Η Όλυνθος ήταν
μια από τις σπουδαιότερες πόλεις της αρχαίας Χαλκιδικής, γεγονός που
διαπιστώνεται εύκολα από τον εντυπωσιακό αρχαιολογικό της χώρο. Αυτό το
σημαντικό αστικό κέντρο ήταν κτισμένο σε μια εύφορη πεδιάδα, στο μυχό του
κόλπου της Τορώνης, κοντά στη βάση της χερσονήσου της Παλλήνης (σημερινής
Κασσάνδρας), σε απόσταση 25 χιλιομέτρων από τον Πολύγυρο και περίπου 11,5
χιλιομέτρων από την Ποτίδαια.
Η τοποθεσία κατοικείται από τη
Νεολιθική Εποχή (5300-4500 π.Χ.). Σύμφωνα με την
παράδοση, η πόλη ονομάστηκε έτσι από τον Όλυνθο, γιο του ποτάμιου θεού
Στρυμόνα.
Του Ανδρέα Αναγνωστόπουλου
Η πόλη κτίστηκε ανάμεσα σε δύο υψίπεδα,
από τα οποία το νότιο είχε κατοικηθεί πρώτο, με τρόπο που ακολουθούσε τις
διακυμάνσεις του εδάφους. Εκεί τοποθετείται η αρχαϊκή Όλυνθος. Η πόλη ανήκε σε μια θρακική φυλή, τους Βοττιείς, οι οποίοι την κατείχαν μέχρι το 479 π.Χ.. Εκείνη τη χρονιά ο Πέρσης στρατηγός Αρτάβαζος υποπτεύθηκε ότι ετοιμαζόταν αποστασία
της πόλης κατά του Μεγάλου Βασιλιά Ξέρξη . Ο Αρτάβαζος κατέσφαξε τους κατοίκους,
έκαψε την Όλυνθο και παρέδωσε την έρημη πόλη στους Χαλκιδείς των πέριξ
περιοχών.
Το 432 π.Χ. η Όλυνθος γίνεται έδρα του Κοινού των Χαλκιδέων, το οποίο σχηματίστηκε με παρότρυνση του
βασιλιά της Μακεδονίας, Περδίκα. Την ίδια χρονιά αποσπάται, οριστικά,
από την Αθηναϊκή συμμαχία.
Στον πόλεμο που ξέσπασε ανάμεσα στην
Αθήνα και τους συμμάχους της, το 357-55 , η Όλυνθος ήταν αρχικά σύμμαχος του
Φιλίππου Β΄. Αργότερα , θορυβημένοι οι Χαλκιδείς από την αύξηση της δύναμης του
Φιλίππου, σύναψαν συμμαχία με την Αθήνα αλλά, παρά τις προσπάθειες της
τελευταίας και ειδικά του Δημοσθένη, η πόλη παραδόθηκε στον Φίλιππο (348), ο
οποίος την κατέσκαψε.
Η Όλυνθος της
κλασικής περιόδου ιδρύθηκε πάνω στο βόρειο υψίπεδο, σε μια έκταση εμβαδού 600 x 300 μ. Η έκταση αυτή διαιρέθηκε σε 64 οικοδομικά τετράγωνα, τα οποία
διαχωρίζονταν από οριζόντιους και κάθετους δρόμους, μερικοί από τους οποίους με
κατεύθυνση βορρά - νότο είχαν πλάτος ως 7 μ.
Το κάθε
οικοδομικό συγκρότημα διέθετε δέκα τετράγωνης κάτοψης οικόπεδα με πέντε οικίες
σε κάθε μακρά του πλευρά. Οι οικίες ήταν διώροφες στη βορεινή πλευρά τους και
είχαν λιθόστρωτη αυλή στη νότια. Η κάθε οικία αποτελούνταν από τον ανδρώνα, που
βρισκόταν στο ισόγειο, και ήταν διακοσμημένος συνήθως από ψηφιδωτά δάπεδα με
φυτικές, αλλά και ανθρωπόμορφες συνθέσεις.
Πολύ σημαντικές
για την έρευνα είναι και οι πλούσιες οικίες, που βρίσκονταν εκτός του
περιτειχισμένου τμήματος της πόλης στα ανατολικά του βόρειου υψιπέδου, στο
αριστοκρατικό προάστιο. Εδώ οι αρχαιολόγοι ανακάλυψαν ορισμένα από τα πιο
αξιόλογα δείγματα αρχαίων επαύλεων. Ήρθαν στο φως η έπαυλη της Αγαθής Τύχης,
αλλά και οι επαύλεις του Ηθοποιού και των Διδύμων Ερώτων. Σε αυτές βρέθηκαν ψηφιδωτά δάπεδα, αγγεία, κοσμήματα και
πήλινα ειδώλια.
Τόσο η αρχαϊκή, όσο και η κλασική πόλη
πρέπει να ήταν οχυρωμένες. Ωστόσο, δεν έχουν επισημανθεί λείψανα από τα τείχη
της αρχαϊκής Ολύνθου. Από την οχύρωση της κλασικής πόλης έχουν ανακαλυφθεί στο
βόρειο υψίπεδο μικρά τμήματα των τειχών, τα οποία δεν είναι, όμως,
διαφωτιστικά, για τον τρόπο κατασκευής τους. Οι ερευνητές εικάζουν, ότι η πόλη
προστατευόταν με τείχος από άψητες πλίνθους και το οποίο περιέκλειε όλη την
πόλη.
Ο σημερινός
αρχαιολογικός χώρος, με έκταση 500 περίπου στεμμάτων, περιλαμβάνει τους δύο
λόφους και έκταση στους πρόποδές τους, όπου βρίσκεται το φυλάκιο και κτήριο που
στεγάζει χώρους υποδομής των επισκεπτών, ενώ συγχρόνως φιλοξενεί φωτογραφική
έκθεση. Τα ρώτα αρχαιολογικά ευρήματα ήρθαν στο
φως το 1928, ενώ οι πιο πρόσφατες ανασκαφές έγιναν τη
δεκαετία του ' 90.
Από την είσοδο
του αρχαιολογικού χώρου ένα ανηφορικό μονοπάτι οδηγεί τον επισκέπτη στους δύο
λόφους. Η αρχαϊκή πόλη, κτισμένη με υποτυπώδες
πολεοδομικό σχέδιο καταλάμβανε όλο το λόφο. Σώζονται δύο λεωφόροι, κατά μήκος
του ανατολικού και του δυτικού άκρου της πόλης, που επικοινωνούσαν μεταξύ τους
με εγκάρσιους δρόμους. Στη μία λεωφόρο εντοπίστηκαν καταστήματα, μικρές
κατοικίες και αποθηκευτικοί λάκκοι, ενώ στο βόρειο τμήμα του λόφου ανασκάφηκε
το διοικητικό κέντρο: η αγορά και το πρυτανείο.
Από τους
δημόσιους χώρους σώζεται η Αγορά, που τοποθετείται στα νότια της πόλης, η
δημόσια κρήνη και πιθανότατα το δημόσιο αρχαίο ιερό, τα οποία πρέπει να
τοποθετηθούν στα δυτικά της πόλης. Αξιοσημείωτο είναι ότι δεν έχει βρεθεί
το θέατρο της πόλης, το οποίο πρέπει να αναζητηθεί σε κοίλωμα της νότιας
πλευράς του νότιου υψιπέδου.
Επίσης,
σώζονται τα θεμέλια βυζαντινού πύργου του 12ου αιώνα μ.Χ. και ίχνη κατοίκησης
της νεολιθικής εποχής. Τέλος, η νεκρόπολη της αρχαίας Ολύνθου βρισκόταν στα
δυτικά της, εκτός των τειχών, και σε αυτήν έχουν βρεθεί σημαντικά κτερίσματα,
που αποδεικνύουν τον πλούτο και το υψηλό βιωτικό επίπεδο των κατοίκων της
πόλης.
Πηγές
Ταξιδιωτικός
Οδηγός, Κεντρική-Δυτική Μακεδονία, εκδόσεις Explorer
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου