Γράφει
η Βίκυ Καλοφωτιά
Όλα ξεκίνησαν από μία γόμα. Ή μάλλον από τρεις γόμες που
στο τέλος αποδείχθηκαν μάγισσες. “Μάγισσες
γόμες”, δηλαδή, έτσι όπως τις ονομάζει ο Βασίλης Κουτσιαρής, ο άνθρωπος που τις δημιούργησε με την ξεχωριστή
του πένα. Όχι όμως από τις μάγισσες που κάνουν βόλτα στον ουρανό πάνω στο
σκουπόξυλό τους και σπέρνουν ζιζάνια μεταξύ των ανθρώπων, αλλά από εκείνες τις μάγισσες που μαγεύουν για λίγο
τα παιδιά κάνοντάς τα να κάνουν πράγματα που στενοχωρούν τους άλλους, μετά όμως
τα βοηθούν να καταλάβουν το λάθος τους και κάθε μέρα να γίνονται και καλύτερα.
Έτσι ακριβώς όπως έγινε και με το κοριτσάκι με τα καστανά
μαλλιά και τα μπλε σαν την θάλασσα μάτια, που μαγεύτηκε από τις πολύχρωμες
γόμες των συμμαθητριών της και κάποια στιγμή που έπαιζαν έξω στην αυλή, εκείνη
μπήκε κρυφά στην τάξη, άνοιξε τις κασετίνες τους και τις πήρε.
Όχι, η Νικολέτα δεν είχε σκοπό να τις κρατήσει δικές της
για πάντα, ούτε και να προκαλέσει τα δάκρυα των συμμαθητριών της όταν τις
αναζητούσαν και δεν τις έβρισκαν πουθενά λες και είχε ανοίξει η γη και τις
κατάπιε. Όχι, σε καμία περίπτωση δεν ήθελε κάτι τέτοιο. Ήθελε μόνο να τις κοιτάξει στο σπίτι της με την ησυχία της, να τις
θαυμάσει και να τις παρατηρήσει λεπτομερώς και μετά θα τις επέστρεφε. Αλήθεια,
πόσο ωραίες ήταν αυτές οι γόμες! Τόσο που δεν χόρταινε να τις κοιτάζει! “Μήπως να τις κρατήσω τελικά;”,
αναρωτήθηκε για μια μόνο στιγμή, τόσο όσο χρειάστηκε για να μετακινηθεί ο
δευτερολεπτοδείκτης από τη μια γραμμούλα στην άλλη και αμέσως το μετάνιωσε.
Οι συμμαθήτριές της έπαψαν να θέλουν να παίξουν στο
διάλειμμα και να σκαρώσουν μαζί της σχέδια για το Σαββατοκύριακο γιατί ήταν πια
τόσο λυπημένες που έχασαν τις γόμες τους και κανείς δεν ήξερε πού βρίσκονταν.
Ούτε η δασκάλα τους η κυρία Ελένη, ούτε τα παιδιά από τις άλλες τάξεις, ούτε η
κυρία στο κυλικείο, ούτε κανείς. Άφαντες οι γόμες! Είχαν κάνει φτερά και μαζί
με αυτές και η διάθεσή τους για παιχνίδια.
Ποτέ
δεν είχε φανταστεί η Νικολέτα ότι αυτή η απερίσκεπτη ενέργειά της να πάρει
κρυφά κάτι που δεν της ανήκε, θα προκαλούσε τόσα δάκρυα.
Και αισθανόταν τόσο λυπημένη γνωρίζοντας ότι όλα αυτά είχαν προέλθει από εκείνη
άθελά της, επειδή τις άρεσαν τόσο πολύ αυτές οι γόμες που χωρίς να το σκεφτεί,
τις πήρε χωρίς να πει σε κανέναν τίποτα. Το είχε μετανιώσει, αυτό ήταν πια το
μόνο σίγουρο. Και ήθελε τόσο μα τόσο
πολύ να επανορθώσει αλλά ντρεπόταν να αποκαλύψει την αλήθεια.
Η
αλήθεια όμως αποκαλύφθηκε όπως συμβαίνει πάντοτε…φρόντισε
γι’αυτό ο καλός της άγγελος…
Και το μυστήριο που λύθηκε, έκανε τη Νικολέτα να
καταλάβει πολλά. Πάρα πολλά. Και κυρίως ότι το να βλέπει τις συμμαθήτριές της να χαμογελούν και να παίζουν μαζί της
χαρούμενες κι ευτυχισμένες, ήταν για εκείνη πολύ πιο σημαντικό από οποιαδήποτε
πολύχρωμη γόμα, όσο εντυπωσιακή κι αν ήταν!
Μαζί με τη Νικολέτα κατάλαβε όμως πολλά και ένα άλλο
κορίτσι με καστανά μαλλιά που εν τω μεταξύ μεγάλωσε και παρακολούθησε την
ιστορία της μικρής ηρωίδας μέσα από τις
υπέροχα εικονογραφημένες σελίδες του μαγικού αυτού βιβλίου…
Κατάλαβε μετά από πολλά χρόνια, γιατί είχε πάρει τους
χάρακες από τις δικές της συμμαθήτριες και τους είχε κρύψει στην ντουλάπα της
τάξης για να τους δει με την ησυχία της όταν θα ήταν μόνη της…
…γιατί όπως και οι γόμες της Νικολέτας, έτσι και εκείνοι
οι χάρακες.
“Είχαν
μαγέψει τα χεράκια της και εκείνα δε σκέφτηκαν και τους πήραν. Μόλις όμως τα
χεράκια κατάλαβαν το λάθος τους, οι χάρακες επέστρεψαν. Μαγικά!”.
Έτσι μαγικά όπως έρχονται όλες οι απαντήσεις στη ζωή μας
και το καθετί που επιζητά αποκρυπτογράφηση. Έστω κι αν καμιά φορά καθυστερούν
λίγο παραπάνω. Αλλά έρχονται…
*Το βιβλίο του Βασίλη
Κουτσιαρή “Μάγισσες γόμες”, κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Μίνωας και συνοδεύεται από την επιστημονική άποψη της ψυχολόγου, Μαρίας Δρόσου.
Εικονογράφηση: Αιμιλία Κονταίου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου