Πέμπτη 26 Μαΐου 2016

Πρεμιέρα για την ταινία “Γλυκιά Απόδραση”: Πρέπει να χαθείς για να σε βρεις…



Γράφει η Βίκυ Καλοφωτιά

Δεν υπάρχει εντονότερη αίσθηση από τη γεύση που αφήνει στον “ουρανίσκο” της ψυχής σου, το να τολμάς να φεύγεις για να χαθείς, και να ξαναχαθείς και να ξαναχαθείς όσες φορές χρειαστεί, για να μπορέσεις κάποτε να απονείμεις στον εαυτό σου το βραβείο του νικητή. Το βραβείο που ισοδυναμεί με τη μαγική εκείνη στιγμή, που κοιτάζεσαι στον καθρέφτη και λες “Αρχίζω σιγά-σιγά να με βρίσκω και να με γνωρίζω πραγματικά. Και τελικά, πολύ μου αρέσει αυτό που είμαι. Αυτό που μέρα με τη μέρα γίνομαι…”. Χρειάζεται, όμως προηγουμένως, να έχεις βρει τα κότσια να αφήσεις στην μπάντα τη ζωή στη γυάλα του χρυσόψαρου προκειμένου να κερδίσεις μια και καλή τη ζωή εκτός ορίων, εκτός σχεδίου, εκτός προστατευτικών σχοινιών, εκτός της ψευδαίσθησης του βολέματος, του συμβιβασμού, των χλιαρών βιωμάτων, βλεμμάτων, αγγιγμάτων, χαδιών. Δεν γίνεται να κυνηγάς το πολύ έχοντας αγκαζέ το λίγο. Δεν πάνε μαζί αυτά, όχι. Και πολύ καλά κάνουν. Τα φτερά της ελευθερίας φοριούνται αποκλειστικά και μόνο από πλάτες που αντέχουν να σηκώνουν το πολύ. Το πολύ συναίσθημα, το πολύ πάθος, το πολύ “θέλω κάθε μου στιγμή να σαρώνει τα πάντα στο πέρασμά της σαν ανεμοστρόβιλος”…

 
Κάθομαι στην αίθουσα του κινηματογράφου. Κάπου στο κέντρο της Αθήνας, πρωινό ηλιόλουστο, ενός Μαΐου που αρέσκεται στο να μεταμφιέζεται σε Νοέμβρη κι ας κυλά  στις φλέβες του νέκταρ Άνοιξης. Δίπλα μου βρίσκεται ποτήρι χάρτινο με ζεματιστό καφέ, στο ασημόχαρτο οι τελευταίες μπουκιές από κουλουράκι με σουσάμι και στα γόνατά μου μπλοκ σημειώσεων για να καταγράφω σε λέξεις στο χαρτί, τις εικόνες της λευκής οθόνης μπροστά μου. Κι από εκεί στην καρδιά. Τη δική μου, των αναγνωστών, όλων όσων είναι κοντά μου αλλά κι όλων εκείνων που θα ήθελαν να με δουν να σκοντάφτω. 

Μισέλ ή αλλιώς Μπρουνό Πονταλιντές, όπως είναι το όνομα του ελληνικής καταγωγής πρωταγωνιστή της ταινίας “Γλυκιά Απόδραση” (Comme un avion), η οποία απέσπασε πρόσφατα το Βραβείο Κριτικής Επιτροπής του 17oυ Φεστιβάλ Γαλλόφωνου Κινηματογράφου, που διοργανώθηκε στην Αθήνα. Μισέλ ή αλλιώς ένας άνθρωπος βουτηγμένος μέχρι την κορυφή στο βάλτο μιας ζωής που έχει πάψει προ πολλού να κάνει την καρδιά του να χτυπά από πάθος για τη ζωή. Πάθος για την εργασία του. Πάθος για τη γυναίκα που όλα τα προηγούμενα χρόνια ένιωθε ότι τον γνώριζε περισσότερο κι από τον ίδιο του τον εαυτό, κι όμως ποτέ τελικά δεν τον γνώρισε επί της ουσίας. Ούτε αυτός, εκείνη. Γιατί φοβήθηκαν να κοιτάξουν κάτω από την επιφάνεια. Γιατί δείλιασαν να ξύσουν τις πληγές. Γιατί πάντοτε φτάνει η στιγμή που τα απωθημένα και οι συσσωρευμένες κραυγές σιωπής βρίσκουν τον τρόπο να ξεσπάσουν. Με διαφορετικές μορφές και προς πάσα κατεύθυνση. Και κυρίως απέναντι σε αυτόν που είχες επιτρέψει να αναλάβει στη ζωή σου το ρόλο του θύτη.

Εκείνος, γύρω στα πενήντα, γραφίστας, με βλέμμα απλανές, αφού τίποτε πια δεν του προκαλεί όρεξη για ζωή. Εκείνη, σχεδόν συνομήλικη, μένει κοντά του ρίχνοντας στάχτη στα μάτια του υποδυόμενη τη δήθεν αφοσιωμένη σύζυγο. Ανούσια γεύματα, δραστηριότητες, κοινωνικές συναναστροφές, συνύπαρξη ξένων μεταξύ τους σωμάτων στο ίδιο κρεβάτι. Και η ζωή κυλά. Άχρωμα, μουντά, άοσμα. Μέχρι που εκείνος πατάει το πλήκτρο στον υπολογιστή παραγγέλνοντας μέσω διαδικτύου ένα καγιάκ. Μια πλωτή σχεδία με τη μορφή της ατράκτου ενός αεροπλάνου τυλιγμένη με μπλε αδιάβροχο πανί. Έτσι ώστε μέσω αυτής να κατορθώσει να αποδράσει για κάποιες ημέρες στη γαλλική εξοχή, κοντά στη φύση, στο ποτάμι, σε μέρη μακριά από μια ζωή που μοιάζει να του αφαιρεί καθημερινά το οξυγόνο. Κι εκείνος μέρα με τη μέρα να χάνει τον εαυτό του. Όλο και περισσότερο. Όλο και πιο πολύ…

 
Στο σακίδιο μπαίνουν τα απολύτως απαραίτητα, για να ξεκινήσει το ταξίδι. Το ταξίδι του. Το ταξίδι, όπου θα χαθεί για να βρει τον εαυτό του. Βιβλία, τρανζιστοράκι, η μινιατούρα ενός αεροπλάνου που για χρόνια αποτελούσε τη μοναδική του ευκαιρία να ονειρεύεται ότι θα τα καταφέρει κάποτε να αποδράσει, τρόφιμα, αντικουνουπικό, σκηνή, κουβέρτες για τις κρύες νύχτες στο ύπαιθρο, μια μικρή κιθάρα για τις στιγμές που θα είναι μονότονος ο ήχος από το τραγούδι των γρύλων. “Το να ταξιδεύεις, δεν σημαίνει ότι εγκαταλείπεις. Πρέπει να αφήνεσαι στο ρεύμα και όπου σε πάει. Ξέρει εκείνο. Κι εσύ ξέρεις, όσο κι αν αποφεύγεις να το παραδεχτείς. Ξέρεις πως αν δεν φύγεις, θα φύγει η ζωή χωρίς να ζεις…”. Ίσως στην αρχή, για κλάσματα του δευτερολέπτου να σκέφτεσαι ότι παραείναι τολμηρό το να φύγεις, παραείναι ανεύθυνο, παράξενο, αδικαιολόγητο. Μόνο για κλάσματα του δευτερολέπτου, όμως. Και την αμέσως επόμενη στιγμή βρίσκεσαι να κωπηλατείς καταμεσής του ποταμιού, και ξέρεις ότι επιτέλους το τόλμησες. Έφυγες, απέδρασες, και η ζωή σε περιμένει να τη ζήσεις! Γιατί επιτέλους βρήκες το θάρρος να βαδίσεις το δρόμο σου. Με καγιάκ, αεροπλάνο, τρένο ή με τα ολόδικά σου φτερά…

 
Τότε είναι που κοιτάς ψηλά και νιώθεις το αίσθημα της ευγνωμοσύνης να σε διαπερνά σαν ηλεκτρισμός, εκεί, την ώρα που ακούγεται ο παφλασμός του νερού στην απόχρωση του πράσινου, το θρόισμα από τις πυκνές φυλλωσιές των θάμνων που περικλείουν τις όχθες του ποταμού, όταν ο άνεμος φυσά απαλά. Κι εσύ εκεί, κωπηλατείς και κωπηλατείς ξανά, ακούραστα, αβίαστα, σχεδόν με θρησκευτική ευλάβεια σαν να θέλεις να τιμήσεις την ελευθερία που κάποτε φοβόσουν να γευτείς γιατί το βόλεμα σε μια ζωή ανύπαρκτη, σε είχε παραλύσει, μη αφήνοντάς σου την πολυτέλεια να αντιδράσεις. Πόσο μάλλον να αποδράσεις. Η στιγμή, όμως ήρθε. Είναι εδώ κι εσύ καλείσαι να τη ζήσεις στο έπακρο. 

το οφείλεις σε εκείνον για τον οποίο ξεκίνησες εξαρχής αυτό το μακρινό και γεμάτο περιπέτειες ταξίδι. Σε εκείνον το οφείλεις. Σαν αντιστάθμισμα για όλες εκείνες τις φορές που κατέπνιξες την επιθυμία του να φωνάξει, να απαιτήσει, να διεκδικήσει. Όλες εκείνες τις φορές που ενώ ήθελες να πεις “όχι”, τα χείλη σου πρόφεραν το “ναι”. Όλες εκείνες τις φορές που έβαλες στην άκρη τα “θέλω” του για να ακολουθήσεις αδιαμαρτύρητα τα “θέλω” άλλων. Τα “θέλω” άλλων και όχι τα δικά του. Τώρα, λοιπόν του το οφείλεις. Να πας εκεί, όπου θα χαθείς για να τον βρεις. Να τον βρεις. Τον ολοκαίνουριο, ανεκτίμητο, πολύτιμο και ξεχωριστό εαυτό σου. Όλα πλέον για εκείνον. Μόνο για εκείνον. 

 
Έτσι γίνεται η απόδραση γλυκιά. Κι εκείνος τραγουδάει επιτέλους το τραγούδι του. Και πετάει υπερήφανα και θαρραλέα με τα ολόδικά του φτερά…

*Στοιχεία ταινίας:

  Παραγωγή: Πασκάλ Κοσετό
  Σκηνοθεσία: Μπρουνό Πονταλιντές
  Σενάριο: Μπρουνό Πονταλιντές
  Φωτογραφία: Κλερ Ματόν
  Μοντάζ: Κριστέλ Ντεγουιντέρ

  Πρωταγωνιστούν:
  Μπρουνό Πονταλιντές, Ντενί Πονταλιντές, Σαντρίν Κιμπερλαίν, Ανιές Ζαουί

  Διάρκεια: 105 λεπτά
  Γλώσσα: Γαλλικά
  Διανομή: Filmtrade

Δείτε στο ακόλουθο βίντεο, το τρέιλερ της ταινίας

 
*Η ταινία “Γλυκιά Απόδραση” (Comme un avion) πραγματοποιεί πρεμιέρα στις ελληνικές κινηματογραφικές αίθουσες, την Πέμπτη 26/5/2016.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου