Σάββατο 12 Μαρτίου 2016

“Η Όπερα της πεντάρας”: Ανοίγοντας τα φτερά να πετάξεις…



Γράφει η Βίκυ Καλοφωτιά

“…δεν θα σας πω ακόμη πώς με λένε, αν και με αυτά που θα σας περιγράψω, σίγουρα θα καταλάβετε ποιος είναι αυτός που στέκεται μπροστά σας και αφηγείται την ιστορία του. Την ιστορία της ζωής του ή την ιστορία της καταστροφής του. Ή την ιστορία που τον έκανε να καταλάβει έστω και την ύστατη στιγμή ότι η ζωή θέλει αλήθεια και εντιμότητα και σεβασμό και καρδιά που γεμίζει όταν δίνει και αδειάζει μέχρι την τελευταία σταγόνα, όταν αφαιρεί…

…δεν ξέρω πολλά, ούτε με σοφία να σας μιλήσω, μπορώ. Αυτό, όμως που μπορώ στα σίγουρα να κάνω, είναι να στρέψω το βλέμμα μου ψηλά, πάνω από το κεφάλι μου, για να νιώσω ότι σπατάλησα τη ζωή μου, ανεβάζοντας στο θρόνο το άδικο και την απάτη και το μίσος, και αφαιρώντας το σκήπτρο της εξουσίας από την ειλικρίνεια, την τόλμη, το πάθος, την ομορφιά. Ναι, το έκανα, το ομολογώ. Δεν υπάρχει λόγος πλέον να το αρνηθώ. Και δεν θέλω κιόλας. Όχι τώρα. Όχι αυτήν τη στιγμή. Τώρα, που, στρέφοντας το βλέμμα λίγα εκατοστά πάνω από το κεφάλι μου, νιώθω την τριχιά που αιωρείται απειλητικά στο κενό, να τυλίγεται ήδη γύρω από το λαιμό μου. Στέκομαι εδώ μπροστά σας. Κρατώ στα χέρια, ένα κόκκινο τριαντάφυλλο. Η ουλή στο πρόσωπό μου, εδώ. Η ουλή στην ψυχή μου πιο έντονη από ποτέ. Η αγχόνη περνιέται γύρω από το λαιμό μου και η αναπνοή μου χάνεται. Ένας-ένας όλοι αυτοί που αδίκησα, σφίγγουν τη θηλιά κι άλλο, κι άλλο, κι άλλο…

…και τότε ξαφνικά ακούγεται ο ήχος που κάνουν τα φτερά του καθώς πετάει για να αλλάξει την πορεία του πεπρωμένου. Ένα λευκό περιστέρι…”.


Κοιτάζω δεξιά κι αριστερά. Όχι, οι άνθρωποι γύρω μου δεν είναι ρακένδυτοι (ή μήπως είναι;) ούτε ζητιανεύουν στην άκρη του δρόμου για ένα κομμάτι ψωμί (ή μήπως όντως το πράττουν;) ούτε περιμένουν –τρίβοντας με ευχαρίστηση τα χέρια τους– να δουν τον Μακχήθ, τον “μεγαλύτερο εγκληματία της πόλης”, να βρίσκει τραγικό θάνατο δια απαγχονισμού (ή μήπως αυτό ακριβώς κάνουν;). Όχι, είμαι σίγουρη ότι δεν βρίσκομαι σε μια από τις κεντρικές πλατείες του βροχερού Λονδίνου, περικυκλωμένη από απατεώνες, κλέφτες, λωποδύτες, ζητιάνους και μικροεγκληματίες της συμφοράς (ή μήπως εκεί ακριβώς βρίσκομαι;). Ούτε το έτος στο ημερολόγιο παραπέμπει στα τέλη του 1920. Βρίσκομαι σε μια από τις θέσεις του “Θεάτρου Παλλάς”, στο κέντρο της Αθήνας εν έτει 2016, παρακολουθώντας την παράσταση “Η Όπερα της πεντάρας”

Και τα λόγια που ειπώθηκαν στην αρχή, είναι αυτά που φαντάζομαι ότι θα ήθελε να πει ο φοβερός και τρομερός Μακχήθ, αν του δινόταν λίγος ακόμη χρόνος να μιλήσει και να πει τα πράγματα με το όνομά τους. Να μιλήσει για “φίλους” που σε πουλάν και σε αγοράζουν για ένα κομμάτι ψωμί, για “όργανα της τάξης” που “τα κάνουν πλακάκια” με αρχηγούς συμμοριών, για γυναίκες που διαλαλούν την πραμάτειά τους, την καμωμένη από σάρκα, εξοικονομώντας χαρτονομίσματα που κολυμπούν στο αίμα, για συζύγους που πνίγουν τη θλίψη τους στο ποτό, θρηνώντας έτσι τους από καιρό τελειωμένους γάμους που έχουν γίνει φαντάσματα του εαυτού τους, για κόρες που ψάχνουν να βρουν την αγάπη μακριά από οικογένειες ζωντανών νεκρών και συμφεροντολόγων που αυτοχρίζονται “σωστοί γονείς”…

Οι ηθοποιοί στάθηκαν στη σκηνή με τσαγανό και θάρρος δίνοντας ζωή σε ρόλους ανθρώπων που μοιάζουν να προέρχονται από το παρελθόν, κι όμως βρίσκονται ακόμη ανάμεσά μας, ακόμη εδώ, ακόμη ζωντανοί, πιο διψασμένοι από ποτέ για εξουσία, ύλη, συμφέρον, εκμετάλλευση, χρήμα, χρήμα, κι άλλο χρήμα. Τόσο, που νομίζουν ότι θα φτάσει να θάψει για πάντα στη γη, τα παιδικά τους όνειρα για έναν κόσμο πιο όμορφο, πιο δίκαιο, πιο ουσιαστικό, πιο ανθρώπινο. Κι όμως, μέσα τους γνωρίζουν ότι το χρήμα γεννά βία και η βία γεννά κι άλλη βία, μέχρι που το “ο θάνατός σου, η ζωή μου” γίνεται ο μόνος τρόπος για να επιβιώσει κανείς. Όλοι τους έχουν “μολυνθεί” από την κίβδηλη λάμψη του. Ο κύριος Πήτσαμ (Άγγελος Παπαδημητρίου), η κυρία Πήτσαμ (Καρυοφυλλιά Καραμπέτη), η Τζέννυ (Λυδία Φωτοπούλου), η Πόλλυ (Νάντια Κοντογεώργη), ο αστυνόμος Μπράουν (Νίκος  Καραθάνος). Όλοι τους. Και περισσότερο από όλους, εκείνος. Ο Μακχήθ (Χρήστος Λούλης), που “πιάστηκε στη φάκα”, τη στιγμή ακριβώς που πίστεψε, ότι ο κόσμος υποκλινόταν μπροστά του. Ότι ο κόσμος του ανήκε…

“…για τη ζωή ετούτη δεν είσαι αρκετά καλός, μόνο αν σε δείρουν, ίσως δεις το φως…”, ακούγεται από κάθε γωνιά του θεάτρου, μέσα από τους στίχους και τη μελωδία των τραγουδιών που “σκάλισαν” κάποτε στο χαρτί ο Μπέρτολτ Μπρεχτ και ο Κουρτ Βάιλ, μετέφρασε για το τώρα, το σήμερα, το 2016, ο Γιώργος Δεπάστας, και σκηνοθέτησε ο Γιάννης Χουβαρδάς

 Ή μήπως είναι ακόμη τέλη της δεκαετίας του 1920…;

“…τα πεπρωμένα επί της γης είναι σκληρά και ο κόσμος θα παραμείνει αυτός που είναι…”, προσπαθεί να πείσει η κυρία Πήτσαμ, την ομήγυρη. 

Και ίσως τα κατάφερνε να μας πείσει. Ήταν πράγματι πολύ κοντά. Αν εκείνη ακριβώς τη στιγμή δεν ακουγόταν ο ήχος από δυο φτερά που παλεύουν με νύχια και με δόντια να πετάξουν. Δυο φτερά λευκά σαν το χιόνι, που είναι λαβωμένα, αδύναμα και πλέον ατροφικά, φτάνει όμως μόνο να πιστέψουν πάλι από την αρχή στον εαυτό τους για να ξαναβρούν τη δύναμη να πετάξουν. Έστω και λαβωμένα. Έστω και τώρα…

Γιατί, αν όχι τώρα, πότε; Κι αν όχι εμείς, ποιοι...;

  
*Στοιχεία Παράστασης

Συντελεστές - Διανομή:

Μετάφραση: Γιώργος Δεπάστας, Σκηνοθεσία: Γιάννης Χουβαρδάς, Σκηνικά: Εύα Μανιδάκη, Κοστούμια: Ιωάννα Τσάμη, Ενορχηστρωτική επιμέλεια – Διεύθυνση ορχήστρας: Θοδωρής Οικονόμου, Δημιουργία βίντεο: Δημοσθένης Γρίβας, Φωτισμοί: Λευτέρης Παυλόπουλος, Σχεδιασμός ήχου: Κώστας Μπώκος,  Φωνητική διδασκαλία: Μιχάλης Παπαπέτρου, Κινησιολογική επιμέλεια: Αμάλια Μπέννετ, Φωτογραφίες παράστασης: Πάτροκλος Σκαφιδάς, Α' Βοηθός σκηνοθέτη: Νατάσα Τριανταφύλλη, Β' Βοηθοί σκηνοθέτη: Αλέξανδρος Βαμβούκος, Ιωάννα Μπιτούνη, Α’ Βοηθός σκηνογράφου: Θάλεια Μέλισσα, Β’ Βοηθός σκηνογράφου: Έλλη Σπάνια, Βοηθός ενδυματολόγου: Βασιλική Σουρρή.

Πρωταγωνιστούν:

Μακχήθ: Χρήστος Λούλης, Κυρία Πήτσαμ: Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, Κύριος Πήτσαμ: Άγγελος Παπαδημητρίου, Τζέννυ: Λυδία Φωτοπούλου, Αφηγητής, Αστυνόμος Μπράουν: Νίκος Καραθάνος, Πόλλυ: Νάντια Κοντογεώργη, Λούσυ: Κίκα Γεωργίου.

  
Παίζουν με αλφαβητική σειρά οι ηθοποιοί

Αντίνοος Αλμπάνης, Μιχάλης Αφολαγιάν, Μπάμπης Γαλιατσάτος, Ελίζα Γεροντάκη, Έφη Γούση,  Μαριάννα Καβαλλιεράτου, Βασίλης Κουκαλάνι, Ελένη Μπούκλη, Βασίλης Μυλωνάς, Νέστορας Κοψιδάς, Μαρία Νίκα, Γιώργος Τζαβάρας.

Μουσικοί:

Πιάνο: Θοδωρής Κοτεπάνος, Κρουστά: Μαρίνος Τρανουδάκης, Κοντραμπάσο: Χάρης Μέρμυγκας, Μπαντονεόν: Κώστας Ράπτης, Σαξόφωνο alto – κλαρινέτο: Σπύρος Νίκας, Φαγκότο: Βασίλης Πριόβολος, Κιθάρες – μπάντζο: Αλέξανδρος Παπαρίζος, Τρομπέτα: Διονύσης Αγαλιανός, Τρομπέτα: Τάσος Βιτσεντζάτος, Τρομπόνι: Παναγιώτης Ζαφειρόπουλος, Σαξόφωνο σοπράνο: Δημήτρης Χουντής, Σαξόφωνο τενόρο – φλάουτο: Τάσος Φωτίου.

Ημέρες & Ώρες Παραστάσεων:

Τετάρτη & Κυριακή 19:30
Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο 20:30

Θέατρο Παλλάς: Βουκουρεστίου 5, City Link

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου