Τρίτη 23 Φεβρουαρίου 2016

Συνέντευξη Τύπου “Η Όπερα της Πεντάρας”: Η χαρά δεν ξέρει από φτώχιες!



Γράφει η Βίκυ Καλοφωτιά

Εδώ και κάποιες ημέρες περίμενα πώς και πώς την έναρξη αυτής της εβδομάδας, για να παρακολουθήσω από κοντά τη συνέντευξη Τύπου, που θα προλόγιζε την επίσημη πρεμιέρα  (24/2), της παράστασης των Μπέρτολτ Μπρεχτ και Κουρτ Βάιλ “Η Όπερα της Πεντάρας”, σε σκηνοθεσία Γιάννη Χουβαρδά. Με το δημοσιογραφικό μου μαγνητοφωνάκι και το καθιερωμένο μπλοκ σημειώσεων στην τσάντα, διασχίζω το πλακόστρωτο που οδηγεί στην είσοδο του Θεάτρου Παλλάς. Εκεί, όπου σε λίγη ώρα συγκεντρώνονται όλοι οι συντελεστές του έργου, για να μιλήσουν για τους ήρωες που υποδύονται, τις άπειρες ώρες προβών, τις σκέψεις και τα συναισθήματα που τους κατακλύζουν, ερμηνεύοντας τα λόγια που χάραξαν στο χαρτί οι δημιουργοί τους. Λόγια, τα οποία παραμένουν ακόμη και σήμερα επίκαιρα παρόλο που γράφτηκαν το 1929. Λίγο πριν ξεσπάσουν τα γεγονότα που επηρέασαν την ιστορία του κόσμου. 

Ένας-ένας από την παρέα των συντελεστών και ηθοποιών της παράστασης, που με πολύ μεράκι και ενθουσιασμό ετοίμαζαν όλο το προηγούμενο διάστημα, παίρνει το μικρόφωνο και ξεδιπλώνει τις σκέψεις του. Όλα όσα βίωσε στη σκηνή, ερμηνεύοντας ρόλους που συναντά κανείς μέχρι και στην εποχή μας. Ιδίως στην εποχή μας.

Καθώς στεκόμουν κάπου εκεί δίπλα στους πρωταγωνιστές και προσπαθούσα να καταγράψω την κάθε εικόνα, από όσα διαδραματίζονταν στο χώρο εκείνη την ώρα, κάποια στιγμή χωρίς να το συνειδητοποιήσω, βρέθηκα να περιπλανιέμαι στον κόσμο των ηρώων της “Όπερας της Πεντάρας”. Βρέθηκα να συνομιλώ με ζητιάνους, μικροεγκληματίες, πόρνες, αστυνομικούς, μικρά και μεγάλα αφεντικά, αλλά και με το υπέρτατο, αόρατο αφεντικό, που βρίσκεται πάνω από όλα και όλους. Το “μάτι” που παρακολουθεί άγρυπνα την κάθε τους κίνηση, την κάθε τους ανάσα, την κάθε τους απόπειρα να φανούν άνθρωποι, και να την καταπνίξει εν τη γενέσει της…

Αξίζει, όμως να προσπαθεί κανείς να ζει τη ζωή μέχρι την τελευταία της σταγόνα, έστω κι αν στο τέλος της παρτίδας, χάσει! Αρκεί που έπαιξε και έδωσε ό,τι είχε και δεν είχε για εκείνο που θεωρούσε σημαντικό. Κάποιες σκέψεις, που έγιναν λόγια και η λάμψη τους περιφερόταν πάνω από όλους μας όση ώρα διήρκεσε η συνέντευξη Τύπου, κάνοντας την καρδιά να χτυπάει δυνατά. Στο ρυθμό της ζωής, που αγωνίζεται να κρατηθεί ζωντανή! Και κάτι μέσα μου μου λέει, ότι τελικά θα τα καταφέρει!

…γιατί το λέει η καρδιά της! 

Αυτό νιώθω ότι κρύβεται πίσω από την κάθε λέξη των συντελεστών, οι οποίοι μοιράστηκαν με όλους μας, αυτά που ξύπνησε στην ψυχή τους, η “Όπερα της Πεντάρας”

 
Γιάννης Χουβαρδάς (Σκηνοθεσία): “Από την πρώτη στιγμή που ξεκινήσαμε να δουλεύουμε γι’αυτήν την παράσταση, αισθανθήκαμε ότι είχαμε συμπαραστάτες και ότι όλοι μας παλεύαμε για έναν κοινό σκοπό, ο οποίος ήταν να ανέβει όσο καλύτερα γινόταν, μια παράσταση τόσο σημαντική. Όλοι οι συντελεστές έδωσαν το άπαν των δυνάμεών τους για να ανέβει αυτή η παράσταση απολύτως επαγγελματικά και με πολύ ψηλά τον πήχη της καλλιτεχνικής απόδοσης. Πέρα από το γεγονός ότι είναι ένα κλασικό πλέον έργο, ανήκει σε μια πρώιμη περίοδο του Μπρεχτ, όπου τα πάντα ήταν ανοιχτά, καθώς δεν είχε διαμορφώσει ακόμη αυτό το απόλυτο πολιτικό στίγμα, το οποίο αναγνωρίζουμε αργότερα και στη διδακτική του περίοδο, όπου έγραψε έργα για τον κομμουνισμό και το σοσιαλισμό. 

Η “Όπερα της Πεντάρας” εμπεριέχει πολύ δυνατά αναρχικά στοιχεία, και πολύ δυνατά στοιχεία μιας ειρωνείας, η οποία υπονομεύει τα πάντα. Μέσα στο έργο συγκρούονται διαλεκτικά η αριστερή φιλοσοφία, ο αναρχισμός, ο πεσιμισμός, η ειρωνεία, και βέβαια το βασικό συστατικό στοιχείο αυτής της παράστασης είναι η ψυχαγωγική διάσταση. Άλλωστε, χωρίς αυτή τη διάσταση, ο Μπρεχτ θεωρούσε γενικά ότι δεν μπορεί να γίνεται θέατρο”. 

Γιώργος Δεπάστας (Μετάφραση): “Αυτό το έργο ήταν πάντα μια πρόκληση για εμένα, καθώς το θαύμαζα και μου είχαν γίνει στο παρελθόν δύο φορές προτάσεις να το μεταφράσω και αρνήθηκα, γιατί φοβόμουν. Ωστόσο, αυτή τη φορά το αποτόλμησα μετά από την πρόταση και ενθάρρυνση του συνεργάτη και φίλου μου, Γιάννη Χουβαρδά. Είναι 21 τραγούδια, τα οποία έπρεπε να μεταφραστούν μέσα στο ύφος του Μπρεχτ, με το χιούμορ του Μπρεχτ, ακριβώς με το ίδιο περιεχόμενο, να έχουν ομοιοκαταληξία και να ταιριάξουν με τη δεδομένη μουσική. Νότα-νότα, συλλαβή-συλλαβή. Αυτό ήταν το μεγάλο στοίχημα και ύστερα από δουλειά μηνών, νομίζω πως το καταφέραμε”.

Θοδωρής Οικονόμου (Ενορχηστρωτική επιμέλεια-Διεύθυνση Ορχήστρας): “Κάθε μουσικός που ασχολείται με το θέατρο αλλά και γενικότερα όλοι οι μουσικοί έχουν ένα όνειρο: να ασχοληθούν ή να παίξουν, να διαβάσουν ή να μελετήσουν την “Όπερα της Πεντάρας”. Έτσι, λοιπόν και για εμένα αυτό ήταν ένα μεγάλο μου όνειρο, το οποίο εκπληρώθηκε με αυτή τη συνεργασία. Θεωρώ ότι η συγκεκριμένη εκτέλεση της“Όπερας της Πεντάρας” είναι όπως γράφτηκε και όπως θα έπρεπε να γίνεται πάντα. Τα συγκεκριμένα τραγούδια έχουν διασκευαστεί από πάρα πολλούς σημαντικούς καλλιτέχνες, εδώ όμως υπάρχει η αρχική εκτέλεση με έναν πολύ συγκεκριμένο τρόπο, που κατορθώνει να μπαίνει μέσα στο όλο κείμενο, με ένα πολύ συγκεκριμένο ύφος και αυτό ήταν πολύ δύσκολο να γίνει. Πιστεύω ότι όλοι οι μουσικοί που συμμετέχουν, δίνουν πραγματικά τον καλύτερό τους εαυτό!”.

 
Εύα Μανιδάκη (Σκηνικα): “Σχετικά με το εικαστικό κομμάτι, είναι ένας ενιαίος χώρος, όπου εκεί συμβαίνουν τα πάντα. Ένας χώρος, όπου οι ήρωες ζουν, εργάζονται, κοιμούνται. Εκεί μέσα συναντάμε τους μικροεγκληματίες, τις πόρνες και όλοι αυτοί παρακολουθούνται, όπως θα δείτε, από ένα τμήμα που είναι κεντρικά στη σκηνή και είναι το λεγόμενο “δωμάτιο ελέγχου”. Και όλοι κατ’επέκταση ελέγχονται από το “μεγάλο μάτι”, που βρίσκεται ψηλά. Τα υπόλοιπα θα τα δείτε και μόνοι σας, γιατί νομίζω ότι όταν κάποιος αρχίζει και μιλάει πολύ περισσότερο γι’αυτά, κάτι από τη μαγεία τους χάνεται ”

Λυδία Φωτοπούλου (Τζέννυ): “Το μόνο που θα ήθελα να πω, είναι ότι υπάρχουν κάποια έργα στο παγκόσμιο ρεπερτόριο, τα οποία μετριούνται στα δάχτυλα των χεριών, και όταν ένας ηθοποιός συναντηθεί μαζί τους, είναι μια απόλυτη ευτυχία! Η “Όπερα της Πεντάρας” είναι ένα από αυτά τα έργα και μάλιστα από τα πρώτα της λίστας, και ιδίως όταν γίνεται με αυτές τις συνθήκες που γίνεται η δική μας και βέβαια και με αυτούς τους συνεργάτες. Είναι μια περίοδος πάρα πολύ όμορφη για εμένα! “.

Καρυοφυλλιά Καραμπέτη (Κυρία Πήτσαμ): “Είναι η τρίτη φορά που συμμετέχω σε μια παράσταση της “Όπερας της Πεντάρας”. Είχα ξεκινήσει το 1993 σε σκηνοθεσία του Ζυλ Ντασέν και έπαιζα την Τζέννυ, συνέχισα το 2009 με την Τζέννυ και πάλι, και αυτή τη φορά ο κύριος Χουβαρδάς μου έδωσε προαγωγή και από πόρνη έγινα στυγνή επιχειρηματίας καθώς θα υποδύομαι την κυρία Πήτσαμ (γέλια). Πρόκειται για μια γυναίκα, που μαζί με τον άνδρα της, τον Τζόναθαν Πήτσαμ, έχουν μια επιχείρηση, όπου εκμεταλλεύονται στυγνά τους εργαζόμενους. Είναι, επίσης μια γυναίκα που δεν είναι καθόλου ευτυχισμένη μέσα στο γάμο της, και πνίγει τη δυστυχία της στο ποτό. Στο έργο αυτό δεν υπάρχουν υγιείς, συναισθηματικές οικογενειακές σχέσεις. Τα πάντα περιστρέφονται γύρω από το χρήμα. Όλες οι σχέσεις είναι σχέσεις συναλλαγής και όλες κάποια στιγμή γίνονται σχέσεις προδοσίας. Στο τέλος πια, όλοι ψάχνουν ένα εξιλαστήριο θύμα και το βρίσκουν στο πρόσωπο του Μακχήθ. Δυστυχώς, το έργο αυτό είναι το 2016 πολύ πιο επίκαιρο από ό,τι ήταν το 1993 και το 2009, που ήταν η αρχή της κρίσης”

Χρήστος Λούλης (Μακχήθ): “Μου έχει μείνει μια φράση από τον Μακχήθ, που λέει: “Μόνο όποιος έχει χρήμα, ζει καλά”. Όλοι μας καταλαβαίνουμε μέχρι τον πυρήνα του, τι εννοεί με αυτή τη φράση ο ήρωας. Ωστόσο, και πέρα από την παράσταση, θα ήθελα κι εγώ αν χρειαστεί κάποια στιγμή στη ζωή μου, να μπορώ να πω –όπως λέει στο τέλος και ο ίδιος ο Μακχήθ: “Εντάξει, έχασα! Γεια χαρά, κόσμε, έπαιξα κι έχασα”. Να ξέρω δηλαδή ότι έστω κι αν χάσω, τουλάχιστον έπαιξα! Και έπαιξα με ό,τι είχα και δεν είχα!”.

Άγγελος Παπαδημητρίου (Κύριος Πήτσαμ): “Είμαι ο σύζυγος της κυρίας Πήτσαμ και τώρα μπορώ να πω ότι καταλαβαίνω το πώς αισθάνεται ο Κάρολος της Αγγλίας και ο άνδρας της Θάτσερ. Είναι μεγάλος ο ανταγωνισμός! (γέλια). Περιμένουμε τον κόσμο να έρθει να παρακολουθήσει την παράσταση και ευχαριστώ πολύ όλους τους συντελεστές για τη συνεργασία”.

 
Νάντια Κοντογεώργη (Πόλλυ): “Είναι η δεύτερη φορά που καταπιάνομαι με το έργο και συγκεκριμένα με το ρόλο της Πόλλυ και είναι η δεύτερη φορά που συνεργάζομαι με την Καρυοφυλλιά πάλι στο ίδιο έργο. Είναι σημαντικό που ανεβαίνει αυτό το έργο σε αυτό το θέατρο, με αυτούς τους συντελεστές. Για εμένα γίνεται και ακόμη πιο σημαντικό, γιατί όλους τους θαύμαζα και είναι άνθρωποι, με τους οποίους πάντοτε ονειρευόμουν να συνεργαστώ. Καθημερινά συνομιλούμε καλλιτεχνικά επί σκηνής, αλλά μοιραζόμαστε και ένα κομμάτι από την ψυχή μας”

Νίκος Καραθάνος (Αφηγητής, Αστυνόμος Μπράουν): “Από την πρώτη ημέρα που συναντηθήκαμε ως θίασος υπό την σκέπη του Γιάννη, έχω μέσα μου μια χαρά. Ποτέ δεν έπαψε, ποτέ δεν σταμάτησε, ίσα-ίσα όλο και πιο πολύ μεγάλωνε! Και η χαρά, ένα πράγμα δεν ξέρει: δεν ξέρει από φτώχιες! Και ούτε θα μάθει ποτέ!.

Τα υπόλοιπα επί σκηνής…

  
*Στοιχεία Παράστασης

Συντελεστές - Διανομή:

Μετάφραση: Γιώργος Δεπάστας
Σκηνοθεσία: Γιάννης Χουβαρδάς
Σκηνικά: Εύα Μανιδάκη
Κοστούμια: Ιωάννα Τσάμη
Ενορχηστρωτική επιμέλεια – Διεύθυνση ορχήστρας: Θοδωρής Οικονόμου
Δημιουργία βίντεο: Δημοσθένης Γρίβας
Φωτισμοί: Λευτέρης Παυλόπουλος
Σχεδιασμός ήχου: Κώστας Μπώκος
Φωνητική διδασκαλία: Μιχάλης Παπαπέτρου
Κινησιολογική επιμέλεια: Αμάλια Μπέννετ
Φωτογραφίες παράστασης: Πάτροκλος Σκαφιδάς
Α' Βοηθός σκηνοθέτη: Νατάσα Τριανταφύλλη
Β' Βοηθοί σκηνοθέτη: Αλέξανδρος Βαμβούκος, Ιωάννα Μπιτούνη
Α’ Βοηθός σκηνογράφου: Θάλεια Μέλισσα
Β’ Βοηθός σκηνογράφου: Έλλη Σπάνια
Βοηθός ενδυματολόγου: Βασιλική Σουρρή

Πρωταγωνιστούν:

Μακχήθ: Χρήστος Λούλης
Κυρία Πήτσαμ: Καρυοφυλλιά Καραμπέτη
Κύριος Πήτσαμ: Άγγελος Παπαδημητρίου
Τζέννυ: Λυδία Φωτοπούλου
Αφηγητής, Αστυνόμος Μπράουν: Νίκος Καραθάνος
Πόλλυ: Νάντια Κοντογεώργη
Λούσυ: Κίκα Γεωργίου

  
Παίζουν με αλφαβητική σειρά οι ηθοποιοί

Αντίνοος Αλμπάνης, Μιχάλης Αφολαγιάν, Μπάμπης Γαλιατσάτος, Ελίζα Γεροντάκη, Έφη Γούση,  Μαριάννα Καβαλλιεράτου, Βασίλης Κουκαλάνι, Ελένη Μπούκλη, Βασίλης Μυλωνάς, Νέστορας Κοψιδάς, Μαρία Νίκα, Γιώργος Τζαβάρας

Μουσικοί:

Πιάνο: Θοδωρής Κοτεπάνος
Κρουστά: Μαρίνος Τρανουδάκης
Κοντραμπάσο: Χάρης Μέρμυγκας
Μπαντονεόν: Κώστας Ράπτης
Σαξόφωνο alto – κλαρινέτο: Σπύρος Νίκας
Φαγκότο: Βασίλης Πριόβολος
Κιθάρες – μπάντζο: Αλέξανδρος Παπαρίζος
Τρομπέτα: Διονύσης Αγαλιανός
Τρομπέτα: Τάσος Βιτσεντζάτος
Τρομπόνι: Παναγιώτης Ζαφειρόπουλος
Σαξόφωνο σοπράνο: Δημήτρης Χουντής
Σαξόφωνο τενόρο – φλάουτο: Τάσος Φωτίου

Ημέρες & Ώρες Παραστάσεων:

Τετάρτη & Κυριακή 19:30
Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο 20:30

Κρατήσεις – αγορά εισιτηρίων:

Στο τηλέφωνο 211 1000 365 & www.ticket365.gr

Θέατρο Παλλάς: Βουκουρεστίου 5, City Link

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου