Μέσα από τις χάρτινες
σελίδες ταξιδεύω στα κάστρα και τους ταρσανάδες της Μάλτας, στην κακοτράχαλη
Μάνη, στα έγκατα της γης στην Φυλακή Μπάνιον της Κωνσταντινούπολης και στα
κανάλια της Βενετίας. Πραγματική ευλογία, σκέφτομαι, σε μια εποχή δυσπραγίας
και μιζέριας όχι μόνο οικονομικής αλλά πνευματικής και συναισθηματικής. Η
μαγεία της καλής πένας με μεταφέρει σε μια γαλέρα, βιώνεις ένα φλογερό έρωτα
και μια άγρια εποχή κουρσάρων και πολέμων. Γίνεσαι ένα με «Τα θεριά της
Μεσογείου» όπως τα αποδίδει με μαεστρία η Νεκταρία Ζαγοριανάκου-Μακρυδήμα, στο
τελευταίο της βιβλίο, των εκδόσεων Ωκεανίδα, το οποίο δεν είναι μόνο γέννημα
της φαντασίας της αλλά και προϊόν έρευνας! Μιας απαιτητικής διαδικασίας για την
οποία διέθεσε ώρες από τον πολύτιμο χρόνο της, καθώς εργάζεται ως κυτταρολόγος.
Άλλωστε η συγγραφή και η ιατρική έχουν πολλά κοινά θα μου εκμυστηρευτεί…
Η χωρική απόσταση
δεν μας εμπόδισε να μοιραστούμε το ίδιο πάθος για την ιστορία, αλλά και την
συναισθηματική προσέγγιση των ηρώων της, την προσπάθεια ψυχογράφησης των
ανθρώπων με διαχρονικές αγωνίες. Η
πρωινή τηλεφωνική μας επικοινωνία ανάμεσα σε τόσες υποχρεώσεις, δεν περίμενα
ότι θα μου έδινε κίνητρο για προβληματισμό, που θα προσέφερε ένα επιπλέον νόημα
στην μέρα μου!
συνέντευξη στην Μαρία Αλιμπέρτη
Μέσα από ένα απρόσωπο μέσο, μια
ψυχρή συσκευή προσπάθησα να ξετυλίξω το κουβάρι της ιστορίας «Γιατί μια
Σπαρτιάτισσα γράφει για έναν Μανιάτη, μια Βενετσιάνα και έναν Μαλτέζο;»
Πολύ ζεστά μου απαντά «Λόγω της καταγωγής μου, γεννήθηκα στην Σπάρτη, αλλά κατάγομαι από την Μάνη, όπου και πέρασα
τα καλοκαίρια της παιδικής μου ηλικίας. Έναν τόπο που αγαπώ ιδιαίτερα για την
ιδιομορφία, τον τρόπο που σκέφτονται και ενεργούν οι άνθρωποι. Μετά το βιβλίο
μου για το Ζαγόρι επέλεξα σε αυτό το βιβλίο μια ιστορία που
διαπλέκονται πόλεις και
με χρονική αφετηρία το 1645 μ.Χ. μια σημαντική χρονική στιγμή. Δεν είναι πολύ
γνωστό τι γινόταν στην Μάνη, έναν κακοτράχαλο και δυσπρόσιτο τόπο. Σε αυτόν στηρίζονταν για βοήθεια οι Βενετοί
και οι Μαλτέζοι οι οποίοι διατηρούσαν καλές σχέσεις, καθώς οι Μανιάτες ήταν πειρατές,
κουρσάροι. Ο Δόγης ζήτησε την βοήθειά τους πολλές φορές. Οι Μανιάτες στήριξαν τους Βενετούς όταν θέλησαν να πάρουν
την Κρήτη από τους Οθωμανούς, αποδίδοντας μέσα από τις σελίδες του βιβλίου την
περίοδο των Βενετο-Οθωμανικών πολέμων.
Έτσι, οι ήρωες μου ο Αυγουστίνος είναι Μαλτέζος, γεννιέται στην Βαλέτα, αφηγείται την ιστορία του… η
Αφροδίτη είναι Βενετσιάνα με Κρητικό πατέρα που ήταν αγιογράφος, πήγε στην
Βενετία για να γίνει μεγάλος καλλιτέχνης… Ο Γρηγόρης είναι Μανιάτης φεύγει
με γαλέρα για το Χάνδακα και παίρνει μέρος στον πόλεμο ανάμεσα στους Βενετούς και τους Οθωμανούς. Ο Αυγουστίνος φεύγει από την Μάλτα αιχμάλωτος σε μια γαλέρα. Στην ίδια γαλέρα θα βρεθεί ο Γρηγόρης. Είναι αδέλφια όπως ανακαλύπτει ο αναγνώστης μέσα από τις σελίδες του βιβλίου».
Μου δημιουργείται η αίσθηση ότι αγαπά ιδιαίτερα τους ήρωές της, αλλά
θέλω να μάθω … «Με ποιο από τους χαρακτήρες του βιβλίου ταυτιστήκατε ποιο πολύ;»
Είναι ειλικρινής «Δεν ξέρω εάν ταυτίστηκα
με κάποιον πιο πολύ.
Όλοι έχουν κάτι δικό μου, εγώ τους έπλασα, τους έφτιαξα τον
χαρακτήρα, το προφίλ τους, σκιαγράφησα τον τρόπο που μεγάλωσαν, τις επιρροές τους του
τόπου τους, το πώς άλλαξαν μέσα στον χρόνο. Για παράδειγμα ο Γρηγόρης προς το
τέλος της ζωής του ζητά να μάθει γράμματα …Η Αφροδίτη είναι μια κοπέλα που μεγάλωσε
μέσα στα πλούτη, αλλά δεν την νοιάζει γι αυτά ακολουθεί τον Αυγουστίνο και όχι
τον πρίγκιπα που θα της εξασφάλιζε μια άνετη ζωή. Ο Αυγουστίνος
ονειρευόταν να γίνει ξυλοναυπηγός, απέκτησε αυτό το μεράκι στην Μάλτα που είναι το μεγαλύτερο φυσικό λιμάνι της Μεσογείου και σύχναζε σε
ταρσανάδες. Εν τέλει έμαθε την ξυλοναυπηγική».
Με ενδιαφέρον γέρνω το κεφάλι μου στο ακουστικό του
τηλεφώνου γιατί μου μιλά με
ενθουσιασμό για εκείνη την εποχή, «έκανα
μεγάλη έρευνα για το βιβλίο μελετώντας στην Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου των Ιωαννίνων.
Εντόπισα ενδιαφέρουσες πληροφορίες για την Αδελφότητα των Ελλήνων στην Βενετία.
Για το Μπάνιον, την φυλακή της Κωνσταντινούπολης που βρίσκονται οι ήρωες
φυλακισμένοι». Μου κεντρίζει το ενδιαφέρον με μια πληροφορία που δεν είχα ακούσει ποτέ ξανά!
«Τέτοιες φυλακές βρίσκονταν στην
Κωνσταντινούπολη, στην Βενετία και στην Μάλτα, φτιαγμένες βαθιά με αποτέλεσμα
το νερό να βρίσκεται μέχρι το γόνατο των εγκλείστων. Περιγράφω, λοιπόν μια
φυλακή στο Κεράτιο Κόλπο στα έγκατα της Θάλασσας».
«Πόσο δύσκολο ήταν να βρείτε πληροφορίες δεδομένου ότι στην
Ελλάδα δεν συνηθίζουμε να αναφερόμαστε σε αυτή την περίοδο;» Την ρωτάω για να
λάβω απάντηση, «ήμουν τυχερή γιατί στη βιβλιοθήκη
του Πανεπιστημίου των Ιωαννίνων διατίθεται μεγάλη βιβλιογραφία για εκείνη την
περίοδο». Με «λούζει» με πληροφορίες για την Αδελφότητα των Ελλήνων στην
Βενετία , το πρώτο τυπογραφείο και το μεγάλο έργο που παρήγαγαν. «Οι σχέσεις
με την Κωνσταντινούπολη ήταν πολύ ισχυρές, η Βενετία ήταν η κόρη της,
αλλά εκείνη απέκτησε τα δικά της φτερά, έγινε η μεγάλη θαλασσοκράτειρα, γιατί δεν την ενδιέφεραν οι χερσαίες κατακτήσεις! Είχε
στρατηγική κατάκτησης λιμανιών για τον ανεφοδιασμό των πλοίων της. Είχε
κατακτήσει για ένα διάστημα την Μεθώνη, την Κορώνη, τα Κύθηρα, ήλεγχαν τα
νησιά. Όταν οι Τούρκοι κατάλαβαν την σημασία αυτής της επιλογής άρχισαν οι
Βενετουρκικοί Πόλεμοι».
«Το ιστορικό στοιχείο κάνει γοητευτικό ένα μυθιστόρημα;» την
ρωτάω, για να μου απαντήσει με θέρμη «βέβαια,
γιατί η ιστορία επαναλαμβάνεται και είναι συναρπαστικό να βλέπεις τις ίδιες
αγωνίες των ανθρώπων, τον αγώνα και την προσπάθεια που καταβάλλουν για να
επιβιώσουν, να διακριθούν, τα όνειρά τους… Ωστόσο πιστεύω ότι είναι ένα
συναισθηματικό βιβλίο, γιατί επέμεινα στις προσωπικές επιλογές που έκαναν οι
ήρωες για την ζωή τους. Ο πρίγκιπας Αντώνιος τραυματίζεται στον πόλεμο και
χάνει το πόδι του. Φρόντισα να αποδώσω όλο το ψυχολογικό προφίλ του, την
προσπάθεια του να φορέσει το ξύλινο πόδι...»
Ήμουν πραγματικά περίεργη να μάθω γιατί δεν επέλεξε την Ρώμη που έζησε ως φοιτήτρια για φόντο της
δράσης. «Δεν μπορούσα να αντισταθώ στην
Βενετία, είναι τόσο όμορφη. Άλλωστε, εκεί έδρασαν οι Έλληνες, παρήγαγαν
τεράστιο έργο. Εκεί μορφώνονταν γιατί έχει εντυπωθεί σε εμάς ότι επί
τουρκοκρατίας οι Έλληνες δεν μορφώνονταν, είναι μερική αλήθεια. Με εντυπωσίασε
ότι ο Φλαγγίνης χάρισε την
περιουσία του στην αδελφότητα και δημιουργήθηκαν το σχολείο, το νοσοκομείο …Όταν ταξίδεψα στην
Βενετία ήμουν τόσο συγκινημένη!» Και
πραγματικά την συναισθηματική της φόρτιση την αισθάνεται ο αναγνώστης και ο
ακροατής της.
Την ρωτάω εάν θα ήθελε να ζει σε εκείνη την εποχή και σε
εκείνα τα μέρη …«Θα μου άρεσε, αλλά δεν
θα ήθελα να είμαι άνδρας γιατί θα μπορούσα να καταλήξω κωπηλάτης σε μια γαλέρα!
Θα ήθελα να έβλεπα εκείνη την αλλαγή, τον αγώνα των Ελλήνων να φτιάξουν την
δική τους ορθόδοξη εκκλησία… τους Μανιάτες που πάλευαν να κρατήσουν την
υπόστασή τους!»
"Βενετσιάνα" του Albrecht Dürer (1505)
Ο ενθουσιασμός της είναι κατάδηλος και αισθάνομαι ότι η
συγγραφή την ενεργοποιεί. «Το βιβλίο αποτέλεσε για εσάς διέξοδο από την
καθημερινότητα του ιατρικού εργαστηρίου;» ρωτάω για να λάβω μια απάντηση που
ομολογώ ότι δεν περίμενα «Η ιατρική και η
συγγραφή μοιράζονται πολλά κοινά. Χρειάζονται και τα δυο αφοσίωση, να δίνεις χρόνο,
να ερευνάς για να ανακαλύπτεις νέα στοιχεία… η συγγραφή ήρθε να συμπληρώσει, να
εμπλουτίσει την καθημερινότητά μου, όχι όμως για να ξεφύγω, αλλά για να χαρώ
περισσότερο».
«Η έμπνευση σας επισκέφθηκε ξανά; Ετοιμάζεται νέο βιβλίο;»
αφήνω αυτή την ερώτηση για το τέλος της συνομιλίας μας. «Πράγματι ετοιμάζω κάτι καινούργιο. Μου αρέσει η ιστορία, να μελετώ μια
περίοδο που δεν γνωρίζουμε ιδιαίτερα, με
συναρπάζει όταν αναμειγνύω αυτές τις πληροφορίες με την φαντασία μου και πλάθω
ιστορίες. Το ενδιαφέρον είναι ότι οι άνθρωποι για να επιβιώσουν ανατρέχουν στα
βασικά τους ένστικτα από τον έρωτα έως την τάση τους να επιβιώσουν, να διακριθούν, οπότε οι ιστορίες τους επαναλαμβάνονται και είναι πάντα
ενδιαφέρουσες.»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου