Σας μεταφέρουμε στην πρεμιέρα της παράστασης στο Εθνικό Θέατρο
Των Μαρίας Αλιμπέρτη-Βίκυς Καλοφωτιά
Πέμπτη
βράδυ, έχει πρεμιέρα στο Εθνικό
Θέατρο
και αποφασίσαμε ως “Εραστές της Τέχνης”,
ότι την παράσταση “Πρόβα
Νυφικού”,
σε
σκηνοθεσία
του Καλλιτεχνικού Διευθυντή του Εθνικού,
Σωτήρη Χατζάκη,
δεν πρέπει να την χάσουμε. “Θα
ενώσουμε τις πένες μας”,
είπαμε, συζητώντας μέσα στο πλήθος
θεατρόφιλων και κοσμικών. Τα φλας των
φωτογραφικών μηχανών αναβόσβηναν για
να απαθανατίσουν μια πόζα των διασημοτήτων
και εμείς χαζεύαμε αδιάφορα, ψάχνοντας
για τις θέσεις μας. Λες και το ήξεραν
από το θέατρο, μας έδωσαν δυο στο θεωρείο.
Σαν άλλοι “γέροι” του “Muppet
Show”,
αρχίσαμε να σχολιάζουμε τους παρισταμένους,
τα σκηνικά, το κατά πόσο η παράσταση
κατάφερε να μεταφέρει την ατμόσφαιρα
του ομότιτλου βιβλίου της αγαπημένης
συγγραφέως, Ντόρας Γιαννακοπούλου και
οτιδήποτε άλλο σχετικό έπεφτε στην
αντίληψή μας.
Όμως η αυλαία άνοιξε και
οι ψίθυροι έπαυσαν, καθώς όλοι περίμεναν
εναγωνίως να παρακολουθήσουν την πλοκή
του έργου να ξετυλίγεται σιγά-σιγά
μπροστά τους σαν ένα χρυσό κουβάρι που
κρύβει μέσα του αλήθειες, διαχρονικά
μηνύματα, ανατροπές και μια πλειάδα
εκπλήξεων. Ο θίασος επί σκηνής μας
παρέσυρε μερικές δεκαετίες πριν, για
να ξαναζήσουμε στο έπακρο έρωτες, αγάπες,
πάθη, μίση, φόβους και αυτή την κατοχή
που χαράχτηκε στη μνήμη των ανθρώπων
εκείνης της εποχής, αλλά και για τις
επόμενες γενιές, με τα πιο ανεξίτηλα
χρώματα.
Όταν
η αυλαία έπεσε για το διάλειμμα, βρεθήκαμε
στο φουαγιέ και εν μέσω κατανάλωσης
μιας απολαυστικής σοκολάτας αμυγδάλου
που μοιραστήκαμε και δυο ποτηριών νερού
που ήπιαμε για να γιορτάσουμε την έξοδό
μας αυτή, άρχισε μεταξύ μας μια
ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα συνομιλία που
πράγματι μας έκανε να μοιάζουμε ολοένα
και περισσότερο στους προαναφερθέντες
“γέρους” του “Muppet
Show”…
Βίκυ:
Για πες μου, λοιπόν, πώς σου φαίνεται
μέχρι στιγμής η παράσταση;
Μαρία:
Καλό, αλλά νομίζω ότι θυμίζει περισσότερο
αυτόνομα σκετς, νιώθω ότι δεν έχει ροή.
Βίκυ:
Συμφωνώ ως ένα σημείο, όμως πιστεύω πως
αν αφήσεις τον εαυτό σου ελεύθερο να
ταξιδέψει νοερά και να προσπαθήσει να
μπει στο ρόλο των πρωταγωνιστών,
αισθάνεσαι ότι όλα τα κομμάτια του παζλ,
μπαίνουν σιγά-σιγά στη θέση τους.
Μαρία:
Μου φάνηκε και κάπως απότομη η έναρξη
με την Ευανθούλα να μας συστήνει τους
ήρωες.
Βίκυ:
Ήταν
όμως μια ευχάριστη έκπληξη και ένα
πρωτότυπο σκηνοθετικό εύρημα που δεν
το συναντά κανείς συχνά, καθώς συνήθως
ακολουθείται η “πεπατημένη” και οι
θεατές πάνω-κάτω γνωρίζουν τι να
περιμένουν.
Μαρία:
Με προβληματίζει, γιατί δεν αποδίδει
την ατμόσφαιρα του βιβλίου της Ντόρας
Γιαννακοπούλου. Είχε αποδοθεί τόσο
πειστικά στην ομώνυμη τηλεοπτική
μεταφορά από τον Κουτσομίτη, που είναι
αυτονόητη η σύγκριση.
Βίκυ:
Ας μην βιαστούμε να βγάλουμε τελικά
συμπεράσματα, περίμενε να δούμε την
παράσταση μέχρι τέλους. Ίσως είναι
διαφορετικά στη συνέχεια. Άλλωστε αρκετά
συχνά συμβαίνει κάτι τέτοιο στις
περισσότερες θεατρικές και κινηματογραφικές
μεταφορές.
Μαρία:
Δεν ξέρω και η ερμηνεία της Αλεξάνδρας
Παλαιολόγου ως ζηλιάρας ερωμένης με προβλημάτισε, την
βρήκα υπερβολική.
Βίκυ:
Η
αλήθεια είναι ότι ήταν κάπως πιο
παραστατική από ό,τι ίσως χρειαζόταν,
αλλά όταν ο ηθοποιός μπαίνει για τα καλά
στο “πετσί ενός ρόλου”, διοχετεύει όλο
του το πάθος και την ένταση και είναι
δύσκολο να χαλιναγωγήσει την ταύτισή
του με τον εκάστοτε ρόλο.
Μαρία:
Και ο Άλκης Κούρκουλος, όταν βγήκε στη
σκηνή, έμοιαζε πιο πολύ με τους παλιούς
μάγκες και όχι με τον ήρωα Απόστολο,
τουλάχιστον έτσι όπως τον είχα στον
μυαλό μου. Ο Φίλιππος Σοφιανός είχε αποδώσει πιο πειστικά τον ρόλο του γόη
στο σήριαλ!
Βίκυ:
Ε,
εντάξει! Κούρκουλος είναι αυτός, το έχει
“στο αίμα” του το λίγο παραπάνω μάγκικο!
Πιστεύω όμως ότι το υποστηρίζει αρκετά
καλά και είναι πειστικός όσον αφορά
στην απόδοσή του. Φαίνεται δηλαδή ότι
του βγαίνει αβίαστα και δεν ζορίζεται
να δείξει λίγο παραπάνω…βαρύς.
Το κουδούνι χτύπησε και επιστρέψαμε στις θέσεις μας, για να βρεθούμε μερικές δεκαετίες πίσω. Ο χρόνος κύλισε γρήγορα. Και όταν η παράσταση τελείωσε μετά από το θερμό χειροκρότημα του κοινού, βγήκαμε στην Πανεπιστημίου και συνεχίσαμε την συζήτηση.
Μαρία:
Πολύ μου άρεσε η Θέμις
Μπαζάκα
που υποδύεται την Αθηνά Δελή. Συμπαθητική
στο ρόλο της Αγγελικούλας ήταν η Ευγενία
Δημητροπούλου, γνωστή μας από την
τηλεοπτική σειρά “Το νησί”
και πάρα πολύ πειστική στο ρόλο της
Ρηνούλας, η Δανάη
Σκιάδη, την οποία γνωρίσαμε τηλεοπτικά
στο πλευρό του Χριστόφορου Παπακαλιάτη.
Βίκυ:
Πράγματι
και οι τρεις αυτές ηθοποιοί ήταν
εξαιρετικές στις ερμηνείες τους και η
καθεμιά προσέθετε τη δική της καθοριστική
πινελιά στην εξέλιξη της υπόθεσης του
έργου. Όμως, μου άρεσαν εξίσου και οι
υπόλοιποι ηθοποιοί της παράστασης,
γιατί μου έδωσαν την αίσθηση ότι ήταν
μια καλά δεμένη ομάδα με έναν κοινό
σκοπό: να ζωντανέψουν όσο γίνεται
αρτιότερα τους χάρτινους χαρακτήρες
της Ντόρας Γιαννακοπούλου και να
προσφέρουν στους θεατές στιγμές
ευδαιμονίας και συγκίνησης.
Μαρία:
Καταπληκτική ερμηνεία και φωνή είχε η
Κατερίνα
Γιαμαλή
που ενσαρκώνει την Τασία. Τι συγκίνηση!
Τι λιγμός! Γενικότερα, όλο το μουσικό
κομμάτι της παράστασης είναι άρτιο. Τα
σκηνικά πώς σου φάνηκαν;
Βίκυ:
Βρήκα
κι εγώ πολύ όμορφη τη μουσική επένδυση
της παράστασης και πιστεύω ότι “έντυνε”
αρμονικά και εύστοχα τα λόγια των
ηθοποιών. Τα σκηνικά ήταν ίσως λίγο
παραπάνω “φορτωμένα”, αλλά να σου πω
την αλήθεια δεν τα πρόσεξα ιδιαίτερα,
γιατί την προσοχή μου τράβηξαν εκτός
από τους ρόλους, τα εντυπωσιακά κοστούμια!
Μα τι δαντέλες, τι βελούδινα υφάσματα,
τσαντάκια, κομψά καπέλα και ταιριαστά
αξεσουάρ ήταν αυτά! Πόσο θα μου άρεσε
να ζούσα σε εκείνη την εποχή και να φοράω
κι εγώ τέτοια παραμυθένια ρούχα!
Συμφωνείς;
Μαρία:
Πράγματι
η ενδυματολογική επιμέλεια συνέτεινε
στο νοερό ταξίδι σε εκείνη την εποχή.
Ήταν τόσο προσεγμένη που λες ότι ο
ενδυματολόγος έζησε σε εκείνη την
περίοδο...Μόνο
που ένιωσα ότι περιορίστηκε ερμηνευτικά
ο Θέμης Πάνου, δεν ξέρω, ίσως είχα στο
μυαλό μου την απίστευτη ερμηνεία του
στο “Miss
Violence”.
Βίκυ: Παρ’όλο που δεν τον είχα παρακολουθήσει στη συγκεκριμένη ταινία, νομίζω ότι ήταν η ιδανική επιλογή για το ρόλο που ενσάρκωσε, γιατί πέρα από την εξαιρετική ισορροπία του ανάμεσα στο καθήκον και το συναίσθημα, είχε αρκετά ανεπτυγμένη την αίσθηση του χιούμορ και το μετέδιδε με ιδιαίτερη επιτυχία στο κοινό. Έλα παραδέξου το! Αφού σε είδα ότι κι εσύ γελούσες σε αρκετά σημεία του λόγου του!
Μαρία: Ναι, η παράσταση δεν σου προκαλούσε ψυχολογικό βάρος. Ισορρόπησε άριστα το δραματικό και το κωμικό στοιχείο.
Βίκυ: Δεν ξέρω αν το παρατήρησες, αλλά πάλι δεν μπόρεσα να συγκρατηθώ σε ορισμένα αποσπάσματα που μιλούσαν για την απελευθέρωση της Ελλάδας και να μην συγκινηθώ…Νομίζω ότι ταυτίζεται κανείς με την κατάσταση της υποταγής μιας χώρας σε ξένες δυνάμεις, ιδίως αν το συγκρίνει με όσα επικρατούν σήμερα. Αισθάνθηκες κι εσύ κάτι αντίστοιχο;
Μαρία: Ναι σαφώς υπήρχαν συμβολισμοί και παραλληλισμοί και αλλίμονο εάν ο καλλιτέχνης -σκηνοθέτης μένει ατάραχος στα τεκταινόμενα της εποχής του. Σαφώς και ο θεατής πρέπει να διαθέτει τα αντίστοιχα ελατήρια ώστε να προσλάβει τα μηνύματα, γιατί με μια επιφανειακή σκέψη-ανάλυση πιστεύω ότι δεν θα μπορεί να τα κατανοήσει.
Βίκυ: Ξέρεις τι πιστεύω τελικά; Ότι, όπως και να έχει, σίγουρα είναι μια παράσταση που θα τη θυμάται κανείς για πολύ καιρό και κυρίως το ότι πέρα από τον προβληματισμό, σε κάνει να πιστεύεις ότι στο τέλος όλα θα πάνε καλά! Έτσι δεν είναι;
Μαρία: Δεν ξέρω εάν θα πάνε όλα καλά, άλλωστε και το φινάλε της παράστασης πιστεύω ότι προμήνυε τα νέα δεινά της Ελλάδας. Σίγουρα, αυτή η παράσταση του Εθνικού Θεάτρου θα αποτελέσει σημείο αναφοράς για τις επόμενες θεατρικές μεταφορές του υπέροχου αυτού βιβλίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου