγε ποτέ. Η πλακόστρωτη
αυλή, τα λουλούδια στις γλάστρες, η ξύλινη σκάλα προς το εσωτερικό του σπιτιού,
οι λευκοί φρεσκοσοβατισμένοι τοίχοι, το γραφείο του, η ντιβανοκασέλα στη γωνιά,
η κόκκινη κουρελού στρωμένη στο πάτωμα, το αχνό φως της λάμπας που τον
συντρόφευε τα βράδια, τις ώρες της περισυλλογής και του οίστρου. Παραδίπλα το
μελανοδοχείο, ο κονδυλοφόρος και λευκά χαρτιά που περίμεναν καρτερικά να
γεμίσουν με λέξεις. Όπως τότε…
Τον συνάντησα ξανά τον άνδρα εκείνο. Μια χειμωνιάτικη
βραδιά πριν από λίγες ημέρες. Εκεί, στο “Θέατρο
Φούρνος” που φόρεσε τα γιορτινά του και υποδέχτηκε στη ζεστή και φιλόξενή του
αγκαλιά, όλους εκείνους που θέλησαν να αφουγκραστούν τις κρυφές αγωνίες, τη
θλίψη, τη χαρά, το πάθος και την αγάπη αυτού του άνδρα για τον έρωτα, τη ζωή,
τη
θάλασσα και τον άνθρωπο. Ο Αλέξανδρος
Παπαδιαμάντης μέσα από την ιδιαίτερη σκηνοθετική ματιά του Δήμου Αβδελιώδη
που κατόρθωσε να αναδείξει με μαεστρία όλα όσα κρύβονται πίσω από τις λέξεις
και σε λίγα μόνο τετραγωνικά να κατεβάσει τη Σελήνη στη γη και να εκτοξεύσει το
όνειρο στα ουράνια “φέρνοντας στον αφρό της θάλασσας” δύο ξεχωριστά διηγήματα του Σκιαθίτη “αγίου των ελληνικών γραμμάτων”,
όπως έχει χαρακτηριστεί η σημαντική αυτή μορφή της λογοτεχνίας.
“Όνειρο
στο κύμα” και “Έρως Ήρως”.
Τα χέρια τους πλεγμένα έτσι ώστε να σχηματίζουν μια γροθιά. Το ένα προϋποθέτει
το άλλο, τα νοήματά τους αλληλοσυμπληρώνονται και μόνο αν υπάρχουν μαζί, μπορούν να κάνουν τα αστέρια να αποκτούν “ανθρώπινη
λαλιά” και την άνοιξη να ανθίζει στην καρδιά του χειμώνα.
Εκεί, στη μέση της σκηνή κάτω από “το μελιχρό φως του φεγγαριού”,
παρακολουθούμε τον πρωταγωνιστή-αφηγητή, Θεμιστοκλή Καρποδίνη, να ξεδιπλώνει όλα τα χρώματα που έχουν τα
ανθρώπινα συναισθήματα, αναμειγνύοντας το όνειρο με τη φαντασία, τη λογική με
το πάθος τυλιγμένα με ένα αόρατο πέπλο μικρών κουκκίδων ενοχής και τύψεων χαρακτηριστικά της ανθρώπινης φύσης, που αν ενωθούν όλα μαζί θα σχηματίσουν τα υλικά από τα οποία είναι φτιαγμένη η
ίδια η ζωή. Ένας άνδρας που εκφράζει το
δέος του για την απαράμιλλη ομορφιά του γυναικείου σώματος θαυμάζοντας μια
“Νύμφη των θαλασσών” να περπατάει ανάμεσα στα κοχύλια και να κολυμπά στη
θάλασσα τη νύχτα. “Ελούετο εις τα
νερά της θάλασσας… Ήτον πνοή, ίνδαλμα
αφάνταστον, όνειρον επιπλέον εις το κύμα ̇ ήτο νηρηίς, νύμφη, σειρήν, πλέουσα,
ως πλέει ναυς μαγική, η ναυς των ονείρων…”.
Όλα τα χρώματα της
ίριδας καθρεφτίζονται και αντανακλώνται σε κάθε κύμα που “γλυκοφιλά” την αμμουδιά και εκείνος εκεί,
σαν σκιά μέσα στη φεγγαρόλουστη νύχτα να βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής από
εκείνη που ενσαρκώνει το νόημα και το κάλλος της ζωής. Εκείνη που μέσα από τα
σπλάχνα της τίκτει την αλήθεια. Αναπνοές
που γίνονται ένα με τη θάλασσα και ψίθυροι αγάπης που δεν βρίσκουν ποτέ την
έξοδο από το σώμα. Γιατί ο Έρωτας δεν τολμά να τους σιμώσει και να διαλύσει τη
μαγεία της στιγμής που έχει μέσα της κάτι από στοιχείο θεϊκό, που όσες
λέξεις κι αν βγουν από τα χείλη, δεν είναι ποτέ ικανές να περιγράψουν το
μεγαλείο που κάτι τέτοιες στιγμές φέρουν εντός τους.
Στο φόντο της σκηνής το μπεζ πανί πάνω στο οποίο
αχνοφαίνεται η ζωντανή σκιά του ανθρώπου-που υποδύεται ο Γιάννης Κολόι-που σε παράλληλο χρόνο αποτυπώνει στο χαρτί τις
ιστορίες που του υπαγορεύει γλυκά στο αυτί η ψυχή του. Άλλοτε φαίνεται έντονα
και
άλλοτε ξεθωριάζει. Γίνεται οι ήρωές
του και είναι μέσα στον καθένα τους. Συνταράσσεται
το Είναι του και τον αγγίζει καθετί που τους συμβαίνει. Πονάνε εκείνοι, πονάει κι αυτός και
ηλιαχτίδες τρυπώνουν μέσα του κάθε φορά που εκείνοι χαμογελούν.
“Γαλήνιος
η θάλασσα εκοιμάτο…” και ο
νεαρός Ναύτης, ο Γιώργης, χάνεται στις σκέψεις του. Οι ώρες κυλάνε
βασανιστικά κι εκείνος παραληρεί
υποφέροντας από τον ανεκπλήρωτο έρωτά του για την όμορφη κοπέλα, την Αρχόντω
που λυγίζει μπροστά στην απατηλή λάμψη του χρήματος και ετοιμάζεται να
παντρευτεί κάποιον άλλον. Ο πόνος του
γίνεται “δράκος” που τον στοιχειώνει και απειλεί να του κάψει τα σωθικά. Ο Έρωτας κουρνιάζει στη γωνιά και
κινδυνεύει από “λιμοκτονία”.
“…δεν
μπορεί να παντρεύεται η Αρχόντω του…που μεγάλωσαν παρέα, εκείνη με τις κούκλες
της κι εκείνος με τα καραβάκια του…”. Και τώρα ένα “προξενιό
από την πανούργα μάνα της” έρχεται
διαλύοντας στη στιγμή έναν έρωτα που δεν πρόλαβε να δει το φως της ζωής γιατί
τον πρόλαβε το συμφέρον και η λογική που μπήκε πάνω από όλα. Ένας γάμος από
ψυχρό υπολογισμό που αψηφά την προχωρημένη ηλικία του γαμπρού μπροστά στα
χωράφια, τα σπίτια και τις περιουσίες που εκείνος θα προσφέρει σε αντάλλαγμα. Ο Γιώργης, όμως ήταν γνήσιο “παιδί της θάλασσας και όχι του συμφέροντος”
και εκεί θα πάει να κρυφτεί τώρα που η καρδιά του σπαράζει. Στην “αγκαλιά
της δεύτερης μητέρας του, της θάλασσας”. Γιατί σε εκείνον έλαχε να
πρέπει να μεταφέρει με τη βάρκα του τους νεόνυμφους στην απέναντι ακτή.
“Ήτο
τετάρτη ώρα, γλυκοχαράματα…”. Δύο πυροβολισμοί σχίζουν
τη νύχτα.
Καταμεσής της θάλασσας, παλεύει με το “θεριό” μέσα του. Το θεριό που του υπαγορεύει “να σηκωθεί, να τρέξει, να την αρπάξει μέσα
από τα χέρια τους…”.
“ΕΜΠΡΟΣ,
ΚΑΡΔΙΑ! ΘΑΡΡΟΣ!”, του φωνάζει ο θαρραλέος εαυτός του με φωνή
που
σβήνει στο στήθος τραντάζοντας συθέμελα την τρωτή του ύπαρξη. Του φωνάζει
για να δράσει πριν παρέλθει η ευκαιρία και είναι πλέον πολύ αργά για να
κοντοζυγώσει την ευτυχία.
Κι όμως. Δεν
σηκώθηκε, ούτε έτρεξε, γιατί νίκησε ο φόβος και η δειλία κι έτσι εκείνος, το
παιδί της θάλασσας, δέχθηκε τη μοίρα του. Τα πάντα γύρω του και μέσα του
του φώναζαν ότι “έβλεπε ένα άσχημο όνειρο
με τα μάτια ανοιχτά”.
Το γαλάζιο αναμειγνύεται με το μωβ, το έντονο πορτοκαλί,
το φούξια και το κίτρινο και όλη η γη γυρίζει σαν τρελή γύρω του. Όλη η σκηνή
μια χρωματική έκρηξη όμοια με την αντάρα που φωλιάζει ετούτη τη στιγμή στη
φουρτουνιασμένη ψυχή του. Ένας λυγμός
και μια κραυγή ξεχειλίζουν από μέσα του μέχρι που γίνεται όλος θάλασσα. Γίνεται
η ίδια η θάλασσα…
Κι από εκεί κι έπειτα, όλα είναι πιθανά…
*Στοιχεία
Παράστασης:
Το “Όνειρο στο
κύμα” και “Έρως Ήρως”, είναι το πρώτο μέρος της τριλογίας-αφιερώματος
στον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη. Θα ακολουθήσουν “Το Καμίνι” και “Το Μοιρολόι
της φώκιας” και “Η Φόνισσα”.
Θεατρική
προσαρμογή-Σκηνοθεσία,
Σκηνικός
χώρος-Διδασκαλία κειμένου: Δήμος Αβδελιώδης
Μουσική:La Mer, Debussy
Ερμηνεύει: Θεμιστοκλής
Καρποδίνης
Σκιά
Μεγαλοδικηγόρου: Γιάννης Κολόι
Βοηθός
Σκηνοθέτη: Γιάννης Κολόι, Aλεξία Φωτιάδη
Φωτογραφίες:
Βασίλης Μακρής
Κατασκευή
σκηνικών: Παναγιώτης Μανίκας
ΘΕΑΤΡΟ
ΦΟΥΡΝΟΣ
Μαυρομιχάλη
168, Αθήνα
Πληροφορίες
- Κρατήσεις:
Τηλ.210
6460748
Email:info@fournos-culture.gr
Παραστάσεις:
Aπό 21 Νοεμβρίου έως 30 Ιανουαρίου
2015
Ημέρες & Ώρες παραστάσεων:
Kάθε
Παρασκευή 21:15
Τιμές εισιτηρίων:
Κανονικό: 12€
Φοιτητικό, άνω των 65: 10€
ανέργων: 5€
Διάρκεια Παράστασης:
80 λεπτά
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου