Γράφει
η Βίκυ Καλοφωτιά
“Η
ζωή μας θα ήταν μια απέραντη νύχτα εάν περιμέναμε με τα κλεφτοφάναρα των άλλων
να φωτίζεται ο δικός μας δρόμος. Καθένας από εμάς έχει τον δικό του ήλιο…”. Έτσι
λοιπόν κι εγώ αποφασίζω να χρησιμοποιήσω όσα σπίρτα έχουν απομείνει στην τσέπη μου
από τις ώρες, τους μήνες και τα χρόνια που περιπλανιέμαι στο “δάσος” και να ψιθυρίσω στο αυτί του ήλιου μου ότι έχει
έρθει η ώρα να φωτίσει ξανά. Έχει έρθει η ώρα ξεκινήσω το ταξίδι που
πάντοτε ανέβαλλα και τον χρειάζομαι να είναι δίπλα μου και λούζοντάς με, με τη
ζεστασιά του, να ρίξει παντού τις χρυσές του ακτίνες φωτίζοντας κάθε γωνιά του
δρόμου που περπατώ.
Αυτή τη φορά θα το πραγματοποιήσω αυτό το ταξίδι
μετατρέποντας μία προς μία τις σελίδες του βιβλίου “Αυτογνωσία-πρώτο μέλημα στη ζωή” του Γιώργου Δημόπουλου, σε σκαλοπάτια που θα με οδηγήσουν σε χώρες και
πολιτείες μακρινές, μέσα από δρόμους με τσουκνίδες και αγριόχορτα αλλά και με
τριαντάφυλλα, κρίνα και πολύχρωμες ανεμώνες. Γιατί κάπου εκεί έξω με περιμένει το ολόδικό μου ξέφωτο. Όπως τον καθένα…
Δεν χρειάζεται να βάλει κανείς πολλά στο σακίδιό του πριν
ξεκινήσει αυτό το ταξίδι στα ενδότερα για να ανακαλύψει και όλα όσα υπάρχουν
στον κόσμο έξω από τη γυάλα του μικρόκοσμού του. Χρειάζεται όμως πρώτα απ'όλα να βρει το θάρρος και τη δύναμη να κάνει το πρώτο
βήμα. Είναι δέκα τα βήματα που σου “απλώνουν το χέρι” για να ανακαλύψεις το
χρυσό νήμα που κρύβεται κάτω από αυτό που είναι ορατό με γυμνό μάτι και που
ακολουθώντας το θα βρεθείς σαν άλλος Κοντορεβιθούλης στον προορισμό σου. Εκεί που η καρδιά χτυπάει πιο δυνατά, πιο
έντονα και πιο μελωδικά και όπου επιτέλους εκτιμάς τη μοναδικότητά σου.
Δέκα βήματα των οποίων τα χνάρια ήταν δίπλα σου όλον αυτό
τον καιρό, όμως πάντα κάτι σε κρατούσε μακριά τους. Η δειλία σου, η έλλειψη
αυτοπεποίθησης, η τοποθέτηση σε θρόνο των σκουρόχρωμων σκέψεων, το αμετακίνητο
των αντιλήψεών σου. Ένα συνονθύλευμα
ξεθωριασμένων πλέον χρωμάτων που εσύ επέμενες να κρατάς στη ζωή μεταγγίζοντάς
τους δύναμη και την ίδια ακριβώς στιγμή πότιζες εσένα, στάλα-στάλα “νέκταρ” αυτό-εξόντωσης.
Πόσο μακριά νόμιζες ότι θα φτάσεις με τέτοιου είδους “καύσιμα”
στο εξουθενωμένο όχημά σου; Πού νόμιζες
ότι πηγαίνεις χωρίς η πυξίδα να δείχνει κάποιον προορισμό; Το σκέφτηκες
καλά να προχωράς και να προχωράς χωρίς να ξέρεις πού θες να πας; Ήθελες να φτάσεις κάπου βαδίζοντας σε νέα
μονοπάτια με τα παλιά σου παπούτσια και απορούσες γιατί, ενώ φαινόταν ότι απομακρυνόσουν
από τη βάση σου, εξακολουθούσες να βρίσκεσαι πάντοτε στο ίδιο σημείο. “Έβρεχε”
παντού δώρα, όμως εσύ κατόρθωνες να συγκεντρώσεις μόνο ψίχουλα. Ίσα-ίσα για να
θρέψεις τις ζοφερές σου σκέψεις που σε αποπροσανατόλιζαν και σε άφηναν κενό,
μόνο και λυπημένο να παρακολουθείς στην παγωνιά από μια γωνιά του δρόμου την
ευτυχία και το θρίαμβο των διπλανών σου. Σαν
το κοριτσάκι με τα σπίρτα, του παραμυθιού.
Ακόμη
όμως κι αυτό το κοριτσάκι κρατούσε στα χέρια του την εύθραυστη έστω φλόγα από
ένα βρεγμένο σπίρτο. Εύθραυστη
αλλά φώτιζε. Τόσο όσο χρειαζόταν για να αποφασίσει να ζεστάνει την καρδιά του
κοριτσιού και να ταΐσει πλέον τον εαυτό του με αγάπη, αυτοεκτίμηση, πίστη στο ότι η ζωή θα συμφιλιωθεί με τη
μοίρα και θα την πείσει να αλλάξει τα μελανά σημεία που έχει χαράξει στα
κιτάπια της και στη θέση τους να ζωγραφίσει λιβάδια, κήπους, βουνοπλαγιές και
μια θάλασσα καταγάλανη και γαλήνια. Και
κάπου-κάπου κάποιο κύμα, όχι όμως από εκείνα που σε βυθίζουν, αλλά από εκείνα
που σου δίνουν ένα δροσερό φιλί για να συνεχίσεις να κολυμπάς.
“Είσαι
ό,τι σκέφτεσαι”, διαβάζεις στις σελίδες του βιβλίου με τη
σταγόνα του νερού στο εξώφυλλο. Μια σταγόνα που διανύει ένα μικρό ταξίδι και
έρχεται αντιμέτωπη με τη βροχή και τον άνεμο μέχρι τη στιγμή που θα “φιλήσει” την
επιφάνεια του εδάφους και θα σχηματίσει ένα σμήνος από ομόκεντρους κύκλους γύρω
της. Ο άνεμος την αναγκάζει να αλλάξει
πολλές φορές τα σχέδιά της και να αναμετρηθεί με τα προσωπικά της “ζιζάνια”,
καθυστερώντας το “πάντρεμά” της με το χώμα. Φτάνει όμως στον προορισμό της
αυτή. Βρίσκει το δρόμο, όταν στην πορεία αποφασίζει να χρησιμοποιήσει τα αυτιά
της για να ακούσει, τα μάτια της για να δει και την καρδιά της για να
αισθανθεί.
Ομόκεντροι κύκλοι γύρω από τον εαυτό της. Γιατί όλα
ξεκινούν και όλα καταλήγουν εκεί. Τότε, τώρα, μετά, πάντοτε. Δεν είναι σταγόνα σαν όλες τις άλλες, όχι.
Είναι σταγόνα με κότσια και τσαγανό και
θέλει να ζήσει! Να ζήσει θέλει! Νιώθοντας καλά με τον εαυτό της και με τις άλλες
σταγόνες γύρω της. Ξεχωριστές κι αυτές. Κάθε
σταγόνα είναι ξεχωριστή και όταν ανακαλύψει ότι ο ωκεανός σχηματίζεται από
πολλές μικρές σταγόνες μαζί, τότε είναι που η ευτυχία της χτυπά την πόρτα
και εγκαθίσταται για τα καλά στη ζωή της. Σταγόνα, όπως λέμε άνθρωπος που “εμπιστεύεται την κρίση του, την αντίληψή
του, τις ικανότητές του, την ανώτερη δύναμη εκεί ψηλά στον ουρανό”.
Εμπιστεύεται τη ζωή και “αποδέχεται πλέον τον εαυτό του”. Τον αληθινό του εαυτό, όχι
εκείνον που προσπαθεί να “φορέσει” στις καταστάσεις τα “καλά” τους, ενώ μπάζει
από παντού νερά, γιατί το σκαρί είναι σάπιο. Όχι αυτόν τον εαυτό. Τον άλλον. Τον εαυτό που “αποδέχεται και αγαπά όχι αυτό που νομίζει ότι θα ήθελε να είναι, αλλά
αυτό που είναι αυτήν τη στιγμή”.
Και όταν συμβεί αυτό, τότε το ταξίδι ξεκινάει από μόνο
του και τα βήματα δεν πρόκειται να κάνουν λάθος. Αλλά κι αν ακόμη κάποια στιγμή
κάνουν, δεν πειράζει. Ο ήλιος θα είναι εκεί για να φωτίσει το δρόμο μας. Ο ήλιος μέσα μας! Γιατί “καθένας από εμάς έχει τον δικό του ήλιο…”. Φτάνει μόνο να του δώσει το σύνθημα για να κάνει αυτό που είναι
προορισμένος να κάνει: ΝΑ ΛΑΜΠΕΙ!
*Το βιβλίο του Γιώργου
Δημόπουλου, “Αυτογνωσία-πρώτο μέλημα
στη ζωή”, κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις
Μίνωας.
Προφίλ
Συγγραφέα:
Ο Γιώργος Δημόπουλος γεννήθηκε στον Ελαιώνα Διακοφτού.
Σπούδασε Ιατρική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και ειδικεύτηκε στη
Νευρολογία-Ψυχιατρική και στη Γνωσιακή Ψυχοθεραπεία στο Αιγινήτειο Νοσοκομείο.
Το συγγραφικό του έργο ξεκίνησε το 2003.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου