Δευτέρα 22 Οκτωβρίου 2018

Στην οδό Τριπόδων και στα «μυστικά» της Πλάκας μας ξενάγησε η Άρτεμις Σκουμπουρδή


Στη συνοικία των Θεών, έναν τόπο με χνάρια κατοίκησης 6,5 χιλιάδων ετών περπατήσαμε ένα υπέροχο κυριακάτικο πρωινό διαγράφοντας μια μεγάλη τροχιά στον χρόνο! «Ζωγραφίζοντας» εικόνες με τον χειμαρρώδη και περιεκτικό λόγο της η κορυφαία ξεναγός της Αθήνας, Άρτεμις Σκουμπουρδή κατέδειξε ότι η πόλη είναι πράγματι λίκνο του Πολιτισμού και του Πνεύματος. Παρά τις  τεχνικές δυσκολίες του δημόσιου χώρου και τα προβλήματα με την φωνή της, η λαοφιλής ξεναγός κατάφερε για ακόμη μια φορά να σαγηνεύσει με τις παραστατικές περιγραφές της το μεγάλο πλήθος Αθηναίων που συγκεντρώθηκε.

Η εκδήλωση πραγματοποιήθηκε  με  αφορμή τον εορτασμό της Αθήνας ως Παγκόσμιας Πρωτεύουσας Βιβλίου 2018 και την έκδοση του τεκμηριωμένου βιβλίου της «Μοναστηράκι-Πλάκα. Οι γειτονιές των Θεών». 

Ο δε τίτλος της Πρωτεύουσας Βιβλίου αξίζει επάξια στην Αθήνα, σύμφωνα με την κα.Σκουμπουρδή, αφού εδώ δημιουργήθηκε η αρχαιότερη βιβλιοθήκη του κόσμου από τον τύραννο Πεισίστρατο, στην Αρχαία Αγορά και εκεί καταγράφηκαν πρώτη φορά τα ομηρικά έπη!

της Μαρίας Αλιμπέρτη

Η περιπλάνησή μας στον χρόνο έχει χωρική αφετηρία την οδό Τριπόδων αλλά και τη συνοικία της Πλάκας, γύρω από το μνημείο του Λυσικράτη, η οποία έχει ίχνη κατοίκησης  από τα νεολιθικά χρόνια. Η πόλη των Αθηνών δεν έχει σταματήσει να έχει ζωή, παρά μικρές περιόδους παρακμής, όπως αυτή μετά τα μέτρα του Ιουστινιανού- και χαρακτηριστικά το κλείσιμο της Ακαδημίας το 529 μ.Χ.- αλλά και τον περιορισμό της κατοίκησης πίσω από το υστερορρωμαϊκό τοίχος  από τα μέσα του 12ου αιώνα έως το δεύτερο μισό  του 16ου αιώνα. 
Σημειώνεται ότι το υστερορωμαϊκό τοίχος χτίσθηκε μετά την ολέθρια επιδρομή των Ερούλων (σκανδιναβικό φύλλο) στην Αθήνα το 268μ.Χ., οι οποίοι και ισοπέδωσαν τα μνημεία της Αρχαίας Αγοράς. Μάλιστα σύμφωνα με τον καθηγητή Μανώλη Κορρέ το τείχος ερχόταν και «κούμπωνε» με την Νότια κλιτή της Ακρόπολης (πάνω από το σημείο που βρίσκεται το Ηρώδειο σήμερα).
Το χορηγικό μνημείο του Λυσικράτη βρισκόταν εκτός του υστερο-ρωμαικού τείχους. Η συγκεκριμένη συνοικία είχε εγκαταλειφτεί κατά τη Λατινικρατία αλλά  με την πολιορκία της πόλης από τους Οθωμανούς,  προσφέρθηκε ο χώρος σε Αρβανίτες από την Ακροναυπλία, τους Βανδάρους, οι οποίοι πολεμούσαν στο πλευρό των Ελλήνων. Εκείνοι φέρονται να ονομάζουν την περιοχή «πλιάκου Αθήνα», δηλαδή παλιά Αθήνα  και για αυτό έμεινε το τοπωνύμιο Πλάκα. Ο Καμπούρογλου δίνει μια πιο ελληνική εκδοχή, δηλαδή  στη συμβολή οδών Κηδαθηναίων, Τριπόδων και Σέλευ υπήρχε μια πλάκα. Ωστόσο, στην περιοχή υπήρχε πληθώρα ανάλογων αρχαιοτήτων και μοιάζει αδύνατο να γίνεται μνεία μόνο σε μια πλάκα.

Η οδός Τριπόδων έχει συνυφανθεί  στη συνείδησή μας με τους αρχαίους διονυσιακούς θεατρικούς αγώνες την εποχή της ακμής του 4ου αιώνα π.Χ., καθώς εκεί  τοποθετούνταν τα μνημεία των χορηγών. Αξίζει να σημειωθεί ότι εκείνη την εποχή υπήρχαν δυο διονυσιακά ιερά στην Αθήνα αυτό του Ελευθερέως, κοντά στο Αρχαίο θέατρο του Διονύσου και το δεύτερο, αυτό του Ληναίου Διονύσου, ενώ ένα δεύτερο αρχαίο θέατρο, μια ξύλινη κατασκευή λειτουργούσε εντός της αρχαίας Αγοράς. 
Ο δρόμος διέγραφε μια ημιπεριφέρεια, με αφετηρία το αρχαίο θέατρο του Διονύσου και είχε μήκος 850-900 μέτρα. Η αρχαία οδός ήταν στολισμένη από την πλευρά που κοιτάζουμε την Ακρόπολη στην οποία και ήταν τοποθετημένα βάθρα, όπου και στήνονταν τα χορηγικά μνημεία. Ο χορηγός έπαιρνε τον ορειχάλκινο τρίποδα τον επιχρύσωνε και έστηνε μνημείο. Εκεί τοποθετούσε τον λέβητα σε ανάμνηση της νίκης του. Όπως χαρακτηριστικά μας εξήγησε η κ.Σκουμπουρδή επρόκειτο για υψίστη τιμή να σε επιλέξει το κράτος ως χορηγό μιας παράστασης και πόσο δε μάλλον ήταν μεγαλύτερη η τιμής της διάκρισης στους θεατρικούς αγώνες  για αυτό και η επιχορήγηση γινόταν αγόγγυστα καθώς ανέβαζε αυτόματα το κύρος των Αθηναίων πολιτών. Φυσικά τα μνημεία αυτά εκπλήρωναν ως έργα τέχνης τις αθηναϊκές αρχές καλαισθησίας.

Το θαύμα της επιβίωσης του μνημείου του Λυσικράτη
Η διάσωσή του είναι σημαντική καθώς αποτελεί μοναδικό αρχιτεκτόνημα  με κορινθιάζοντα ρυθμό  στην πόλη. Επειδή ο κορινθιακός ρυθμός θεωρούνταν φορτωμένος κατά  το αθηναϊκό γούστο γι αυτό χρησιμοποιούνταν μόνο για εσωτερική διακόσμηση.
Το μνημείο έτυχε προστασίας καθώς βρισκόταν κοντά σε μοναστήρι Ιησουιτών( β’ μισό 17ου αιώνα) , το οποίο στη συνέχεια παραδόθηκε σε Καπουτσίνους μοναχούς.
Ο ηγούμενος των Καπουτσίνων αγόρασε το μνημείο μαζί με το οικόπεδο για 150 σκούδα από τον Έλληνα ιδιοκτήτη του. Στη συνέχεια οι μοναχοί έκαναν ένα άνοιγμα στο μνημείο και το λειτουργούσαν ως παρεκκλήσι. Όταν ο Έλληνας ιδιοκτήτης άλλαξε γνώμη, προσέφυγε στη δικαιοσύνη και δικαιώθηκε, αλλά ο ηγούμενος κατάφερε να μεταπείσει τις οθωμανικές αρχές με τον όρο να μην λειτουργεί ως παρεκκλήσι και να δοθεί ξανά η αρχική του μορφή. Στη συνέχεια στον χώρο αυτό δημιουργήθηκε βιβλιοθήκη και αναγνωστήριοΉδη περιηγητές έδειχναν ενδιαφέρον  να επισκεφθούν το μνημείο. Άξιο λόγου είναι ότι στο εν λόγω μοναστήρι είχαν φιλοξενηθεί ο Σατωβριάνδος(1805) και ο λόρδος Μπάιρον (1810-1811).
Είναι αξιοθαύμαστο ότι το μνημείο παρέμεινε αγέρωχο παρά τις μεγάλες καταστροφές λόγω της πυρκαγιάς κατά την περίοδο της Επανάστασης, ιδιαίτερα με την τουρκική επανακατάκτηση της πόλης το 1827. Την καταστροφή δεν γλίτωσε όμως η μεσοβυζαντινή εκκλησία Παναγιά Κανδύλη που βρισκόταν στο ακριβώς απέναντι οικόπεδο από το μνημείο.
Τον χώρο διεκδικούσε λόγω των ανασκαφών που πραγματοποιούνταν από το ελληνικό κράτος το 1860 η Γαλλία λόγω της αγοράς του χώρου από τον ηγούμενο Συμών. Ως αντάλλαγμα δόθηκε από το ελληνικό κράτος έκταση 700 στρεμμάτων εκεί που σήμερα στεγάζεται το Γαλλικό Ινστιτούτο, η Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή και η οικία του Γάλλου Πρέσβη.

Η διαδρομή της Οδού Τριπόδων
Ακολουθώντας την κατεύθυνση της οδού Τριπόδων στο νούμερο 32 συναντάμε ένα από τα πιο παλιά σπίτια της Αθήνας, το σπίτι του Καδή. Ήταν χτισμένο  πίσω από μαντρότοιχο όπως συνηθίζονταν οι οθωμανικές δίπατες κατοικίες. 
Εκεί κατοικούσε ο τελευταίος καδής της Αθήνας, ο Χατζής Χαλήλ Εφένδης, ένας πολύ μορφωμένος άνθρωπος που έσωσε  τρεις χιλιάδες Αθηναίους από την σφαγή, όταν οι υπόλοιπες αρχές ήθελαν να προλάβουν την εκδήλωση εξεγέρσεων μετά το ξέσπασμα της Επανάστασης στην Πελοπόννησο. Η άρνησή του φυσικά του στοίχισε το κεφάλι του μετά την επανάσταση και απελευθέρωση της Αθήνας. Μάλιστα ο Σύλλογος Αθηναίων είχε προτείνει να δοθεί το όνομά του σε κάποια οδό για τον ανθρωπισμό που υπέδειξε.
Η αρχαία οδός περνούσε έξω από το σημείο που βρίσκεται ο Άγιος Νικόλαος Ραγκαβάς. Σε αυτό το σημείο μπορούμε να συναντήσουμε και τα χνάρια του Ριζόκαστρου, του φράγκικου τείχους της Αθήνας. Σε ότι αφορά τον ιερό ναό, ο οποίος χτίστηκε  τη δεύτερη πεντηκονταετία του 11ου αιώνα, δεν ήταν τόσο μεγάλος όπως σήμερα, αφού κατά τον 19ο αιώνα έγιναν προσθήκες. Αξίζει να σημειωθεί ότι η Αθήνα άνθισε από εκκλησιές μετά την επίσκεψη του αυτοκράτορα Βασιλέως Β΄ του Μακεδονα, γνωστού ως Βουλγαροκτόνου.
Κατά τις εργασίες αποκατάστασης του ναού την δεκαετία του 1980, το κτίσμα απελευθερώθηκε από σοβάδες ,καθώς μέχρι τότε έμοιαζε με νεοκλασικό κτίριο και κατόπιν των εργασιών φανερώθηκε η βυζαντινή του όψη. Τότε εντοπίστηκε και το όνομα του κτήτορα Λέοντα Ραγκαβά. Άξια λόγου είναι τα διακοσμητικά ουφικά κοσμήματα, μια απομίμηση αραβουργημάτων που έρχονται  ως μόδα από την Κωνσταντινούπολη και την Παναγία του Οσίου Λουκά, όπως και ο τρούλος αθηναϊκού τύπου.
Στο ύψος της εκκλησίας η οδός Τρίποδων σχημάτιζε μια διχάλα. Ήδη από τον αριθμό 32 άλλαζε το ύψος του δρόμο όπως καταδεικνύει  το γεγονός ότι βρέθηκαν βάθρα κατά 1,30 μ. ψηλότερα.  Διασχίζοντας την Τρπόδων στα δεξιά μας λίγο πιο χαμηλά βρίσκεται ο ιερός ναός του Αγίου Ιωάννη του Θεολογου, με τις λαϊκότροπές τοιχογραφίες  και τα στοιχεία της Φραγκοκρατίας.  
Εκεί λέγεται ότι βρισκόταν ένα από τα οβιδοβόλα κανόνια του δόγη της Βενετίας, Φρατσέσκο Μοροζίνι. Με αυτά βομβάρδιζε την Ακρόπολη, γιατί εκεί είχαν κρύψει οι οθωμανικές αρχές τα πυρομαχικά τους. Μάλιστα, εκτιμάται ότι το κανόνι έπληξε την στέγη του Παρθενώνα  στις 26 Σεπτεμβρίου 1687 και προκάλεσε την μεγαλύτερη καταστροφή στο μνημείο, βρισκόταν σε αυτό το σημείο.
Λίγο βήματα πιο πάνω περνάμε στα δεξιά μας το Μετόχι του Πανάγιου Τάφου κι ακολουθώντας την επάνω πλευρά του δρόμου βρισκόμαστε στο πρώτο πανεπιστήμιο τη Αθήνας. 
Με την παρότρυνση του Ιωάννη Καποδίστρια έρχονται στην Ελλάδα οι αρχιτέκοντες Σταμάτης Κλεάνθης  και Εδουάρδος Σάουμπερτ, οι οποίοι ανακαινίζουν και αναδιαμορφώνουν τον εν λόγω χώρο χρησιμοποιώντας το ως κατοικία και γραφείο τους. Όταν όμως προέκυψε η ανάγκη για κτιριακές εγκαταστάσεις του Οθώνειου Πανεπιστημίου κρίθηκε ως πιο καταλληλότερος να φιλοξενήσει τους 52 φοιτητές και τους 75 ακροατές. Λέγεται μάλιστα ότι ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης παρακολουθώντας τις εργασίες είπε «Τούτο εδώ (δείχνοντας τον χώρο) θα ρίξει το άλλο (δείχνοντας την σημερινή πλατεία Συντάγματος που χτίζονταν τα βασιλιά ανάκτορα).»

Η οδό Τροπόδων εκτιμάται ότι διέρχονταν πάνω από το Ελευσίνειο (παράρτημα του ιερού της Ελευσίνας), δίπλα στη Στοά του Αττάλου. Ακολουθώντας την οδό Θόλου βρεθήκαμε στα χνάρια ενός Τζαμιού που δεν υπάρχει πια. Στην περιοχή  της Αρχαίας Αγοράς βρισκόταν και η κατοικία του Γάλλου προξένου και αρχαιοδίφη Λουί Φωβέλ (Louis Francois Sébastien Fauvel) ο οποίος συγκέντρωνε στην οικία του αρχαιότητες με απώτερο σκοπό να τις πουλήσει. Το σαλόνι του ήταν πόλος έλξης για την υψηλή κοινωνία η οποία θαύμαζε τους θησαυρούς. Οι αρχαιότητες βρέθηκαν σε ανασκαφές στα θεμέλια του σπιτιού.

Η διαδρομή μας έκλεισε μπροστά από την Πύλη της Αθηνάς της Αρχηγέτιδος και κάτω από τον μεσημεριανό καταγάλανο ουρανό με το υπέροχο αττικό φως η κα. Σκουμπουρδή μας θύμισε τον στίχο «Το ξέρει η ανθρωπότης, ο Θεός είναι Πλακιώτης.»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου