Σάββατο 1 Φεβρουαρίου 2020

Ο δρόμος περνά από μέσα...Όταν το θέατρο σε γυρίζει στην Αθήνα της αντιπαροχής


Ένα παλιό κτίριο γίνεται σύμβολο μιας γενιάς που αναπολεί  και θέλει να κρατήσει τις δικές της αισθητικές αξίες. Το παλιό οίκημα με τις αντίκες και τα «κατοικίδια» σκουλήκια  που απειλούν τα έπιπλα γίνεται το μήλον της έριδος μεταξύ των μελών μιας οικογένειας. Η παλιά και η νέα γενιά συγκρούονται. Ο βετεράνος της ζωής θέλει να κρατήσει όρθιο το πατρικό του-το κάστρο του, ενώ ο νεότερος ανιψιός επιθυμεί την κατεδάφιση και την ανέγερση μιας πολυκατοικίας.

της Μαρίας Αλιμπέρτη

Το έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη «Ο δρόμος περνά από μέσα»  που ανεβαίνει στο Θέατρο Μικρό Χόρν, μας γυρνά χρόνια πίσω, στην Αθήνα της αντιπαροχής και της πολυκατοικίας όταν τα παλιά σπίτια της πόλης απειλήθηκαν και πολλά νεοκλασικά αριστουργήματα κατεδαφίστηκαν προς χάριν της προόδου.


 Το έργο θα μπορούσε να  έχει και ένα δεύτερο επίπεδο ερμηνευτικής προσέγγισης αυτό της αντίστασης στον φθοροποιό χρόνο και το γήρας αλλά και την αδηφάγα διάθεση των νέων για μια καλύτερη ζωή που αναζητείται σε υλικά αγαθά παρακάμπτοντας ακόμη και οικογενειακά κειμήλια.


Ενδοσκόπηση  ή αποτύπωση της κοινωνίας; Ο συγγραφέας ισορροπεί το έργο ανάμεσα στα δυο και ο σκηνοθέτης Χρήστος Σουγάρης σέβεται τις επιταγές του, δημιουργεί ήρωες πραγματικούς που παλεύουν εσωτερικά, ενώ αποδίδει το δίλημμα μια  εποχής όταν η Αθήνα  ήταν ένα εργοτάξιο  και τα νεοκλασικά «έπεφταν» στον βωμό  του μοντερνισμού και των ανέσεων της νέας γενιάς. Όταν πια η παλιά αριστοκρατία αντικαθίσταται από την νεόπλουτη και νέο-αστική τάξη.


Ακολουθώντας το λυρικό πνεύμα του συγγραφέα, οι πέντε χαρακτήρες εκφράζουν τις αγωνίες και τους φόβους τους, μαζί τις έγνοιες της γενιάς τους, αντανακλώντας ταυτόχρονα τις εσωτερικές ανθρώπινες δυνάμεις που αντικρούονται σε ψυχικό επίπεδο για να επικρατήσουν.
Η διεισδυτική ματιά του σκηνοθέτη υπεισέρχεται σε βαθιά πεδία αυτά της παθογένειας της οικογένειας, η οποία για λόγους κοινωνικού καθωσπρεπισμού  διατηρούν ανείπωτα  τα αρνητικά βιώματα. 

Ωστόσο, το έργο δεν χάνει τον εύθυμο τόνο, χάρη στις απολαυστικές ερμηνείες των Ρούλα Πατεράκη, Πέρη Μιχαηλίδη, Πάρι Θωμόπουλο, Κωνσταντίνα Κλαψινού και Αλέξανδρο Βάρθη.




Με μαεστρία ο σκηνοθέτης καταφέρνει να προσελκύει την προσοχή  και να γεννά τον προβληματισμό, να καλεί τους θεατές να κάνουν αναγωγές και συνειρμούς, αλλά χωρίς να συμπαρασύρει στην θλίψη.

Στην επιτυχία της παράστασης  συμβάλει κατά μεγάλο βαθμό και το  σκηνικό εύρημα του κουκλόσπιτου, της  Ελένης Μανωλοπούλου, το οποίο εισαγάγει τον θεατή στο εσωτερικό  χώρο του σπιτιού, ενός ιδιωτικού σύμπαντος και αποδίδει τις ψυχικές επενδύσεις  σ’ αυτό: μνήμες, αδυναμίες, τραύματα, σκέψεις  και στάσεις ζωής.

Στην  ιδιαίτερη  ατμόσφαιρα προσφέρουν η μουσική του ταλαντούχου Στέφανου Κορκολή αλλά οι επιδέξιοι φωτισμοί του Γιάννη Δρακουλαράκου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου