Το 1806, ο Γερμανός εξερευνητής ανακαλύπτει αρχαία
ερείπια, μεταξύ αυτών έναν ναό που εκτιμάται ότι ανήκει την Ελληνιστική
Περίοδο, τον 3ο αιώνα π.Χ., ο οποίος πιθανότατα ήταν αφιερωμένος στον Ποσειδώνα.
Πρόκειται για τα αρχαία Γάδαρα, τα οποία βρίσκονται στο σημερινό κράτος της Ιορδανίας, μεταξύ του ποταμού Ιορδάνη και της Αραβικής ερήμου. Αρχικά, τα Γάδαρα ήταν συνοικισμός του αρχαίου ελληνικού μακεδονικού στρατού του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ένας συνοικισμός που με την πάροδο του χρόνου μεταβλήθηκε σε πόλη.
Του Ανδρέα Αναγνωστόπουλου
Χαρακτηριστικό δείγμα για το πόσο προόδευσε ο Ελληνισμός
στα μέρη εκείνα, είναι το ότι η πόλη λεγόταν Ατθίς εν Ασσυρίοις ναιομένα
Γαδάροις. Ως προς την ετυμολογία του ονόματος μπορούν να προταθούν δύο
εικασίες:
Η πρώτη εκδοχή είναι ότι το όνομα προέρχεται από την
σημιτική λέξη gader που σημαίνει οχυρό,
σύνορο ή φράγμα (με την ίδια λέξη ετυμολογούν μερικοί και τα Γάδειρα της
Ιβηρίας).
Σύμφωνα με την δεύτερη εκδοχή η πόλη πήρε το όνομά της
από από τα Γάδαρα της Μακεδονίας, πράγμα το οποίο αναφέρεται από τον Στέφανο
τον Βυζάντιο. Αυτός ο δεύτερος ισχυρισμός επικυρώνεται από τα μακεδονικά
ονόματα των γύρω πόλεων της αρχαίας ελληνικής Δεκαπόλεως (π.χ. Πέλλα, Δίον,
Πιερία).
Το 1806, ο Γερμανός εξερευνητής της Αραβίας και της
Παλαιστίνης, Ούλριχ Σέετσεν, εντόπισε τα ερείπια των αρχαίων Γαδάρων στην
ιορδανική πόλη Ουμ Καίς. Το 2017, αρχαιολόγοι ανακάλυψαν έναν αρχαίο ναό που
κτίστηκε κατά την Ελληνιστική Περίοδο, τον 3ο αιώνα π.Χ.. Ο ναός αυτός
πιστεύεται ότι ήταν αφιερωμένος στον Ποσειδώνα, ενώ στο ιερό αυτό βρέθηκαν
επίσης πολλά κεραμικά αγγεία. Ο εν λόγω ναός περιλαμβάνει έναν πρόναο και έναν
κύριο λατρευτικό χώρο.
Επιπλέον, οι αρχαιολόγοι ανακάλυψαν ένα δίκτυο σηράγγων
μεταφοράς νερού στο κέντρο της αρχαίας πόλης, δίκτυο το οποίο διαχωρίζεται από
την εξωτερική σήραγγα που είχε ανασκαφεί πριν από δεκαετίες στην ίδια περιοχή.
Αξιοσημείωτο είναι ότι τον 2ο αιώνα μ.Χ. το υδραγωγείο της πόλεως παρείχε πόσιμο νερό σε απόσταση 170 χιλιομέτρων. Το μεγαλύτερο τμήμα της σήραγγας του υδραγωγείου είναι για 94 χιλιόμετρα κάτω από το έδαφος και είναι η μακρύτερη γνωστή σήραγγα της αρχαιότητος. Την εποχή εκείνη γνωστές ήταν και οι θέρμες της πόλεως (Hammath Gader), στις οποίες προσέρχονταν επιφανείς Ρωμαίοι.
Αξιοσημείωτο είναι ότι τον 2ο αιώνα μ.Χ. το υδραγωγείο της πόλεως παρείχε πόσιμο νερό σε απόσταση 170 χιλιομέτρων. Το μεγαλύτερο τμήμα της σήραγγας του υδραγωγείου είναι για 94 χιλιόμετρα κάτω από το έδαφος και είναι η μακρύτερη γνωστή σήραγγα της αρχαιότητος. Την εποχή εκείνη γνωστές ήταν και οι θέρμες της πόλεως (Hammath Gader), στις οποίες προσέρχονταν επιφανείς Ρωμαίοι.
Ο αρχαιολογικός χώρος περιλαμβάνει επίσης και άλλες
ελληνιστικές και ρωμαικές αρχαιότητες, όπως το θέατρο, την αγορά, δρόμο με
καταστήματα καθώς και μία από τις κεντρικές οδούς της αρχαίας πόλης. Στον ίδιο
χώρο έχουν βρεθεί επίσης και ερείπια βυζαντινής χριστιανικής εκκλησίας.
Εντός του αρχαιολογικού χώρου βρίσκεται και το κτίριο -
μουσείο Μπείτ Ρουσάν (στο παρελθόν οικία του Οθωμανού κυβερνήτη), όπου
εκτίθενται αρχαία ελληνικά αγάλματα και χριστιανικά μωσαϊκά.
Σε ότι αφορά την Ιστορική πορεία των Γαδάρων, άξιο λόγου
είναι ότι αρχικά υπάγονταν στην εξουσία των Λαγιδών της Αιγύπτου. Κατά την
διάρκεια του τέταρτου Συριακού πολέμου (219-217 π.Χ.), ο βασιλιάς της Συρίας,
Αντίοχος Γ' ο Μέγας, κατά την εκστρατεία του κατά του Πτολεμαίου Δ΄ στην Κοίλη
Συρία, διήλθε από τη Δεκάπολη.
Μόλις έφθασε έξω από τα Γάδαρα έστησε τις πολιορκητικές
του μηχανές, με αποτέλεσμα οι τρομοκρατημένοι Γαδαρηνοί να του παραδώσουν
αμαχητί την πόλη τους (218 π.Χ.). Μετά την ήττα των σελευκιδικών δυνάμεων στην
Ραφία το 217 π.Χ., τα Γάδαρα -όπως και οι άλλες πόλεις της Κοίλης Συρίας-
κατελήφθησαν με έφοδο των πτολεμαϊκών στρατευμάτων.
Στους πρωτοχριστιανικούς χρόνους τα Γάδαρα συνέχιζαν να
υπάρχουν σαν μια σημαντική πόλη στην Δεκάπολη.
Μετά τη μάχη της Πέλλας (635 μ.Χ.) και την αποφασιστική
μάχη στον παραπόταμο του Ιορδάνη, Γιαρμούκ, (636 μ.Χ.), οι Άραβες νίκησαν τους
Βυζαντινούς και εξασφάλισαν τον έλεγχο της νοτίου Συρίας.
Οι Γαδαρηνοί διατήρησαν την χριστιανική τους πίστη και
την περιουσία, έναντι υψηλού φόρου που θα πλήρωναν στους κατακτητές. Κατά τον
σεισμό που σημειώθηκε το 749 στο όρος Ερμών, τα Γάδαρα οδηγήθηκαν σε βαθμιαία
παρακμή, ώστε στην εποχή των Σταυροφοριών να αναφέρονται ως ένα απλό χωριό.
Πηγές
Johann Gustav Droysen Ιστορία των Επιγόνων του Μεγάλου Αλεξάνδρου εκδόσεις
Ελεύθερη Σκέψις.
Επαμεινώνδας Βρανόπουλος Οδοιπορικό στην Ιορδανία,
εκδόσεις Πελασγός.
Πολυβίου Ιστορίαι.
Στέφανος Βυζάντιος, Εθνικά, λήμμα Γάδαρα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου