Όταν ακούω
για μια θεατρική παράσταση μονόλογο, το μυαλό μου πάει συνειρμικά σε χασμουρητά
και βαριεστημένους θεατές. Όμως αυτή την φορά ο εγκεφαλικός επεξεργαστής μου έπεσε έξω καθώς η παράσταση
“Γυμνή Αλήθεια” με την
Αθηνά Βαλκώνη, στο Λύχνος τέχνης και
πολιτισμού δεν μου προκάλεσε κανένα
ίχνος βαρεμάρας ούτε δυσφορίας, παρά το
γεγονός ότι το έργο καταπιάνεται με μια διττή αφήγηση με την κατάντια
της Ελλάδας του μνημονίου και την
καταστροφή μιας γυναίκας – μιας Ελληνίδας
πολίτη.
Μέσα από την αφήγηση για την γνωριμία των γονιών της πριν 40 χρόνια στην εξέργεση του Πολυτεχνείου, η Ελένη- οχι τυχαία επιλογή ονόματος- ξυπνά μνήμες από εκείνη την περίοδο και την μεταπολίτευσης. Η ηρωίδα ως άλλη Αριάδνη ξετυλίγει το κουβάρι μιλώντας ταυτόχρονα και για την ιστορία της οικογένειάς της αλλά και την ιστορία του τόπου μας. Ο πατέρας της δημόσιος υπάλληλος απόλαυσε την καλοζωία του 80' καθώς βολεύτηκε σε μια θέση σε ένα υπουργείο. Η Ελένη θυμάται, αν και μικρή τότε, το βρώμικο 1989, καυτηριάζει το life style που μπήκε στην ζωή των νεοελλήνων και τους κατέστησε άβουλα καταναλωτικά ρομποτάκια, αλλά και την φούσκα του χρηματιστηρίου που έφερε πολύ κόσμο στον γκρεμό, ενώ καλλιέργησε την αδηφάγα τάση μας στον εύκολο πλουτισμό. Έπειτα ήρθε το πάρτι των Ολυμπιακών αγώνων του 2004 αλλά και η κρίση που σάρωσε τις ζωές των πολιτών της χώρας και τους κατέστησε αναξιοπρεπή όντα.
Η ηθοποιός Αθηνά Βαλκώνη σηκώνει όλο το βάρος της παράστασης στην πλάτη της καταφέρνοντας να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις ενός δύσκολου εγχειρήματος, εκτός μερικών στιγμών υπερβάλλοντος ζήλου στην απόδοση της δραματικότητας. Σαφώς η ηρωίδα βρίσκεται σε απόγνωση και η ερμηνευτική προσέγγιση πολλές φορές χρειάζεται να ισορροπήσει και άλλες να βρίσKεται στην κόψη του ξυραφιού ή καλύτερα του μελό. Ίσως γιατί το κείμενο των Τάσου Μπαγλατζή και Κωνσταντίνου Σταυρίδη, που αποδίδει με περιεκτικό τρόπο την κραιπάλη που έφερε την χώρα σε αυτή την κατάσταση, απαιτεί την έντονη συναισθηματική φόρτιση. Η λιτή σκηνοθετική ματιά του Τάσου Μπαγλατζή βοηθά τον θεατή να κατανοήσει την λογική της παράστασης και να μην κουραστεί όπως συνήθως σε έναν μονόλογο χάρη στην παρεμβολή video αλλά και την γλαφυρή αναφορά σε γεγονότα που εντυπώθηκαν στο συλλογικό ασυνείδητο και μας θυμίζουν την συλλογική ενοχή μας. Υπερβολική και μη απαραίτητη για την πλοκή του έργου μου έμοιαζε όμως η γυμνή εμφάνιση επί σκηνής της ηρωίδας παρά τους συμβολισμούς που της αποδίδουν οι δημιουργοί. Η λακωνική ή ανύπαρκτη σκηνογραφία βοηθούν στην καλλιέργεια της φαντασίας του θεατή αλλά όχι στην ανάδειξη του έργου.
Μ.ΑΛΙΜΠΕΡΤΗ
Μέσα από την αφήγηση για την γνωριμία των γονιών της πριν 40 χρόνια στην εξέργεση του Πολυτεχνείου, η Ελένη- οχι τυχαία επιλογή ονόματος- ξυπνά μνήμες από εκείνη την περίοδο και την μεταπολίτευσης. Η ηρωίδα ως άλλη Αριάδνη ξετυλίγει το κουβάρι μιλώντας ταυτόχρονα και για την ιστορία της οικογένειάς της αλλά και την ιστορία του τόπου μας. Ο πατέρας της δημόσιος υπάλληλος απόλαυσε την καλοζωία του 80' καθώς βολεύτηκε σε μια θέση σε ένα υπουργείο. Η Ελένη θυμάται, αν και μικρή τότε, το βρώμικο 1989, καυτηριάζει το life style που μπήκε στην ζωή των νεοελλήνων και τους κατέστησε άβουλα καταναλωτικά ρομποτάκια, αλλά και την φούσκα του χρηματιστηρίου που έφερε πολύ κόσμο στον γκρεμό, ενώ καλλιέργησε την αδηφάγα τάση μας στον εύκολο πλουτισμό. Έπειτα ήρθε το πάρτι των Ολυμπιακών αγώνων του 2004 αλλά και η κρίση που σάρωσε τις ζωές των πολιτών της χώρας και τους κατέστησε αναξιοπρεπή όντα.
Η ηθοποιός Αθηνά Βαλκώνη σηκώνει όλο το βάρος της παράστασης στην πλάτη της καταφέρνοντας να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις ενός δύσκολου εγχειρήματος, εκτός μερικών στιγμών υπερβάλλοντος ζήλου στην απόδοση της δραματικότητας. Σαφώς η ηρωίδα βρίσκεται σε απόγνωση και η ερμηνευτική προσέγγιση πολλές φορές χρειάζεται να ισορροπήσει και άλλες να βρίσKεται στην κόψη του ξυραφιού ή καλύτερα του μελό. Ίσως γιατί το κείμενο των Τάσου Μπαγλατζή και Κωνσταντίνου Σταυρίδη, που αποδίδει με περιεκτικό τρόπο την κραιπάλη που έφερε την χώρα σε αυτή την κατάσταση, απαιτεί την έντονη συναισθηματική φόρτιση. Η λιτή σκηνοθετική ματιά του Τάσου Μπαγλατζή βοηθά τον θεατή να κατανοήσει την λογική της παράστασης και να μην κουραστεί όπως συνήθως σε έναν μονόλογο χάρη στην παρεμβολή video αλλά και την γλαφυρή αναφορά σε γεγονότα που εντυπώθηκαν στο συλλογικό ασυνείδητο και μας θυμίζουν την συλλογική ενοχή μας. Υπερβολική και μη απαραίτητη για την πλοκή του έργου μου έμοιαζε όμως η γυμνή εμφάνιση επί σκηνής της ηρωίδας παρά τους συμβολισμούς που της αποδίδουν οι δημιουργοί. Η λακωνική ή ανύπαρκτη σκηνογραφία βοηθούν στην καλλιέργεια της φαντασίας του θεατή αλλά όχι στην ανάδειξη του έργου.
Μ.ΑΛΙΜΠΕΡΤΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου