Τετάρτη 18 Μαΐου 2016

Πλάτωνα, Απολογία Σωκράτη: Υπερασπίζοντας την αλήθεια μέχρι τέλους



Γράφει η Βίκυ Καλοφωτιά

…αγναντεύοντας το πέλαγος, εκεί όπου η υδάτινη γραμμή των αφρισμένων κυμάτων μοιάζει να σμίγει με την απέραντη αγκαλιά του ουρανού, αχνοφαίνεται το κατάρτι του ιερού πλοίου που επιστρέφει από τις γιορτές της Δήλου. Είναι εμφανές με τα μάτια της φαντασίας και της καρδιάς, σε κάθε έναν από τους θεατές που έχουν πάρει τις θέσεις τους εντός της αίθουσας του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά. Εκεί, όπου ο σκηνοθέτης Δήμος Αβδελιώδης, οι ηθοποιοί Βασίλης Καραμπούλας και Θανάσης Δισλής και όλοι οι συντελεστές της παράστασης –που ανεβαίνει για πρώτη φορά στην αρχαία ελληνική γλώσσα, με υπέρτιτλους στα νέα ελληνικά και στα αγγλικά– καταθέτουν την ψυχή τους για να λάμψει η αναπαράσταση της δίκης ενός φιλοσόφου που δεν δίστασε να εξαργυρώσει τη ζωή του με τον αγώνα για την επικράτηση του αληθινού. Εαυτού, ιδανικών, αξιών, ουσίας, νοήματος, ζωής. 

Και το πλοίο όλο και πλησιάζει προς την ακτή…

Πρόκειται για ένα πλοίο, στολισμένο με λουλούδια γύρω από τα ολόλευκά του πανιά, το οποίο θα αράξει σε λίγη ώρα στο λιμάνι προμηνύοντας για κάποιους μια νέα αρχή. Για κάποιους, που ίσως δεν έχουν μάθει να υπερασπίζονται μέχρι τέλους την αποστολή που έχουν έρθει να αποπερατώσουν στη ζωή. Για κάποιους που έχουν μάθει να κρύβουν τεχνηέντως τον πραγματικό τους εαυτό φορώντας αυτοσχέδιες και συνήθως κακοφτιαγμένες μάσκες. Μάσκες που τους προσδίδουν χαρακτηριστικά όμοια με αυτά του κοπαδιού, της μάζας, της αγέλης που δεν τολμά να στρέψει το βλέμμα ψηλά και να υπερασπιστεί την αλήθεια…

Την ίδια ώρα, όμως, σε ένα σκοτεινό μπουντρούμι χωμένο βαθιά στη γη, ένας άλλος άνθρωπος απέχει λίγες μόλις ώρες από τη στιγμή που θα κυλήσει στο αίμα του το κώνειο, αφού καταδικάστηκε σε θάνατο ακριβώς επειδή τόλμησε να βάλει πάνω από όλους και όλα, αυτήν. Την αλήθεια. Την αλήθεια που διαπνέει την ίδια τη ζωή σε κάθε της βήμα. Την αλήθεια που φωλιάζει στην ψυχή του καθενός, φτάνει μόνο να βρίσκει το θάρρος να την αναζητά και να την αποκαλύπτει. Πάση θυσία. Όπως αυτός, ο Σωκράτης “που ερευνά με περιττό ζήλο τα φαινόμενα που συμβαίνουν κάτω από την γη και στον ουρανό”. Που τόλμησε να συνδιαλέγεται με τους νέους της πόλης των Αθηνών, από όλες τις κοινωνικές τάξεις, μεταδίδοντάς τους αμισθί τη δίψα για αμφισβήτηση, ανατροπή, δημιουργία, χάραξη νέων δρόμων, μονοπατιών, λεωφόρων γνώσης,  δύναμης και σοφίας. Πέρα από τα στενά όρια της “γυάλας”. Εκεί, όπου φτάνουν μόνο όσοι μπορούν να ατενίζουν τον ήλιο χωρίς προστατευτικούς φακούς και όσοι έχουν μάθει να περπατούν στην κόψη του ξυραφιού χωρίς να κρατιούνται από φαινομενικά ανθεκτικά σχοινιά. 

Η κλεψύδρα πάνω στη σκηνή έχει ήδη γυρίσει ανάποδα. Ο χρόνος τρέχει, τα λεπτά μοιάζουν να έχουν επιδοθεί σε αγώνα δρόμου καθώς εκείνος ξετυλίγει την Απολογία του μπροστά στους δικαστές, τους κατηγόρους του, τα μέλη της Εκκλησίας του Δήμου, τον συγκεντρωμένο κόσμο που παρίσταται στη δίκη αυτού του άνδρα που ξυπνούσε όλους τους από το λήθαργο σαν την “αλογόμυγα”, όπως ο ίδιος παρομοιάζει τον εαυτό του σε κάποιο σημείο του δικανικού λόγου που γράφτηκε από τον μαθητή του, τον Πλάτωνα και αποτελεί τον μοναδικό διάλογο, στον οποίο ο Πλάτωνας αναφέρει ότι ήταν και ο ίδιος παρών στο συγκλονιστικό αυτό γεγονός. 


“…γιατί, αν με σκοτώσετε, δε θα βρείτε εύκολα άλλον τέτοιο σαν και μένα, που, κυριολεκτικά –αν και ακούγεται λίγο αστείο– τοποθετήθηκε από τον Θεό στην πόλη όπως μία αλογόμυγα πάνω σε άλογο μεγαλόσωμο και καθαρόαιμο, νωθρό όμως εξαιτίας του όγκου του, που του χρειάζεται μία αλογόμυγα να το ξυπνάει…”

Εβδομήντα ετών, με τα κιτρινισμένα του ρούχα και δύναμή του το λόγο και τη σοφία που πρόβλεψαν και οι χρησμοί από το θεϊκό βασίλειο, στέκεται μπροστά στο κατηγορητήριο, κοιτάζοντάς τους στα μάτια. Έναν προς έναν. Τον Άνυτο, τον Μέλητο, τον Λύκωνα και όλους όσους έχουν βαλθεί να τον οδηγήσουν εκτός πόλης, εκτός ελευθερίας, εκτός αληθινού εαυτού, εκτός ζωής. Εκείνος, όμως είναι αποφασισμένος να παραμείνει πιστός στην αποστολή του, πιστός στο αίσθημα της ευθύνης του απέναντι στους μαθητές του και το Θεό, και καμία ικεσία δεν θα ξεστομιστεί από τα χείλη του προκειμένου να εξασφαλίσει την απαλλαγή του από την κατηγορία που τον έστειλε στο εδώλιο του δικαστηρίου. Δεν είναι μήτε ασεβής προς τους θεούς, μήτε “διαφθορέας” και το να συνεχίσει να ζει χωρίς να φιλοσοφεί –κάτι που ενδεχομένως θα τον “γλίτωνε” από το βεβιασμένα επιβεβλημένο ταξίδι στον Άδη– ισοδυναμεί με ζωή χωρίς οξυγόνο. Άρα θάνατο. Μεταφορικό και κυριολεκτικό. Θάνατο και μάλιστα ατιμωτικό, αφού θα έχει αναγκαστεί να αρνηθεί την αλήθεια στο όνομα μιας προσωρινής και κίβδηλης απαλλαγής. 

Δεν είναι ζωή αυτή, όχι…

Όχι για κάποιον που με όση δύναμη του έχει πλέον απομείνει, κραυγάζει ότι “δεν κάνω τίποτε άλλο από το να τριγυρίζω και να προσπαθώ να σας πείσω όλους, νέους και γέρους, να μη φροντίζετε πρώτα από όλα και με τόσο ζήλο για το σώμα σας και τα χρήματα, αλλά για το πώς θα κάνετε την ψυχή σας όσο το δυνατόν καλύτερη…”

30 ψήφοι διαφορά στην πρώτη ψηφοφορία, μετά το πρώτο μέρος της Απολογίας. 30 ψήφοι παραπάνω, οι οποίες τον κρίνουν ένοχο για τα όσα του καταμαρτυρούν οι κατήγοροι. Κι όμως αυτός εκεί, να φορά με θάρρος την ψυχική πανοπλία των αληθινών πολεμιστών και να δέχεται αδιαμαρτύρητα το πεπρωμένο. Το πεπρωμένο που καλούνται να σηκώσουν στους ώμους τους, όλοι εκείνοι που έχουν έρθει στη γη για να λειτουργήσουν ως “αλογόμυγες”…

Έστω κι αν το τίμημα είναι η ίδια τους, η πολύτιμη ζωή…

[...] Θα μπορούσε ίσως κάποιος σας να με διακόψει. Μα, Σωκράτη, τι σόι πράγμα είναι η δική σου περίπτωση; Για ποιο λόγο γεννήθηκε όλη αυτή η εχθρότητα εναντίον σου; Γιατί αν δεν έκανες τίποτα περισσότερο απ'ό,τι κάνουν κι οι άλλοι, ασφαλώς και δε θα'χε γίνει τόσος λόγος και θόρυβος... [...].

Τα φώτα μέσα στο θέατρο έχουν χαμηλώσει, λάμπει όμως στη σκηνή το σθένος και η συγκλονιστική ερμηνεία των ηθοποιών, οι καθοριστικές πολύτιμες σκηνοθετικές πυξίδες του Δήμου Αβδελιώδη και ο λόγος του Πλάτωνα. Φέγγει παντού γύρω η κάθε λέξη, το κάθε νόημα, το κάθε συναίσθημα που αναβλύζει από τα βάθη της ψυχής και αποκαλύπτεται με τη μορφή δακρύων στα πρόσωπα των θεατών. Είναι δάκρυα υπερηφάνιας για το ότι η χώρα με τον πιο γαλάζιο ουρανό σε όλον τον κόσμο, φέρει στα “σπλάχνα” της μια ανυπολόγιστης αξίας πνευματική κληρονομιά. Δάκρυα περηφάνιας για τα “υλικά” από τα οποία είναι κατά βάθος φτιαγμένοι όλοι εκείνοι που πήραν τη σκυτάλη από τέτοιους προγόνους, οι οποίοι μάχονταν για την αλήθεια και την πνευματική αναγέννηση. Δάκρυα σιγουριάς, που πηγάζουν από την πίστη ότι αυτό που χρειάζεται να κάνουν οι μεταγενέστεροι, είναι να κλείσουν τα αυτιά στις Σειρήνες του κόσμου και να συνειδητοποιήσουν την αξία τους. Τη δύναμή τους. Την τόλμη τους.

 
Ο Σωκράτης κλείνει την απολογία του με τα εξής λόγια:

“Αλλά τώρα είναι ώρα να φύγουμε, εγώ για να πεθάνω και σεις για να ζήσετε. Ποιοι από μας πηγαίνουν σε καλύτερο πράγμα, είναι άγνωστο σε όλους εκτός από τον Θεό. Ωστόσο, ο θάνατος δεν είναι κακό, γιατί είτε μοιάζει με ύπνο χωρίς όνειρα, είτε είναι ταξίδι στον Άδη, όπου μπορεί κανείς να συναντήσει ήρωες και σοφούς ποιητές, όπως ο Ησίοδος και ο Όμηρος...

Οι προβολείς στρέφουν το πύρινο βλέμμα τους στη σκηνή. Το χειροκρότημα διαρκεί για ώρα πολλή. Τόση, όση χρειάζεται για να μεταφερθούμε από το 399 π.Χ. ξανά στο σήμερα, το τώρα, το εδώ, το 2016.

Ή μήπως όσα χρόνια κι αν πέρασαν, το ημερολόγιο εξακολουθεί να δείχνει 399 π.Χ...;

Αυλαία.

*Πηγή φωτογραφίας 4: Επίσημη ιστοσελίδα Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος/ Γιώργος Χρυσοχοΐδης
  
Δείτε στο παρακάτω βίντεο, απόσπασμα από την παράσταση “Πλάτωνα, Απολογία Σωκράτη”

  
*Στοιχεία Παράστασης:
 
Συγγραφέας: Πλάτωνας
Μετάφραση: Δήμος Αβδελιώδης
Σκηνοθεσία: Δήμος Αβδελιώδης
Διδασκαλία: Δήμος Αβδελιώδης
Σκηνικός χώρος: Δήμος Αβδελιώδης  
Εικαστική παρέμβαση: Αριστείδης Πατσόγλου
Ειδικές κατασκευές: Κώστας Κοτσανάς
Επιμέλεια μετάφρασης υπερτιτλισμού: Αμαλία Κοντογιάννη
Βοηθός σκηνοθέτη: Αθηνά Ζώτου
Βοηθός σκηνοθέτη: Ειρήνη Ζάρρα
Οργάνωση παραγωγής: Αθηνά Σαμαρτζίδου
Ηθοποιοί: Βασίλης Καραμπούλας (Σωκράτης), Θανάσης Δισλής (Μέλητος)
Διοργανωτής: Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος (ΚΘΒΕ).

*Διαβάστε περισσότερες πληροφορίες στον ακόλουθο σύνδεσμο:


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου