Κυριακή 17 Ιανουαρίου 2016

Άννα Τζώρτζη: “Για να κάνεις Τέχνη πρέπει να ξεπεράσεις πολλούς φόβους σου”



Θερμά χειροκροτήματα ακούγονται από κάθε γωνιά, σηματοδοτώντας το τέλος της παράστασης “Ερωμένες στον Καμβά”, μέσα σε ένα θεατρικό βαγόνι που πάλλεται από αναμνήσεις και συναισθήματα ανθρώπων, οι οποίοι κατά τη διάρκεια του Α’ και Β’ Παγκοσμίου Πολέμου μεταφέρονταν μέσω αυτού στο πεδίο της μάχης. Τις τελευταίες δύο περίπου ώρες, αναβίωσαν πάνω στη σκηνή φιγούρες γυναικών της Αναγέννησης που υποκλίθηκαν στη δύναμη του έρωτα. Δίπλα στις ηθοποιούς, μια ομάδα από νέες εικαστικούς σχεδίασε σε ζωντανό χρόνο, σκίτσα, εμπνευσμένα από τις κινήσεις και τα λόγια τους. Κάποια στιγμή, το βλέμμα μου έπεσε στο σκίτσο μιας γυναίκας με μακριά, καστανά μαλλιά και μισόκλειστα μάτια. Από μακριά φαίνεται σαν μια γυναίκα που δεν έπαψε ποτέ να νιώθει παιδί. 

Αποφασίζω ότι αυτό το σκίτσο θέλω οπωσδήποτε να το αποκτήσω κι έτσι πλησιάζω τη δημιουργό του εκφράζοντάς της την επιθυμία μου. Χωρίς δεύτερη σκέψη, απλώνει το χέρι της, το ξεκολλάει από τον τοίχο και μου το προσφέρει.“Θέλω και την υπογραφή σου”, της λέω αυθόρμητα. Και τότε εκείνη χαράζει στο κάτω μέρος της λευκής σελίδας, ένα-ένα τα γράμματα που σχηματίζουν το όνομά της. Άννα Τζώρτζη. Μια νεαρή απόφοιτος της Σχολής Καλών Τεχνών, που βάζει στην άκρη τους φόβους της προκειμένου να δώσει ζωή σε ξεχωριστά έργα τέχνης. Που πιστεύει με όλη της την ψυχή ότι ακόμη και σήμερα η Τέχνη έχει τη δύναμη να αφυπνίζει μέσα μας το ρομαντισμό. Που βλέπει παντού ήλιους και ξέφωτα και θέλει να μάθει όσο πιο πολλά μπορεί από τον κόσμο των χρωμάτων. Το βαθύ μπλε των αγαλμάτων, την τερακότα από τα ερυθρόμορφα αγγεία, και το πράσινο της ελιάς. Χρώματα που φωνάζουν από μίλια μακριά, Ελλάδα! Αυτά που χρησιμοποιεί κάθε φορά που πιάνει στα χέρια της το “μαγικό” μολύβι και ξεκινάει το προσωπικό της ταξίδι διανύοντας με μεράκι, άπειρα χιλιόμετρα στην επιφάνεια του λευκού ζωγραφικού καμβά...

Συνέντευξη στη Βίκυ Καλοφωτιά

Πόσο εύκολο είναι σήμερα να επιβιώσει ένας νέος στην Ελλάδα, ως απόφοιτος της Σχολής Καλών Τεχνών; Είναι εφικτό το συγκεκριμένο πτυχίο να τον κάνει να περάσει με επιτυχία τα “διόδια” της οικονομικής κρίσης κατακτώντας σταδιακά την προσωπική του “Ιθάκη”;

Η αλήθεια είναι ότι ένα πολύ μικρό ποσοστό των αποφοίτων καταφέρνουν να εξελιχτούν σε  καλλιτέχνες, και κυρίως σε καλλιτέχνες που βιοπορίζονται από τα έργα τους. Δεν ξεγελώ τον εαυτό μου ως προς αυτό, αλλά τουλάχιστον πιστεύω ότι αυτή η σχολή, παρά τις ελλείψεις της και τα μόνιμα οικονομικά προβλήματα, καταφέρνει να μας χαρίσει το προνόμιο της ελεύθερης σκέψης και της διαρκούς ενδοσκόπησης και αναζήτησης. Είναι μια αρχή, κι αν δεν καταφέρεις να γίνεις ένας αναγνωρισμένος καλλιτέχνης, έχεις θέσει γερές βάσεις για την ψυχική σου υγεία (σπάνιο στη σημερινή πραγματικότητα)


Σχέδιο, ζωγραφική, χαρακτική, ξύλινες κατασκευές, εικονογράφηση βιβλίων. Πεδία δράσης, στα οποία αφήνετε την καλλιτεχνική σας σφραγίδα. Τι είναι αυτό που επιδιώκετε να αναδεικνύεται εντονότερα μέσα από το συνολικό σας έργο;

Το μέσον και το αντικείμενο μελέτης μου αλλάζουν ανά διαστήματα. Προσπαθώ μέσα από διαφορετικές τεχνικές και υλικά να βρω τον καλύτερο τρόπο για εμένα να εκφράζομαι και να διαμορφώσω σταδιακά το προσωπικό μου ύφος. Πάντως σε ό,τι δημιουργώ, θέλω πάντα να διακρίνω μια πτυχή του εαυτού μου σε αυτό –να με αφορά δηλαδή. Το θέμα του φυσικού τοπίου με έχει απασχολήσει πολύ μέχρι στιγμής, όπως και το ξύλο σαν υλικό, αλλά δεν θέλω να γραπωθώ από μια θεματολογία και ένα ύφος επ’ αόριστον. Αυτήν τη στιγμή ξεκινάω ξανά από το μηδέν, στο εργαστήριο Γλυπτικής της Αφροδίτης Λίτη στη σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας. Δεν έχω ιδέα πού μπορεί να με οδηγήσει δημιουργικά αυτό το βήμα, μόνο ότι θέλω να μάθω όσο πιο πολλά μπορώ από το χάος που ονομάζουμε Τέχνη.  

Αυτή την περίοδο συμμετέχετε στη θεατρική παράσταση “Ερωμένες στον Καμβά”, πλαισιώνοντας μαζί με άλλες συναδέλφους σας, τις ηθοποιούς Σοφία Καψούρου και Ασπασία Κοκόση. Σχεδιάζετε επί σκηνής μια σειρά από σκίτσα μέσα σε λίγα μόλις λεπτά. Ποια συναισθήματα κυριαρχούν εκείνη τη στιγμή μέσα σας και τα αποτυπώνετε επί τόπου στο χαρτί;

Οι  “Ερωμένες στον Καμβά” είναι μια πρωτόγνωρη εμπειρία για εμένα από κάθε άποψη αλλά και μια πρόκληση προς τη σχεδιαστική μου ετοιμότητα! Αν και στο μυαλό μου έχω ήδη διαμορφωμένο ένα σκελετό από λέξεις και γεγονότα του έργου, που η φαντασία μου έχει μετατρέψει σε εικόνες και γνωρίζω περίπου πότε είναι η κατάλληλη στιγμή για να τις ζωγραφίσω, η εμπειρία μου μέχρι στιγμής, μου έδειξε ότι ποτέ μια παράσταση δεν είναι ίδια με την άλλη, οπότε κι εγώ ακολουθώ το ρυθμό που μου δίνουν οι ηθοποιοί αλλά και την εκάστοτε ψυχική μου διάθεση. Ήταν λίγο τρομακτικό στην αρχή να μην ξέρεις τι να περιμένεις σε κάθε παράσταση, αλλά πλέον έχω εξοικειωθεί με την ιδέα και το απολαμβάνω. Επιπλέον έχει τρομερό ενδιαφέρον να παρατηρώ τις ηθοποιούς την ώρα που δίνουν ολοκληρωτικά τον εαυτό τους στη σκηνή. Πολλές φορές όταν στερεύω από ιδέες, μια κίνηση στο σώμα τους ή μια έκφραση του προσώπου τους μπορούν να με ενεργοποιήσουν ξανά. Βέβαια υπάρχει κι ένα όριο στο πόσο μπορώ να αφεθώ, γιατί υπάρχουν δράσεις και μετακινήσεις στο χώρο που εκτελώ σε συγκεκριμένες χρονικές στιγμές

Το 2011 συμμετείχατε στο Φεστιβάλ Unblock Art, στη Θεσσαλονίκη. Με ποιον τρόπο μπορεί κανείς σήμερα, έτσι όπως έχει διαμορφωθεί η ζωή μας, να “ξεκλειδώνει” τις άγνωστες πτυχές του εαυτού του μέσω της Τέχνης;

Νομίζω με το να μη φοβάσαι. Ο φόβος είναι διάχυτος αυτή τη στιγμή στη χώρα μας και επηρεάζει τρομερά τη γενιά μου, γινόμαστε εκτελεστές και όχι δημιουργοί. Για να κάνεις Τέχνη, πρέπει να ξεπεράσεις πολλούς φόβους, όπως τα όρια που βάζεις εσύ στον εαυτό σου σχετικά με τις δυνατότητές σου, τη γνώμη των άλλων για τη δουλειά σου ακόμα και το να απορρίπτεις κάποιες ιδέες σου στην προσπάθεια να δημιουργήσεις κάτι καινούριο. Δε συζητώ για το φόβο της επαγγελματικής/οικονομικής αποκατάστασης, αυτό μας αφορά όλους.

Ποια χρώματα θα επιλέγατε, για να δημιουργήσετε έναν πίνακα, που να απεικονίζει πιστά τη μορφή της Ελλάδας, όπως παρουσιάζεται στην παρούσα στιγμή;

Η πραγματικότητα είναι πολύ σκληρή από μόνη της και τη ζούμε όλοι καθημερινά, οπότε δεν ξέρω αν θα μπορούσα να μπω σε μια διαδικασία αποτύπωσης της Ελλάδας χωρίς να γίνω μελοδραματική.

Πριν από λίγα χρόνια, αφήσατε τα χνάρια σας και στην έκθεση “Ο Γκόγια στο Τελλόγλειο Ίδρυμα”. Ο Ισπανός ζωγράφος που ανήκε στο καλλιτεχνικό ρεύμα του Ρομαντισμού. Κατά πόσο πιστεύετε ότι τα έργα τέχνης αφυπνίζουν το ρομαντικό στοιχείο μέσα μας, σε μια μάλλον μη ρομαντική εποχή;

Μα και η εποχή του Ρομαντισμού δεν ήταν καμιά ειδυλλιακή περίοδος για την ανθρωπότητα. Μπορεί να αναδείχτηκαν σπουδαίες προσωπικότητες στις Τέχνες και τα Γράμματα αλλά ο κόσμος πέθαινε από τη φτώχια και τις επιδημίες και στην Ευρώπη επικρατούσε συνεχής πόλεμος. Ο Γκόγια στα χαρακτικά του καταδεικνύει με ωμό τρόπο τις αγριότητες του πολέμου και της Ιεράς Εξέτασης –όλη η ανθρώπινη διαστροφή μαζεμένη. Ο Ρομαντισμός βάζει στο προσκήνιο τις υπαρξιακές αγωνίες του ανθρώπου. Γιατί, λοιπόν σήμερα ένα έργο τέχνης να μην αφυπνίζει το ρομαντικό στοιχείο μέσα μας; Ο πόλεμος υπάρχει παντού, είτε με τη μορφή μιας οικονομικής κρίσης, είτε με την κυριολεκτική σημασία της λέξης.


Έχετε δημιουργήσει μια σειρά από ζωγραφικά έργα εμπνευσμένα από κλασικά αριστουργήματα που φιλοξενούνται στο Μουσείο της Ακρόπολης. Ποιο είναι το χαρακτηριστικό της τεχνοτροπίας σας, το οποίο κάνει τα έργα σας να ξεχωρίζουν από άλλα έργα, που έχουν κατά καιρούς φιλοτεχνηθεί και είναι βασισμένα στο ίδιο θέμα;

Τα έργα αυτά είναι ανεξάρτητα από την υπόλοιπη δουλειά μου και αποτελούν πιο πολύ μια μελέτη των εκθεμάτων του Μουσείου. Έχω απλοποιήσει φόρμες και λεπτομέρειες, γιατί ήθελα να τα προσεγγίσω με μια πιο ζωγραφική και φρέσκια ματιά. Χρησιμοποίησα το βαθύ μπλε και κόκκινο των αγαλμάτων, την τερακότα από τα ερυθρόμορφα και μελανόμορφα αγγεία και το πράσινο της ελιάς –χρώμα που παραπέμπει άμεσα στο ελληνικό τοπίο και τέχνη– ως φόντο σε κάθε μία από τις ζωγραφιές μου. Με αφετηρία, λοιπόν το χρώμα του χαρτιού καθορίστηκε και η υπόλοιπη χρωματική γκάμα, που αποκτά μια δική της συνοχή αναιρώντας την ύλη του μαρμάρου. Δεν γνωρίζω αν ξεχωρίζουν από άλλα αντίστοιχα έργα, και η πρωτοτυπία δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά πιστεύω ότι δεν θα σταματήσουμε ποτέ να αντλούμε έμπνευση και γνώσεις από την πολιτιστική μας κληρονομιά.

Τον ερχόμενο Σεπτέμβρη θα συμμετάσχετε με μια πρωτότυπη πρόταση, σε έκθεση που διοργανώνεται από το TAF (The Art Foundation). “Το χρώμα λειτουργεί ταυτόχρονα ως ορίζοντας την ώρα που ο ήλιος αρχίζει να δύει”, έχετε αναφέρει σχετικά με αυτό το εγχείρημα. Θα μπορούσαμε να κάνουμε το ίδιο και με τον “ορίζοντα” της ζωής μας σήμερα; Να τον διαμορφώσουμε επιλέγοντας τα πιο θερμά χρώματα, έστω κι αν φαινομενικά, ο ήλιος φαίνεται σταδιακά να… δύει;

Σίγουρα δεν υπάρχει μια συνταγή που να εξασφαλίζει σε όλους την ευτυχία, αυτό είναι  ζήτημα ψυχοσύνθεσης και  βιωμάτων που έχει ο κάθε άνθρωπος. Εγώ προσωπικά αντλώ μεγάλη ευχαρίστηση κάθε φορά που φτιάχνω κάτι με τα χέρια μου. Η χειρωνακτική εργασία, όταν έχει τη δημιουργία ως σκοπό, δίνει άλλο νόημα στα πράγματα, καταργεί για λίγο την πραγματικότητα και τον χρόνο, σε απελευθερώνει. Ο ψηφιακός κόσμος μέσα στον οποίο ζούμε πλέον, μας έχει στερήσει αυτή τη δυνατότητα που είναι πρωταρχική ανάγκη του ανθρώπου.

Ποιο είναι το μεγαλύτερο όνειρο που θα θέλατε να πραγματοποιηθεί μελλοντικά, αναφορικά με την πορεία σας στο χώρο της καλλιτεχνικής δημιουργίας; 

Δεν είναι ότι έχω κάποιο συγκεκριμένο επίτευγμα στο μυαλό μου, που θεωρώ ότι θα εξασφαλίσει την καλλιτεχνική μου ολοκλήρωση. Πιο πολύ θέλω να εξακολουθήσω να νιώθω την ίδια ανάγκη να εκφράζομαι μέσα από την καλλιτεχνική δημιουργία.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου