Σάββατο 19 Σεπτεμβρίου 2020

Ποιος είναι ο Ιερός Πανεπιστημιακός Ναός της Αθήνας; Γιατί ξεχωρίζει η αγιογράφηση του Φ.Κόντογλου;

 



Ένας ναός τοπόσημο  του κέντρου της Αθήνας, βρίσκεται στην καρδιά του πιο πολυσύχναστου και εμπορικού δρόμου της πρωτεύουσας, ο οποίος αφιερώθηκε στην Παναγία. Ο ναός της Καπνικαρέας έχει οικοδομηθεί πάνω στα ερείπια αρχαίου ναού, στον οποίο τιμούνταν μία γυναικεία θεότητα. Ως βυζαντινός ναός αναγέρθει στην αρχή του 11ου αιώνα (περίπου 1050 μ.Χ.), αφιερώθηκε στα Εισόδια της Θεοτόκους και μάλλον ονομάστηκε έτσι από το δωρητή της.

Η πολύ καλή κατάσταση διατηρήσεως του πιο γνωστού βυζαντινού μνημείου των Αθηνών αποδίδεται στην αρχική καλή κατασκευή του. Τον επισκέπτη του μνημείου εντυπωσιάζουν τα μαρμάρινα τοξωτά γείσα, τα παράθυρα με κιονίσκους που φέρουν καρδιόσχημο φυτικό κόσμημα, αλλά και ο  τρούλος του ναού που είναι αθηναϊκού τύπου. 


Πέρα από την αρχιτεκτονική του αξία ο εν λόγω ναός ξεχωρίζει και για ένα ακόμη καλλιτεχνικό λόγο οι περισσότερες τοιχογραφίες που κοσμούν το εσωτερικό του ναού είναι έργο του σύγχρονου καλλιτέχνη Φώτη Κόντογλου.

Πλέον  ανήκει στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, παραχωρήθηκε από το Γενικό Εκκλησιαστικό Ταμείο, με τον νόμο 1268/1931 και γι’ αυτό ονομάζεται Ιερός Πανεπιστημιακός Ναός για την άσκηση των φοιτητών της Θεολογικής Σχολής.


Το όνομα

Ο επιθετικός προσδιορισμός Καπνικαρέα δόθηκε κατά μία άποψη από τον δωρητή- κτήτορα του ναού που έκτισε το Ναό «καπνικάριος» δηλαδή εισπράττοντας τον καπνικό φόρο (είδος φόρου των οικοδομών στα χρόνια του Βυζαντίου). Ο φόρος αυτός αφορούσε τις καπνοδόχους των οικοδομών, από τις οποίες έβγαινε καπνός από στην εστία που χρησιμοποιείτο για θέρμανση ή μαγείρεμα.

 


Παλαιότερα ονομαζόταν Καμουχαρέα από τη λέξη Καμουχά. Έτσι ονόμαζαν  στα χρόνια του Βυζαντίου τα χρυσοΰφαντα υφάσματα, πιθανώς γιατί βρισκόταν κοντά σε εργαστήρια τέτοιων υφασμάτων.

Επίσης συναντάται ως Παναγιά Καμηκαρέα, Χρυσοκαμουκαριώτισσα, Καμουχαριώτισσα, Καμκαρέα, Χαμουκαρέα.


Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας ονομαζόταν εκκλησία της Βασιλοπούλας, από την Αθηναία αυτοκράτειρα Ευδοκία, σύζυγο του αυτοκράτορα Θεοδόσιου του Μικρού. Η Ευδοκία, είχε κτίσει την αρχική εκκλησία πάνω στα θεμέλια αρχαίου ελληνικού ναού, αφιερωμένου στην θεά Δήμητρα ή Αθηνά.

 Επίσης ο ναός ονομαζόταν και ως Παναγία του Πρέντζα (από το ομώνυμο οπλαρχηγό του 1821 μ.Χ).

Ο εν λόγω Ναός ανήκει στο Πανεπιστήμιο Αθηνών από το 1932. Τη διοικητική εποπτεία έχει η Εφορεία του Ι.Ναού, η οποία αποτελείται από Καθηγητές της Θεολογικής Σχολής του Ε.Κ.Π.Α. με πρόεδρο τον εκάστοτε κοσμήτορα της Σχολής.

 


Αρχιτεκτονικός τύπος

Πρόκειται για σύνθετο τετρακιόνιο ναό, με τρεις αψίδες στην ανατολική πλευρά και νάρθηκα στη δυτική. Το αρχικό κτίσμα  είναι ο σταυροειδής Ναός μετά τρούλου, ο οποίος στηρίζεται σε τέσσερεις κίονες με ρωμαϊκά κιονόκρανα. Κτίσθηκε τον 11ο αιώνα προς τιμή της Θεοτόκου και σε ανάμνηση της Εισόδου της στο Ναό του Κυρίου.


Οι τέσσερις χωρίς βάση κίονες και τα κιονόκρανα που στηρίζουν τον τρούλο  προέρχονται από παλαιότερα μνημεία (spolia). Αξιοσημείωτο είναι ότι γλυπτά και επιγραφές άλλων εποχών ενσωματώνονται αρμονικά μέσα στο Ναό, όπως είναι  ο βορειανατολικός κίονας με κορινθιακό κιονόκρανο, πιθανότατα ρωμαϊκής εποχής, ο νοτιοανατολικός με κορινθιάζον κιονόκρανο ασαφούς χρονολογήσεως με οκτώ φύλλα, ο βορειοδυτικός μεμικρό χαμηλό κορινθιακό κιονόκρανο με τέσσερα φύλλα ακάνθης, πιθανότατα παλαιοχριστιανικό, και ο νοτιοδυτικός με κορινθιάζον κιονόκρανο μεσοβυζαντινής περιόδου με φύλλα καλάμου.


 Στη βόρεια πλευρά προστέθηκε αργότερα μονόχωρο πρόσκτισμα, το παρεκκλήσιο της Αγίας Βαρβάρας, που διαθέτει ξεχωριστό τρούλο παρόμοιου του κεντρικού ναού με χαμηλότερο ύψος. Η χρονολόγηση του παρεκκλησίου είναι δύσκολη και τοποθετείται στα χρόνια της Φραγκοκρατίας ή Τουρκοκρατίας. Το παρεκκλήσι διαθέτει ξεχωριστό τρούλλο παρόμοιου του κεντρικού ναού με χαμηλότερο ύψος.

Λίγο αργότερα, προστέθηκε ο εξωνάρθηκας, με τρεις συνεχόμενες τετρακλινείς στέγες σε τέσσερα μεγάλα ανοίγματα, τα οποία χωρίζονταν με κίονες.


Αρχικά είχε τη μορφή ανοιχτής στοάς αλλά ένα μικρό πρόπυλο με δύο κίονες προστέθηκε στη νότια πλευρά του, μάλλον στο 12ο αιώνα μ.Χ., συγχρόνως με το μωσαϊκό επάνω από την είσοδο.  Το μικρό πρόπυλο έχει δύο κίονες του φέρουν δύο πρώιμα βυζαντινά κιονόκρανα με κομβία λαξευμένα μονογράμματα. Η ψηφιδωτή παράσταση της Παναγίας φέρει την επιγραφή «Η Χαρα των Θλιβομένων» ψηφοθετήθηκε  το 1936 μ.Χ. από την Έλλη Βοΐλα.


Οι τοίχοι του ναού είναι κτισμένοι με την τυπική πλινθοπερίκλειστη τοιχοδομία. Στο κάτω τμήμα του κτιρίου υπάρχουν λευκοί λίθοι διατεταγμένοι με τέτοιο τρόπο ώστε να σχηματίζουν σταυρούς. Η εξωτερική κόσμηση του ναού είναι σχετικά λιτή, με περιορισμένη χρήση κουφικών κοσμημάτων (κάποια εκ των οποίων θεωρήθηκαν αναγνώσιμα από τους ειδικούς) και οδοντωτών ταινιών, ενώ τα παράθυρα έχουν πεταλοειδή τόξα. 


Η νότια θύρα του κυρίως ναού, σήμερα τοιχισμένη, έχει πεταλόμορφο το τόξο από πώρινους καλολαξευμένους θολίτες και ομόκεντρη οδοντωτή ταινία.

Στη δυτική πλευρά είναι εντοιχισμένα γλυπτά και επιγραφές, η δε εικόνα της Πλατυτέρας στο Ιερό του Ναού είναι έργο του Φώτη Κόντογλου.

 


Φθορές

Μεγάλο πλήγμα είχε δεχθεί ο ναός από τους κανονιοβολισμούς από τον ιερό βράχο της ακροπόλεως κατέστρεψαν εκτός των άλλων, σχεδόν ολοσχερώς, το παρεκκλήσι της Αγίας Βαρβάρας. Τα έξοδα για την ανακατασκευή κάλυψε ο οπλαρχηγός του 1821 Ιωάννης Πρέντζας, με αποτέλεσμα οι σύγχρονοί του Αθηναίοι να αποδίδουν την επονομασία «Παναγία του Πρέντζα». 

Στην διάσωσή του από κατεδάφιση συνέβαλε ο πατέρας του βασιλέα Όθωνα, Λουδοβίκου της Βαυαρίας, καθώς το 1834 διανοίχθηκε η οδός Ερμού.

Επίσης, το ενδεχόμενο κατεδάφισης, αντιμετώπισε  εκ νέου εξαιτίας της κυβερνητικής απόφασης της 20ης Αυγούστου του 1863 μ.Χ., η οποία όμως τελικά ακυρώθηκε χάρη στην παρέμβαση του τότε Μητροπολίτη Αθηνών, Θεοφίλου Α΄ Βλαχοπαπαδόπουλου.


 


Φ. Κόντογλου


Ο Ζωγράφος, αγιογράφος και λογοτέχνης και μια από τις σημαντικότερες πνευματικές προσωπικότητες της Νεοελληνικής περιόδου, Φώτης Κόντογλου επιστρέφει το 1934 από την Κέρκυρα όπου έχει συντηρήσει τις εικόνες στο Μουσείο του νησιού και έχει λάβει μέρος στη 19η Biennale της Βενετίας, ζωγραφίζει τη φορητή εικόνα των Τριών Ιεραρχών για το ναό της Καπνικαρέας. Πρόκειται για την πρώτη μη δυτικότροπη εικόνα που θα αποκτήσει ο ναός, ζωγραφισμένη με πρότυπο γνωστή εικόνα της Κρητικής Σχολής.  Η τεχνοτροπία του Κόντογλου βασίζεται στη βυζαντινή παράδοση, την οποία «μπολιάαζει» με τη γνώση της ανατομίας και την πλαστική απόδοση των μορφών.


Την εικονογράφηση του ναού αναλαμβάνει σχεδόν μια δεκαετία μετά (1942) ο
 Φώτης Κόντογλου και τους μαθητές του.
 Συγκεκριμένα οι τοιχογραφίες του ιερού και του τρούλου αποδίδονται στον μάστορα της Βυζαντινής τέχνης κυρ. Φώτη Κόντογλου, ενώ στις υπόλοιπες επιφάνειες δούλεψαν σε μεγάλο βαθμό οι μαθητές του. Οι τοιχογραφίες σύμφωνα με μελετητές έγιναν με τη τεχνική της νωπογραφίας, ενώ επελέγησαν  οι εικονογραφικοί τύποι που επιλέχθηκαν για τις παραστάσεις στην Καπνικαρέα προέρχονται κυρίως από μεσοβυζαντινά και παλαιολόγεια πρότυπα, κάτι που διαφέρει από τους άλλους ναούς που έχει εικονογραφήσει

Άξιο λόγου είναι ότι απεικόνισε εντός του ναού σχεδόν αυτούσια κάποια έργα από σπουδαία εικονογραφικά σύνολα της υστεροβυζαντινής εποχής, όπως τη Βάπτιση, την Υπαπαντή και τη Σαμαρείτιδα του Πανσέληνου στο Άγιον Όρος και το Μυστικό Δείπνο του Μυστρά, κάτι που δεν επαναλαμβάνει σε άλλο ναό. Η αγιογράφηση ολοκληρώθηκε την δεκαετία του 50.



                                                                      

Πηγές:

 http://odysseus.culture.gr/h/2/gh251.jsp?obj_id=833

http://www.byzantineathens.com/

https://www.uoa.gr/to_panepistimio/ypiresies_panepistimiakes_monades/kapnikarea/

https://kapnikarea.wordpress.com

http://www.saint.gr/3513/saint.aspx

http://exploringbyzantium.gr/

Ευαγγελία Γιαννακού «Η τοιχογράφηση του ναού της Καπνικαρέας από τον Φώτη Κόντογλου και τους μαθητές του», τμήμα Θεολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου