Οι Λοκροί, πανάρχαιο ελληνικό φύλο που κατοικούσε στην κεντρική Ελλάδα, άφησαν την σφραγίδα τους και στη νότια Ιταλία (αρχαία Μεγάλη Ελλάδα) ιδρύοντας την αποικία Επιζεφύριοι Λοκροί στην χερσόνησο της Καλαβρίας. Ακόμα και σήμερα, η σύγχρονη ιταλική κωμόπολη στην ίδια περιοχή ονομάζεται Λόκρι προς τιμήν των ιδρυτών της αρχαίας πόλης.
Αρχαιολογικός χώρος βρίσκεται σήμερα τρία χιλιόμετρα μακριά. Για την ανάδειξη των πολιτιστικών κοιτασμάτων έχει δημιουργηθεί μουσείο αλλά το σημαντικότερο αξιοθέατο που μπορεί να δει ο επισκέπτης είναι το ιερό της Περσεφόνης, από τα πιο ξακουστα της αρχαιότητας. Βρίσκεται στους πρόποδες του όρους Mannella, στους Επιζεφύριους Λοκρούς. Η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στην επιφάνεια 200 τερακότες - αφιερώματα (τάματα), με σκηνές από την αρπαγή της Περσεφόνης.
Αρχαιολογικός χώρος βρίσκεται σήμερα τρία χιλιόμετρα μακριά. Για την ανάδειξη των πολιτιστικών κοιτασμάτων έχει δημιουργηθεί μουσείο αλλά το σημαντικότερο αξιοθέατο που μπορεί να δει ο επισκέπτης είναι το ιερό της Περσεφόνης, από τα πιο ξακουστα της αρχαιότητας. Βρίσκεται στους πρόποδες του όρους Mannella, στους Επιζεφύριους Λοκρούς. Η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στην επιφάνεια 200 τερακότες - αφιερώματα (τάματα), με σκηνές από την αρπαγή της Περσεφόνης.
Του Ανδρέα Αναγνωστόπουλου
Οι Λοκροί κατοικούσαν στην κεντρική Ελλάδα και συγκεκριμένα στην Λοκρίδα, η οποία, στην αρχαιότητα, χωριζόταν σε δύο περιοχές. Σύμφωνα με τον γεωγράφο Στράβωνα, στα δυτικά κατοικούσαν οι Εσπέριοι ή Οζόλες Λοκροί, σε μια περιοχή η οποία βρισκόταν στους σημερινούς νομούς Φωκίδας και Αιτωλοακαρνανίας.
Στα ανατολικά (“Εώα Λοκρίς”) οι Λοκροί κατοικούσαν στην περιοχή του σημερινού νομού Φθιώτιδας. Αυτοί με την σειρά τους χωρίζονταν σε Λοκρούς Οπούντιους (σ’ αυτούς δηλαδή που είχαν μητρόπολη τον Οπούντα) και Λοκρούς Επικνημίδιους (που ονομάζονταν έτσι από το βουνό δίπλα στο οποίο ζούσαν, την Κνημίδα, με κυριότερη πόλη το Θρόνιο. Επιφανής ήρωας των Λοκρών υπήρξε ο Αίας ο Λοκρός, που έλαβε μέρος στον Τρωικό Πόλεμο.
Σχετικά με την καταγωγή των Λοκρών υπάρχουν δύο εκδοχές. Οι Λοκροί ίσως να ήταν από τα πρώτα δωρικά φύλα που έφτασαν στη νότια Ελλάδα. Κατά μία δεύτερη εκδοχή, οι Λοκροί προέρχονταν από τους Λέλεγες και πήραν το όνομά τους από τον βασιλιά Λοκρό.
Η εν λόγω αποικία ιδρύθηκε γύρω στο 680 με 670 π.Χ., στην περιοχή της νότια Καλαβρίας από Λοκρούς προερχόμενους και από την Οπούντια και από την Οζολία Λοκρίδα. Ο προσδιορισμός «Επιζεφύριοι» προέρχεται από τον δυτικό άνεμο Ζέφυρο, όνομα το οποίο έδωσαν και στο γειτονικό ακρωτήριο. Η κοινωνία των αποίκων αυτών ήταν μητριαρχική.
Όντας από τις πιο σημαντικές και εύπορες της Μεγάλης Ελλάδας, η πόλη δεν διέθετε φυσικό λιμάνι αλλά αποτελούσε υποχρεωτικό σταθμό για όσους ταξίδευαν προς τη Σικελία ή τον πορθμό της Μεσσήνης.
Έναν αιώνα μετά από την ίδρυσή της, χτίστηκε μεγάλο τείχος γύρω από την πόλη, ενώ έξω από αυτή υπήρχαν αρκετά νεκροταφεία, μερικά από τα οποία ήταν πολύ μεγάλα. Σύμφωνα με τον Στράβωνα, ο ιδρυτής της ονομαζόταν Ευάνθης.
Έναν αιώνα μετά από την ίδρυσή της, χτίστηκε μεγάλο τείχος γύρω από την πόλη, ενώ έξω από αυτή υπήρχαν αρκετά νεκροταφεία, μερικά από τα οποία ήταν πολύ μεγάλα. Σύμφωνα με τον Στράβωνα, ο ιδρυτής της ονομαζόταν Ευάνθης.
Εξάλλου, η αποικία Επιζεφύριοι Λοκροί ήταν διάσημη στην αρχαιότητα ως η πατρίδα του Ζάλευκου, του πρώτου νομοθέτη σε όλον τον αρχαίο ελληνικό κόσμο, φημισμένου για τους πολύ σκληρούς νόμους που είχε θεσπίσει.
Κατά τον Δεύτερο Καρχηδονιακό Πόλεμο, το 205 π.Χ., η πόλη κατακτήθηκε από τους Ρωμαίους. Η αποικία ήταν επίσης πολύ γνωστή για τα εργαστήρια κεραμικής και τους ανάγλυφους "πίνακες" που απεικόνιζαν τον κύκλο της Περσεφόνης, της θεϊκής προστάτιδας της περιοχής. Πολλές από αυτές τις ανάγλυφες εικόνες έχουν βρεθεί στον τοπικό ναό της Περσεφόνης και χρονολογούνται από τον 5ο αιώνα π.Χ.
Τα ερείπια της αρχαίας πόλης βρίσκονται σε απόσταση τριών χιλιομέτρων από την τωρινή πόλη Λόκρι και περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, μια ελληνική νεκρόπολη και δύο ναούς (έναν ιωνικού ρυθμού και έναν δωρικό ναό).
Ο αρχαιολογικός χώρος των Επιζεφύριων Λοκρών ανασκάφηκε αρχικά από τον Δούκα του Λούινς γύρω στο 1830, ο οποίος πραγματοποίησε την ανασκαφή στη περιοχή της οικίας Μαραφιότι, ανακαλύπτοντας τον ναό του Δία, του 6ου αιώνα π.Χ..
Περισσότερες έρευνες πραγματοποιήθηκαν από τον Ιταλό αρχαιολόγο Πάολο Όρσι στις αρχές του 20ού αιώνα (1907 - 1915), ο οποίος εκείνη την εποχή είχε αναλάβει έφορος αρχαιοτήτων στην Καλαβρία και πολλές ανασκαφές στην ευρύτερη περιοχή σχετίζονται με την δουλειά του.
Φτάνοντας στον αρχαιολογικό χώρο, το πρώτο μέρος που βλέπει ο επισκέπτης είναι το Αρχαιολογικό Μουσείο με ορισμένα εξαιρετικά εκθέματα. Σε αυτά περιλαμβάνεται ένας ερυθρόμορφος κρατήρας, που αποδίδεται στον "Ζωγράφο του Λόκρι" (4ος αιώνας π.Χ.), μια όμορφη κεφαλή γυναίκας (επίσης 4ος αιώνας π.Χ.) και ένα χάλκινο κράνος (3ος αιώνας π.Χ.)
Πίσω από το μουσείο, υπάρχουν τα ερείπια του ιωνικού ναού, που κτίστηκε σε δύο διαφορετικές περιόδους: η πρώτη χρονολογείται τον 7ο αιώνα π.Χ. και η δεύτερη τον 5ο αιώνα π.Χ.
Στις ανασκαφές ανακαλύφθηκαν ακόμη ένα υπέροχο άγαλμα αλόγου των Διοσκούρων (Κάστορα και Πολυδεύκη, υιών του Διός) καθώς και το άγαλμα μιας Νιηρίδος.
Δίπλα στους ναό Μαραρά βρίσκονται τα ερείπια των ισχυρών τειχών του αρχαίου φρουρίου και ενός επιβλητικού πύργου. Συνεχίζονταν νότια μέσα στην αρχαία ελληνική πόλη, ο επισκέπτης μπορεί να δει το αρχαίο θέατρο
Επιστρέφοντας προς το αρχαιολογικό μουσείο, οι περιηγητές μπορούν να δουν αρχαίες ρωμαικές θέρμες (λουτρά), ενώ πιο πέρα στέκει το ιερό της Περσεφόνης ( κτισμένου κατά το δεύτερο μισό του 5ου αιώνα π.Χ.), στο οποίο ανακαλύφθηκαν περίπου 200 τερακότες - αφιερώματα (τάματα), με σκηνές από τον μύθο της απαγωγής της Περσεφόνης από τον Άδη.
Ένα άγαλμα της Περσεφόνης που ανακαλύφθηκε τυχαία στην περιοχή εκλάπη στις αρχές του 20ου αιώνα και μεταφέρθηκε στη Γερμανία, όπου εκτίθεται στο Βερολίνο. Πολλά αρχαία νομίσματα επίσης εκλάπησαν.
Πηγές
Valerio M. Manfredi, Οι Έλληνες της Δύσης, Εκδοτικός Οργανισμός Λιβάνη, 1997, σελ. 241
Smith W. - "Dictionary of Greek and Roman Geography", 1854
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου